Η ηθοποιός και σκηνοθέτρια μιλάει στο Documento για την παράσταση «Backpack», τα στερεότυπα της ελληνικής τηλεόρασης και τις γυναικοκτονίες.
Η Αννα-Μαρία Παπαχαραλάµπους σκηνοθετεί την παράσταση «Backpack» που ανεβαίνει στο Θέατρο 104 µε τη Φαίη Ξυλά και τον Χρήστο Σπανό. Ενα χαµένο σακίδιο µες στο µετρό φέρνει στην επιφάνεια κρυµµένα µυστικά και αλήθειες. Με αφορµή την παράσταση κάναµε µια εφ’ όλης της ύλης κουβέντα για τη µοναξιά και το θέατρο, για την παράδοξη διαδροµή που διέγραψε η ταινία «Φτηνά τσιγάρα» και για τις σεξιστικές απεικονίσεις στην ελληνική τηλεόραση. Η Αννα-Μαρία Παπαχαραλάµπους πιστεύει ότι τα πράγµατα αλλάζουν και οφείλουµε να αφήσουµε πίσω µας συµπεριφορές και καταστάσεις από το παρελθόν για να προχωρήσουµε. Υπενθυµίζουµε ότι ήταν µια από τις πρώτες ηθοποιούς –µαζί µε τη Λένα ∆ροσάκη και την Πηνελόπη Αναστασοπούλου– που κατήγγειλαν επώνυµα στο ΣΕΗ τον Πέτρο Φιλιππίδη και πλέον παρίσταται ως µάρτυρας κατηγορίας στη δίκη του ηθοποιού. Με αυτή την πράξη έσπασε τον κύκλο της σιωπής, ανοίγοντας µια νέα εποχή για το θέατρο και την κοινωνία και µεγάλο κοµµάτι του κόσµου στέκεται αταλάντευτα στο πλευρό της.
Το «Backpack» είναι ένα νεοελληνικό έργο γραµµένο από τον δηµοσιογράφο Σπύρο ∆. Μιχαλόπουλο. Γιατί το επιλέξατε;
Πρόκειται για ένα σύγχρονο έργο µε θέµα τη συνάντηση δύο άγνωστων ανθρώπων οι οποίοι έρχονται κοντά µε αφορµή ένα σακίδιο πλάτης. Αυτό το αντικείµενο κρύβει και µια µεγάλη ιστορία. Το κείµενο εστιάζει στη µοναξιά των ανθρώπων και τη διαρκή αναζήτηση του άλλου έστω και ασυναίσθητα. Με γοήτευσε το γεγονός ότι πρόκειται για νεοελληνικό έργο. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να δίνονται περισσότερες ευκαιρίες στους νέους συγγραφείς προκειµένου να εξελίσσεται η ελληνική δραµατουργία. Είναι κάτι που έχουµε ανάγκη. Το έργο είναι βαθιά ανθρώπινο, χωρίς υπερβολές και φανφάρες.
Θεωρείτε ότι το κείµενο είναι επίκαιρο λόγω της µοναξιάς και της κοινωνικής αποστασιοποίησης που βιώσαµε κατά τη διάρκεια της πανδηµίας;
Η απόσταση ανάµεσά µας µεγάλωσε τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η µοναξιά που περιγράφει το έργο είναι διαχρονικό συναίσθηµα. Οι άνθρωποι καµιά φορά βιώνουν εκκωφαντική αποµόνωση µες στη βουή αυτού του κόσµου. Παρ’ όλα αυτά νοµίζω πως το µήνυµα του κειµένου είναι αισιόδοξο. Εχω την αίσθηση ότι και ο ίδιος ο συγγραφέας υιοθετεί αντίστοιχη στάση ζωής και µεταφέρει αυτήν τη διάσταση στο έργο. ∆εν θέλω να αποκαλύψω πάρα πολλά. Το κείµενο µιλάει για τα πράγµατα που πρέπει να συνειδητοποιήσουµε και να αφήσουµε πίσω µας ώστε να µπορέσουµε στη συνέχεια να προχωρήσουµε. Πιστεύω πάρα πολύ στη δύναµη τού να πετάµε από πάνω µας πράγµατα. Αυτά που δεν µας κάνουν πρέπει να µένουν πίσω µας, έστω και επώδυνα.
