Αναζητώντας δικαιοσύνη για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου

Αναζητώντας δικαιοσύνη για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018. Λίγο πριν από τις 3 το μεσημέρι ο «ληστής του κοσμηματοπωλείου», ο «δράστης που αυτοτραυματίστηκε», ο «τοξικομανής που έψαχνε τη λεία του», όπως τον παρουσίαζαν τα περισσότερα ΜΜΕ, άφηνε την τελευταία του πνοή στο γεμάτο από το αίμα του πεζοδρόμιο της οδού Γλάδστωνος στην Ομόνοια.

Το φονικό λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου αρχικά παρουσιάστηκε από την αστυνομία σαν… αναπόφευκτος θάνατος ενός ληστή. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε το βίντεο που αποτύπωνε την αγριότητα και είχε αποτέλεσμα την άμεση σύλληψη του κοσμηματοπώλη Σπυρίδωνα Δημόπουλου, ο οποίος ατάραχος φαινόταν στα πλάνα από τα δελτία ειδήσεων της ίδιας μέρας να σκουπίζει τα γυαλιά έξω από το μαγαζί του, λίγη ώρα αφότου ο Ζακ μετά τα αλλεπάλληλα και άγρια χτυπήματα που είχε δεχτεί είχε αφήσει την τελευταία του πνοή. Ο έτερος δράστης, ο μεσίτης Αθανάσιος Χορταριάς, συνελήφθη μία ημέρα μετά.

Ο Ζακ Κωστόπουλος/Zackie Oh βρέθηκε παγιδευμένος, κάτω από αδιευκρίνιστες μέχρι και σήμερα συνθήκες, στο κοσμηματοπωλείο της οδού Γλάδστωνος, όπου ξυλοκοπήθηκε βάναυσα από τον ιδιοκτήτη του καταστήματος και τον ιδιοκτήτη παρακείμενου μεσιτικού γραφείου. Μέλη της ομάδας Ζ και της ΔΙΑΣ που έσπευσαν έχοντας δεχτεί σήμα για ληστεία τον συνέλαβαν ασκώντας υπέρμετρη και μη αναλογική βία εναντίον του. Ελάχιστα λεπτά αργότερα, λίγο πριν από τις 15.00, διαπιστώνεται ο θάνατός του μες στο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ που τον μετέφερε στον Ευαγγελισμό.

Τα ανακριτικά κενά της υπόθεσης

Αφού κατέπεσε το αφήγημα της ληστείας και μετά το βίντεο που δημοσιεύτηκε, σχηματίζεται δικογραφία σε βάρος των Σπ. Δημόπουλου και Αθ. Χορταριά, οι οποίοι μετά την απολογία τους αφέθηκαν ελεύθεροι με τον περιοριστικό όρο της παρουσίας τους μία φορά τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους.

Η ανακριτική διαδικασία κύλησε με αρκετές ελλείψεις και μεγάλη καθυστέρηση από την πλευρά της αστυνομίας, που αρνήθηκε την όποια παροχή βοήθειας καθώς και οποιαδήποτε συνεργασία με τον ανακριτή. Είναι η ίδια η αστυνομία που δεν εκκένωσε τον χώρο του εγκλήματος, αφήνοντας τον κοσμηματοπώλη να σκουπίσει στην κυριολεξία τα όποια αποδεικτικά στοιχεία και συνέλεξε το μαχαίρι που βρέθηκε μες στο κοσμηματοπωλείο με τρόπο τέτοιο ώστε στον έλεγχο για αποτυπώματα να βρίσκεται μονάχα το αίμα του Ζαχαρία στη λάμα του πειστηρίου.

Η πλευρά της οικογένειας είχε καταγγείλει εκείνες τις ημέρες ότι η συμμετοχή της αστυνομίας στην ανακριτική διαδικασία υπήρξε ανύπαρκτη, καθώς μόνο η πολιτική αγωγή εισέφερε βίντεο και μάρτυρες από το γεγονός, αφού τα περισσότερα στοιχεία βρέθηκαν από φίλους του θύματος και όσους ενδιαφέρθηκαν να ερευνήσουν αλλά όχι από την αρμόδια ΕΛΑΣ.

