Άννα Ελεφάντη: «Τα μεγάλα κανάλια λειτουργούν σαν κλακαδόροι της κυβέρνησης Μητσοτάκη»

Ενα_x000D_
σποτ για τον νέο «Μωυσή» και μια ηθοποιός_x000D_
βρέθηκαν στο στόχαστρο των συστημικών_x000D_
ΜΜΕ

Μπορεί
η απάντηση στο ερώτημα «πόσο κοστίζει
ο Μωυσής;» που έθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ με το σποτ
του να έχει εύκολη και γρήγορη απάντηση
–20 εκατομμύρια ευρώ–, ωστόσο απάντηση
δεν έχει δοθεί στο ερώτημα σε ποια Μέσα
και με ποιον τρόπο επιμερίστηκαν τα
χρήματα του κονδυλίου της καμπάνιας
ενημέρωσης για την πανδημία. Τα Μέσα
έστρεψαν τη συζήτηση που προκάλεσε το
σποτ σε ασφαλείς ατραπούς –οι συζητήσεις
για το πόσο αντιαισθητικό ήταν το βίντεο
θα προκαλούσαν αφόρητη πλήξη στον
Μπένγιαμιν– και απέφυγαν να ασχοληθούν
με την ουσία του. Χειραγωγούνται τα ΜΜΕ
στην Ελλάδα και με ποιον τρόπο η
εκτελεστική εξουσία εναγκαλίζεται
μεγαλοσχήμονες δημοσιογράφους και
μιντιάρχες; Για να μιλήσουμε γι’ αυτά
τα ζητήματα επιδιώξαμε να συναντήσουμε
την Άννα Ελεφάντη, την πρωταγωνίστρια
του σποτ που κυνηγάει τα ουρανοκατέβατα
ευρώ για να υμνήσει τον νέο «Μωυσή».
Χρόνια ηθοποιός και από το 2017 καλλιτεχνική
διευθύντρια (μαζί με τον Δημήτρη Μυλωνά)
του Από Μηχανής Θεάτρου, η κ. Ελεφάντη
υπερασπίζεται το μήνυμα του σποτ και
ανοίγει τη συζήτηση σε κοινωνικά θέματα.

Βρεθήκατε
στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος με το
σποτ του ΣΥΡΙΖΑ για τα ΜΜΕ. Κάποιοι
θεώρησαν την αντίδραση της αξιωματικής
αντιπολίτευσης ακραία…

Πρέπει
να κρίνουμε τα πράγματα, τις καταστάσεις
και τους ανθρώπους ανάλογα με την
ιστορική συγκυρία. Είμαστε αντιμέτωποι
με μια ακραία νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση.
Οι ακρότητες λοιπόν ξεκινούν από την
κυβέρνηση. Επομένως δεν θα πω ότι το
σποτάκι ήταν ακραίο, αλλά ότι ακραίο
είναι αυτό που βιώνουμε καθημερινά. Ένα
κομμάτι της κυβερνητικής πολιτικής
ακουμπά την ελευθεροτυπία και τον
πλουραλισμό των απόψεων. Το σποτ είχε
σκοπό να προκαλέσει. Αλλά όχι να προκαλέσει
για να προκαλέσει· ουσιαστικά έφερε
στην επιφάνεια ένα φλέγον ζήτημα που
έχει να κάνει με την καταστρατήγηση του
συντάγματος. Είναι σαφές, ας πούμε, ότι
στους μήνες της διακυβέρνησης της ΝΔ
υπάρχει μια συνειδητή προσπάθεια εκ
μέρους των ΜΜΕ να υποβαθμίζουν ό,τι
συμβαίνει από την πλευρά της αντιπολίτευσης
και να αναδεικνύουν –ξεπερνώντας ακόμη
και το πλαίσιο μιας ακραίας φιλοκυβερνητικής
προπαγάνδας– ό,τι αφορά την κυβέρνηση.