Ποια είναι τα δικά σας σκηνοθετικά υλικά; Πρόκειται για την τρίτη σας δουλειά µετά το «Good people» και το «Τape».
Είναι όντως η τρίτη µου σκηνοθετική δουλειά. Αισθάνοµαι πως είµαι ακόµη πολύ νέα στη σκηνοθεσία. Το πιο σηµαντικό υλικό είναι το κείµενο και στη συνέχεια οι ηθοποιοί. Εχω την τύχη να συνεργάζοµαι µε δύο εξαιρετικούς συναδέλφους –τον Χρήστο Σπανό και τη Φαίη Ξυλά– µε τους οποίους συνεννοηθήκαµε πολύ γρήγορα για το τι θέλουµε να πούµε µέσα από το κείµενο και έτσι η δική µου δουλειά έγινε πιο εύκολη. ∆εν είναι δεδοµένο ότι θα σε εµπιστευτούν οι ηθοποιοί.
Πείτε µας λίγα λόγια για την τηλεοπτική σας παρουσία στον «Ορκο» και την άνοδο της µυθοπλασίας που καταγράφεται τη φετινή τηλεοπτική χρονιά.
Ο «Ορκος» πλησιάζει πλέον προς το τέλος του. Ο ρόλος µου ήταν κάπως σαν γκεστ, αλλά είµαι τυχερή γιατί όλα κύλησαν εξαιρετικά οµαλά. Είναι θετικό και ευτυχές το γεγονός ότι υπάρχει ποιοτική αλλαγή στις δουλειές της ελληνικής τηλεόρασης – οι συντελεστές βρίσκουν πλέον έναν πιο όµορφο τρόπο να γίνονται όλα. Βλέπουµε περισσότερες προσεγµένες σειρές, µε επιµέλεια και έµφαση στη λεπτοµέρεια. Είναι σηµαντικό να ξεφύγουµε από τη λογική της ταχύτητας, δηλαδή να γυρίζουµε µανιωδώς επεισόδια. Χρήσιµο και αυτό αλλά δεν φτάνει.
Εχετε παρατηρήσει αλλαγές στην τηλεόραση σε σχέση µε την αναπαράσταση της γυναίκας ή της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας;
Υπάρχει αλλαγή, δυστυχώς όµως αργεί πολύ σε σχέση µε την Ευρώπη, ειδικά στη θεµατολογία. Είµαστε παραδοσιακά πιο αργοί σε αυτά τα πράγµατα στην Ελλάδα. ∆εν νοµίζω πως είναι οι θεατές που αντιδρούν. Τα κανάλια και οι παραγωγοί παραµένουν διστακτικοί για τον τρόπο της πρόσληψης και τις πιθανές αντιδράσεις. Ωστόσο ο θεατής δεν πρόκειται να σοκαριστεί όταν υπάρχουν πλέον τόσες πλατφόρµες στις οποίες βλέπουµε πράγµατα πολύ προχωρηµένα και µε θεµατολογία που είναι ορατή µες στην κοινωνία. Το καλό είναι ότι πλέον τολµάµε, ενώ µέχρι πρότινος δεν άγγιζε κανείς τέτοια ζητήµατα. Οι περισσότερες σειρές ήταν σεξιστικές –ειδικά οι κωµικές– και οι αναφορές για τη γυναίκα παρέµεναν εντελώς στερεοτυπικές. Αυτό το δεχόµασταν ως δεδοµένο και δεν βλέπαµε ότι είναι προβληµατικό. Αν γυρίσουµε σήµερα προς τα πίσω θα πούµε: «Ωχ, αυτό που βλέπω τώρα είναι πολύ σεξιστικό». Πώς θα µπορούσαν τέτοιες σειρές να µιλήσουν για τους οµοφυλόφιλους ή τα διεµφυλικά άτοµα; Ευτυχώς όλα αυτά έρχονται στο προσκήνιο. Αποτελούν κοµµάτι της κοινωνίας µας, δεν γίνεται να κάνουµε ότι δεν υπάρχουν.
Αλλάζει λοιπόν και η δική µας µατιά µες στα χρόνια.
Φυσικά. Τώρα φωτίζονται τα πράγµατα από διαφορετικές γωνίες.