Προς το τέλος της διαδικασίας μάλιστα παρενέβη το διεθνές ερευνητικό κέντρο Forensic Architecture, που με αποκαλυπτική έκθεσή του, τα στοιχεία της οποίας κατέκλυσαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατάφερε να ξετρυπώσει τον μάρτυρα-κλειδί, τον «άντρα με το κίτρινο μπλουζάκι» που εμφανίζεται σχεδόν παντού στο υπάρχον οπτικοακουστικό υλικό, με την ΕΛΑΣ μέχρι τότε να ισχυρίζεται πως ήταν… αδύνατον να τον εντοπίσει. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός, όπως είπε στην κατάθεσή του, ότι πήγε να καταθέσει επειδή αυτό τον συμβούλεψε να πράξει ένας φίλος του αστυνομικός άσχετος με την υπόθεση. Ο μάρτυρας αυτός καλεί την αστυνομία δίνοντας το ψεύτικο όνομα «Τριανταφυλλίδης» και την ενημερώνει εσφαλμένα ότι συμβαίνει ληστεία.

Κατηγορούμενοι ύστερα από αρκετούς μήνες, και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο, βρέθηκαν και τέσσερις από τους εννέα αστυνομικούς που επιχείρησαν στο σημείο.

Και οι έξι εμπλεκόμενοι κατηγορούνται για θανατηφόρα σωματική βλάβη (η ανώτερη ποινή που επισύρει είναι δέκα έτη κάθειρξης), καθώς οι ιατροδικαστές συμπέραναν ότι ο θάνατος του Ζαχαρία Κωστόπουλου προήλθε από το σύνολο των τραυμάτων που δέχτηκε, ορισμένα από τα οποία προήλθαν και από κλοτσιές των αστυνομικών κατά τη βίαιη χειροπέδησή του.

Η αλλαγή κατηγορίας που δεν έγινε

Η πολιτική αγωγή από την αρχή της διαδικασίας έχει καταθέσει αίτημα για αναβάθμιση της κατηγορίας για τους δύο πολίτες σε αυτήν της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο. Η διάκριση, όπως επισημαίνουν, μεταξύ της ενσυνείδητης αμέλειας και του ενδεχόμενου δόλου ισορροπεί σε μια πολύ λεπτή γραμμή στη νομική σκέψη.

Η νομολογία και η θεωρία όμως έχουν σχηματίσει ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια, τους ενδείκτες δόλου. Ο τρόπος, τα μέσα και τα σημεία πλήξης, όπως και η μεταγενέστερη συμπεριφορά του δράστη είναι μια σειρά από τους ενδείκτες. Αντιθέτως, στους αντενδείκτες συγκαταλέγονται η λήψη αποτρεπτικών μέτρων και η αυτοδιακινδύνευση του ίδιου του δράστη στον ίδιο βαθμό με το θύμα.

Στην προκειμένη περίπτωση τόσο ο κοσμηματοπώλης όσο και ο μεσίτης πληρούν το σύνολο των ενδεικτών, ενώ απουσιάζει κάθε αντενδείκτης δόλου. Συγκεκριμένα, οι δράστες χτυπούν με σφοδρότητα και μάλιστα στο κεφάλι ένα ακίνδυνο και αβοήθητο άτομο. Ο κοσμηματοπώλης φαίνεται ατάραχος μετά το συμβάν κάνοντας δηλώσεις στα κανάλια, ενώ ο μεσίτης καλλιεργεί επώνυμα στο Τwitter ένα αφήγημα περί αυτοκτονίας του Ζακ.

«Η αλήθεια πρέπει να δώσει αγώνα»

Η δίκη για τον δολοφονικό ξυλοδαρμό του Ζακ Κωστόπουλου ξεκίνησε τρία χρόνια μετά τον φόνο του, στις 20 Οκτωβρίου 2021, στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών. Σχεδόν επτά μήνες μετά, την Τετάρτη 4 Μαΐου, αναμένεται η απόφαση. Η έδρα αποτελείται από τρεις τακτικούς δικαστές με πρόεδρο την Ελεάνα Σταυγιανουδάκη και εισαγγελέα τον Σωτήρη Μπουγιούκο, ενώ τη σύνθεση συμπληρώνουν οι τρεις λαϊκοί δικαστές, δηλαδή οι ένορκοι.