Τι
πέτυχε λοιπόν αυτό το σποτ;

Ανέδειξε
μια συζήτηση, έναν προβληματισμό, μια
αγωνία η οποία υπάρχει στην κοινωνία.
Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος που είχε
τόσο μεγάλη ανταπόκριση. Γι’ αυτό όσο
κι αν προσπάθησε το δεξιό μπλοκ να το
υποτιμήσει, να το εξευτελίσει, να το
θεωρήσει λαϊκίστικο, να το χαρακτηρίσει
αντιαισθητικό, απέτυχε. Είναι ενδεικτικό
της διάθεσης του κόσμου το αποτέλεσμα
δημοσκόπησης που οργάνωσε σάιτ αθηναϊκού
free
press
εντύπου. Ο κόσμος συμφώνησε ότι έπρεπε
επιτέλους όχι μόνο να ειπωθεί μια
αλήθεια, αλλά να ειπωθεί μια αλήθεια με
τέτοιον τρόπο: μαχητικό, εξωστρεφή και,
κατά τη γνώμη μου, επιθετικό. Δεν μπορεί
συνέχεια να είσαι σε αμυντική στάση·
τα πράγματα είναι ακραία. Μιλάμε για
μια κυβέρνηση που έχει έρθει για να
σαρώσει και η Αριστερά οφείλει να
ανοιχτεί στην κοινωνία με αυτοπεποίθηση
και να δώσει φωνή σε αυτούς που υφίστανται
την κοινωνική ανισότητα, την επισφάλεια,
την αγωνία, την αδικία. Όσο χειραγωγούνται
τα Μέσα και καταστρατηγείται η
ελευθεροτυπία αυτοί οι άνθρωποι δεν θα
βρίσκουν διαύλους επικοινωνίας για να
δημοσιοποιούν τα αιτήματά τους.

Η
ΕΣΗΕΑ αντέδρασε αμέσως, το ίδιο και ένα
κομμάτι της Αριστεράς το οποίο επικέντρωσε
την κριτική του στην αισθητική του σποτ.

Υπάρχει
ένα κομμάτι της Αριστεράς το οποίο
κατανοώ βαθύτατα. Το κατανοώ ως άνθρωπος
του πολιτισμού που ενδεχομένως να ένιωθε
αντίστοιχη αμηχανία αν υπήρχε ένα σποτ
που αφορούσε εργαζόμενους στον πολιτισμό.
Από εκεί και πέρα η συζήτηση που ξεκίνησε
περί αισθητικής πηγάζει από το γεγονός
ότι δεν έχουμε συνηθίσει η Αριστερά να
κάνει σάτιρα και μάλιστα με τέτοιον
τρόπο. Από την άλλη υπήρξε μια συντεχνιακή
συσπείρωση στη λογική να προφυλάξουμε
τα του οίκου μας. Και αυτό το κατανοώ.
Νομίζω βέβαια ότι κανένας δημοσιογράφος
ο οποίος πιστεύει πως δεν χειραγωγείται
και επιτελεί έργο –γιατί η δημοσιογραφία
είναι λειτούργημα– δεν ένιωσε ότι
προσβάλλεται. Απλώς υπήρξε μια αυτόματη
αντίδραση: να προστατέψει το σπίτι του.
Το κατανοώ. Ηταν αναμενόμενο να συμβεί.

Ναι,
αλλά όταν αντιλαμβάνεσαι ότι τα θεμέλια
του σπιτιού σου είναι σαθρά δεν προχωράς
σε επαναθεμελίωση;

Συμφωνώ
απόλυτα. Από εκεί και πέρα λοιπόν έχει
να κάνει με τη διάθεση καθενός και
καθεμίας να προχωρήσει σε κριτική και
αυτοκριτική για να μπορεί να ξεχωρίσει
το μέσο από το περιεχόμενο και τον σκοπό. Όπως δεν θέλουν οι δημοσιογράφοι να
τους τσουβαλιάζουν –κάποιοι θεώρησαν
πως το σποτ τους τσουβαλιάζει–, έτσι
κι εγώ αποφεύγω να γενικεύω. Είμαι βέβαιη
ότι πολλές και πολλοί δημοσιογράφοι
δεν θεώρησαν ότι θίγονται. Απεναντίας,
είπαν ότι επιτέλους ειπώθηκε η αλήθεια
έτσι όπως τη βιώνουμε εμείς ως εργαζόμενοι
στον χώρο της ενημέρωσης. Μην ξεχνάμε
ότι τα πρώτα θύματα της στρεβλής
ενημέρωσης είναι οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι.
Το σποτ είναι ξεκάθαρο. Γιατί δεν
παρουσιάζει μόνο την προσομοίωση μιας
δημοσιογράφου από μεγάλο κανάλι. Η
εικόνα συνοδεύεται και από ένα κείμενο
το οποίο είναι ξεκάθαρο. Πρέπει να
εθελοτυφλείς για να μη βλέπεις, να μην
ακούς, να μην καταλαβαίνεις ότι αναφέρεται
ουσιαστικά στα μεγάλα κανάλια, τα οποία
αυτήν τη στιγμή λειτουργούν σαν
εντεταλμένοι κλακαδόροι της κυβέρνησης
Μητσοτάκη. Ο κόσμος δεν ενημερώνεται
πολύπλευρα αλλά μονομερώς.