Εχετε δυσκολευτεί µε ρόλους που περιλάµβαναν στερεοτυπικές και πατριαρχικές απεικονίσεις;
Μου έχει τύχει, ναι. Το στερεοτυπικό πάντοτε µε ενοχλεί. Αυτές οι καταστάσεις όµως είναι για µένα µετρηµένες. ∆εν ήρθα αντιµέτωπη µε κάποια ακραία περίπτωση. Μου έχουν ζητήσει να υποδυθώ κοπέλες µε παραδοσιακά χαρακτηριστικά, που θέλουν να παντρευτούν και πρήζουν γι’ αυτό τους συντρόφους τους. Αυτό είναι εντελώς ανακριβές στην πραγµατική ζωή. ∆εν θέλουν όλες οι γυναίκες να παντρευτούν και πολύ καλά κάνουν. Υπάρχουν όµως και θετικά παραδείγµατα. Το 1999 είχαµε κάνει τη σειρά «Θύµατα ειρήνης» του Βασίλη Βασιλικού, σε σκηνοθεσία του Γιάννη ∆ιαµαντόπουλου. Θυµάµαι ότι τότε προβλήθηκε ένα από τα πρώτα γκέι φιλιά στην ελληνική τηλεόραση. Η σκηνή έπαιξε, αν και ελαφρώς κοµµένη. Πλέον ευτυχώς βλέπουµε πιο συχνά τέτοια πράγµατα. Οι σειρές στην Ελλάδα τείνουν να παρουσιάζουν µια πραγµατικότητα πιο συντηρητική και πιο ωραιοποιηµένη απ’ ό,τι συµβαίνει στ’ αλήθεια.
Εκτός από πιο προσεγµένες σειρές, βλέπουµε πλέον και αρκετές καλές ταινίες στον κινηµατογράφο.
Στην Ελλάδα ο κινηµατογραφικός κλάδος ανεβαίνει διαρκώς σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια, ωστόσο συναντάει µεγάλες δυσκολίες και υποχρηµατοδότηση. Υπάρχουν άνθρωποι µε όρεξη, γνώσεις και καλές ιδέες. Πάσχουµε λιγάκι στο σενάριο και φυσικά στα χρήµατα.
Τα «Φτηνά τσιγάρα» του Ρένου Χαραλαµπίδη έχουν µεγάλη κινηµατογραφική διαδροµή και έχουν αγαπηθεί πολύ από ανθρώπους της νέας γενιάς.
Η ταινία αυτή έχει σηµαδευτεί από µια παράξενη ιστορία. Οταν παίχτηκε για πρώτη φορά στις αίθουσες πέρασε σχεδόν ξυστά και δεν έκοψε πολλά εισιτήρια, όµως σταδιακά άρχισε να κερδίζει έδαφος και πλέον θεωρείται καλτ. Υστερα από κάποια χρόνια έγινε το µπαµ. ∆εν ξέρω τι ήταν αυτό που την κίνησε ξανά, ωστόσο πήγε σχεδόν από µόνη της. Είναι παράξενο να συναντάς πιτσιρίκια 19 χρόνων και να σου λένε πόσο τους σηµάδεψε αυτή η ταινία. Είναι από τις πιο αγαπηµένες µου δουλειές και σε αυτό µέτρησε από το πόσο καλά περάσαµε όλοι µαζί στα γυρίσµατα µέχρι και το τελικό αποτέλεσµα. Η ιστορία της ταινίας ξεπερνά την ίδια την ταινία.