Δεν
έχει ευθύνη ο κόσμος να αναζητήσει την
πληροφορία;

Έχει.
Αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα. Όταν
καθημερινά δέχεσαι βομβαρδισμό ξεκάθαρης
και ακραίας προπαγάνδας είναι πάρα πολύ
δύσκολο αν ταυτόχρονα έχεις να κουβαλήσεις
μια καθημερινότητα στην πλάτη σου που
είναι μέσα στην επισφάλεια και την
αγωνία για το αύριο. Σε αυτήν τη συνθήκη
λοιπόν είναι εξαιρετικά δύσκολο να
προσλαμβάνεις την πραγματικότητα με
διαύγεια. Καθώς οι επικοινωνιολόγοι
του Μητσοτάκη ξέρουν πολύ καλά τη δουλειά
τους, δεν είναι τυχαίο ότι η προπαγάνδα
τους εμπεριέχει τον τρόμο, την αγωνία.
Θέλουν ο κόσμος να ζει σε αυτήν τη
συνεχόμενη αγχωτική συνθήκη. Για να μην
τους επιτρέπεται να φτάσουν στην καρδιά
του προβλήματος.

Πάντως
η ΕΣΗΕΑ αντέδρασε ακαριαία στην περίπτωση
του σποτ. Είναι πράγματι αξιοθαύμαστα
τα αντανακλαστικά της.

Ακριβώς!
Η ΕΣΗΕΑ έβαλε θεαματικό αυτογκόλ. Είναι
αδιανόητο να υπάρχει η ιστορία με τη
λίστα Πέτσα τόσο καιρό και να μην αντιδρά
και μέσα σε λίγες ώρες να στέλνει
ανακοίνωση στον Σκουρλέτη για το σποτ
του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι απίστευτα μεροληπτική
στάση. Και νομίζω ότι ήταν τεράστιο
αυτογκόλ γιατί επιβεβαίωσε όσα
καταμαρτυρεί αυτό το σποτ. Ήρθε και
κούμπωσε το σποτ με την αντίδραση της
ΕΣΗΕΑ ύστερα από τόσες ημέρες σιωπής
για τη λίστα του Πέτσα και έπειτα από
τόσα άλλα που έχουν συμβεί μέσα στον
χρόνο.

Βλέποντας ότι η αντίδρασή τους δεν έπεισε τον
κόσμο άρχισαν να δουλεύουν την κατηγορία
του αντισημιτισμού.

Η
κυβέρνηση Μητσοτάκη και όλο το
νεοφιλελεύθερο μπλοκ το οποίο απαρτίζεται
από επιχειρηματίες, μιντιάρχες, πολιτικούς
δεν συγχωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ που τον
αντιμετώπιζαν σαν αριστερή παρένθεση.
Δεν του συγχώρησαν ποτέ ότι δεν υπήρξε
παρένθεση αλλά διακυβέρνησε, καταφέρνοντας
μάλιστα να συμμαζέψει λίγο τα του οίκου
μας. Είναι το βαθύ κράτος και θα
χρησιμοποιήσουν κάθε τρόπο για να
χτυπήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ φοβάμαι ότι
δεν θα μείνουν σε αυτό που μόλις ανέφερες. Ήδη έχει αρχίσει ο τηλεκανιβαλισμός
και μια ιστορία που πολύ φοβάμαι ότι θα
οδηγηθεί σε μεγάλες ακρότητες. Θα
χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο. Είναι ανήθικοι
άνθρωποι. Δεν τους απασχολούν η ηθική,
το όραμα, η πολιτική ιδεολογία· έχουν
ανοιχτές επιταγές που θέλουν να τις
υπογράψουν όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Επομένως νομίζω ότι το θέμα με τον
αντισημιτισμό είναι ένα πρώτο κομμάτι
μιας επίθεσης η οποία θα έχει συνέχεια.
Μην ξεχνάς ότι για τρεις μήνες τόσο οι
πολιτικοί όσο και η κοινωνία είχαν
κατεβάσει τους τόνους επειδή υπήρχε το
ζήτημα της υγειονομικής κρίσης. Πλέον
οι μάσκες πέφτουν, πλέον μπαίνουμε σε
μια κανονικότητα –μένει να δούμε πόσο…
κανονική είναι αυτή η κανονικότητα–
και από εδώ και πέρα θα ξεκινήσει μια
μάχη που θέλει πολλή προσοχή γιατί
ξέρουμε πολύ καλά τα μέσα του δεξιού
μπλοκ. Πλέον ξεκινά η μάχη που θα δοθεί
με πολύ σκληρούς όρους.

Οι
εργαζόμενοι στον πολιτισμό πάντως δεν
πρέπει να έχετε παράπονο. Ζείτε με
σκληρούς όρους, αν και καθημερινά, όπως
υποστηρίζει η πλειονότητα των Μέσων, η
υπουργός μοιράζει εκατομμύρια.

Το
πρώτο διάστημα της καραντίνας το
υπουργείο Πολιτισμού ήταν άφαντο και
ανύπαρκτο –προτού ξεκινήσει το κίνημα
#supportartworkers–
και αυτό δεν ήταν αποτέλεσμα κακών
χειρισμών αλλά ιδεολογικό. Το πιστεύω
απόλυτα. Η αντίληψη που υπάρχει για τους
ανθρώπους του πολιτισμού είναι ότι
είμαστε χομπίστες και άεργοι. Δεν
αντιμετωπιστήκαμε ποτέ ως ένα πολύ
ενεργό και πολύ σημαντικό κομμάτι της
παραγωγής. Δεν μιλάω για τις αξίες του
πολιτισμού –αυτά ίσως είναι ψιλά
γράμματα για τη ΝΔ–, μιλάω καθαρά με
όρους οικονομίας. Ενα πολύ μεγάλο τμήμα
της κοινωνίας απασχολείται στον
πολιτισμό. Βέβαια η απάθεια του υπουργείου,
η οποία επιμένω ότι είναι ιδεολογική,
πυροδότησε μια δυναμική αντίδραση, την
οποία δεν περίμεναν καθώς είναι ασύνδετοι
με τα κινήματα. Δεν μπορούσαν να
ψυχανεμιστούν ότι όσο σφύριζε κλέφτικα
η κ. Μενδώνη γίνονταν διαβουλεύσεις,
συνελεύσεις, συζητήσεις – τα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης είχαν πάρει φωτιά. Όταν λοιπόν σε εκείνο το αδιανόητο
διάγγελμά του ο πρωθυπουργός δεν είπε
ούτε μία φορά τη λέξη πολιτισμός, το
ποτήρι ξεχείλισε. Ευτυχώς υπήρξε μια
πολύ συγκροτημένη κινητικότητα η οποία
πίεσε την κυβέρνηση πολύ για να έχουμε
κάποια αποτελέσματα. Ακόμη κι αυτά όμως
συνιστούν μια κατακρεουργημένη οικονομική
διαχείριση. Τελικά πιστεύω ότι θα
ξοδευτούν πολλά λεφτά και όχι μεθοδευμένα.
Ή μάλλον ακριβώς επειδή δεν είναι
μεθοδευμένα θα είναι πιο πολλά τα λεφτά.
Περιμένουμε ακόμη από την υπουργό να
σκιαγραφήσει το όραμά της. Το περιμέναμε
και προ πανδημίας, πόσο μάλλον τώρα.