Είστε µια από τις γυναίκες που έσπασαν τη σιωπή και κατήγγειλαν επώνυµα τον Πέτρο Φιλιππίδη. Ποιες είναι οι σκέψεις σας για τη νέα εποχή στο θέατρο και για το #MeToo;
Τα πράγµατα στο δικαστήριο βρίσκονται ακόµη σε εξέλιξη, εποµένως δεν θα ήθελα να πω τίποτε τώρα. Θεωρώ ότι έχουµε αρκετό χρόνο µπροστά µας και δεν είναι η κατάλληλη στιγµή να ειπωθεί κάτι παραπάνω για τη συγκεκριµένη υπόθεση. Ο κόσµος όµως αλλάζει και δεν είναι εύκολο να το συνειδητοποιήσουµε. Για κάποιους ανθρώπους είναι δύσκολο να αλλάξουν και να δεχτούν ότι τα πράγµατα έχουν µετακινηθεί σε σχέση µε το παρελθόν. Για παράδειγµα, δεν µπορεί κάποιος να χτυπάει τη σύντροφό του κι αυτό να θεωρείται φυσιολογικό. Αλλάζει η εποχή. Αλλάζει αργά, µε δυσκολία, όµως αλλάζει. Τώρα που ζούµε την αλλαγή δεν τη βλέπουµε, µας φαίνεται απειροελάχιστη, όµως από κάπου πρέπει να ξεκινήσουµε. Ελπίζω πραγµατικά ο κόσµος γύρω µας να διαφοροποιηθεί σε τόσο µεγάλο βαθµό ώστε να µην ξαναδούµε γυναικοκτονίες όπως της Ελένης Τοπαδούδη και τόσων άλλων κοριτσιών. Πρέπει να σταµατήσει αυτή η εποχή. Να αποτελούν εξαίρεση αυτά τα εγκλήµατα. Στο µέλλον να λέµε ότι µία φορά στα 100 χρόνια συµβαίνει κάτι τέτοιο και να µην το ακούµε µία φορά την εβδοµάδα. Κι αυτό είναι θέµα κουλτούρας. Να αλλάξει επιτέλους η κουλτούρα µας. Ο τρόπος που µεγαλώνουν οι άντρες και οι γυναίκες, ο τρόπος που συνυπάρχουµε και επικοινωνούµε σε µια κοινωνία. Ολα αυτά θα αργήσουν πολύ αλλά θα γίνουν.
Ο κλάδος του θεάτρου χτυπήθηκε πολύ από την πανδηµία. Ισως για πρώτη φορά ο κόσµος άρχισε να αντιλαµβάνεται τους καλλιτέχνες και ως εργαζόµενους.
Η αλήθεια είναι πως είµαστε από τους πρώτους κλάδους που πλήγηκαν. Στην Ελλάδα η τέχνη δεν θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης. Φυσικά δυσκολευτήκαµε, ενώ υπάρχουν συνάδελφοι οι οποίοι ακόµη δυσκολεύονται. Πολλές φορές ο κόσµος ξεχνάει ότι είµαστε εργαζόµενοι και µάλιστα σε µια απαιτητική δουλειά, µε πολύ χαµηλές αµοιβές. Αρκετοί ήρθαν στο θέατρο ακριβώς για να δείξουν αλληλεγγύη και στήριξη στους εργαζοµένους και στην τέχνη µετά την πανδηµία.
Θεωρείτε ότι υπάρχει στήριξη από την πολιτεία για να επιβιώσουν οι νέοι ηθοποιοί;
Εδώ δεν βιοπορίζονται ούτε οι µεγαλύτεροι. Το βλέπουµε παντού. ∆εν είναι πάντα εύκολο. Είναι πολλές οι οµάδες και οι θεατρικές σκηνές στην Αθήνα. ∆ιαχρονικά όµως δεν υπάρχει στήριξη. Μας αντιµετωπίζουν σαν «θεατρίνους», σαν δεύτερης κατηγορίας ανθρώπους.
Ο πατέρας σας γεννήθηκε και µεγάλωσε στην Αιθιοπία. Ποια είναι η δική σας σχέση µε τη συγκεκριµένη κουλτούρα;
Λατρεύω την αφρικανική κουλτούρα και πιστεύω ότι κυλάει στο αίµα µας. ∆υστυχώς δεν έχω κάνει ακόµη κάποιο ταξίδι εκεί, ωστόσο το σκέφτοµαι πολύ σοβαρά για το επόµενο διάστηµα. Η Αφρική έχει για µένα τεράστιο ενδιαφέρον· ας µην ξεχνάµε ότι ολόκληρη η Ευρώπη έχει στηριχτεί επί της ουσίας στη συγκεκριµένη ήπειρο.
INF0
«Backpack» σε σκηνοθεσία Αννας-Μαρίας Παπαχαραλάμπους. Ερμηνεύουν: Φαίη Ξυλά, Χρήστος Σπανός. Θέατρο 104 (Ευμολπιδών 41, Γκάζι)