«Λίγο προτού ολοκληρωθεί η ακροαματική διαδικασία και σε αναμονή της απόφασης έχω να επισημάνω ότι στη δίκη αναπτύχθηκαν συμπεριφορές οι οποίες ήταν αναμενόμενες ως προς το ποιοτικό τους πρόσημο, αλλά πάντοτε καταδικαστέες, καθώς αντίκεινται στον νομικό πολιτισμό που επιβάλλεται να κυριαρχεί στις ποινικές δίκες. Το άλλως δύνασθαι ως όρος της ποινικής αξιολόγησης λειτουργεί ως κριτήριο ελέγχου και της υπερασπιστικής διαχείρισης εντός της ποινικής διαδικασίας» σημειώνει μιλώντας στο Documento η Αννυ Παπαρρούσου, μία εκ των συνηγόρων της οικογένειας, και προσθέτει: «Στη δίκη για το λιντσάρισμα του Ζαχαρία Κωστόπουλου αντιμετωπίσαμε τα εξής συμβάντα: τη γνωστή ενοχοποίηση του θύματος, την κατασυκοφάντηση και την επίθεση στους μάρτυρες που δεν είναι αρεστοί, την αντιστροφή της καταγεγραμμένης πραγματικότητας, τη διαστρέβλωση των περιστατικών, την ασέβεια προς την οικογένεια του θύματος και την ανοίκεια επίθεση στις δικηγόρους της υποστήριξης της κατηγορίας».

Η συνήγορος αναφέρεται στη βαρύτητα της επικείμενης απόφασης και σχολιάζει πως «είναι από τις φορές που η αλήθεια πρέπει να δώσει αγώνα για να εδραιώσει την αυθεντία της. Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος σκοτώθηκε με βασανιστικό τρόπο από πολίτες και αστυνομικούς. Η αναμενόμενη απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών θα δώσει το στίγμα για τον τρόπο με τον οποίο το δικαστικό σύστημα της χώρας αντιλαμβάνεται και διαχειρίζεται τις ακραίες, εκτός νόμου και πολιτισμού, πράξεις πολιτών και εκπροσώπων της πολιτειακής εξουσίας. Οποιαδήποτε άλλη λύση εκτός από την αυστηρή καταδίκη των κατηγορουμένων θα αποτελέσει την αιτιολόγηση του κοινωνικού κανιβαλισμού».

Οι καθοριστικές καταθέσεις

Η δικαστική διαδικασία ξεκίνησε με τις καταθέσεις της οικογένειας του Ζαχαρία Κωστόπουλου. Στο δικαστήριο κατέθεσε η μητέρα του Ελένη, ο πατέρας του Ευθύμης και ο αδερφός του Νίκος. Πέρα από τα γεγονότα, ο πατέρας και ο αδερφός του κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις της υπεράσπισης αναφορικά με το ιατρικό ιστορικό του Ζακ, αν ήταν οροθετικός και εάν έπινε αλκοόλ και έκανε χρήση ουσιών, παρά το γεγονός ότι οι τοξικολογικές εξετάσεις ήταν καθαρές. Η μητέρα του στη συνοπτική κατάθεσή της ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «ο Ζαχαρίας θα μπορούσε να είναι εδώ και να εξηγεί ο ίδιος γιατί μπήκε εκεί και όχι να είναι σε έναν υγρό τάφο».

Στις επόμενες δικασίμους το ενδιαφέρον μονοπώλησαν οι ιατροδικαστές, οι πραγματογνώμονες και οι τεχνικοί σύμβουλοι της υπεράσπισης και της υποστήριξης κατηγορίας. Οι κρατικοί ιατροδικαστές Νίκος Καλόγρηας και Σουλτάνα Μαριανού ήρθαν να υποστηρίξουν τα πορίσματα της ιατροδικαστικής τους έρευνας, με τα οποία συντάχτηκε και η εισαγγελία που συνέταξε το κατηγορητήριο. Οι ιατροδικαστές επιβεβαίωσαν την αιτιώδη συνάφεια του θανάτου του Ζακ με το σύνολο των 17 τραυμάτων-χτυπημάτων που δέχτηκε από τους αστυνομικούς, τον μεσίτη και τον κοσμηματοπώλη, ενώ απέκλεισαν κατηγορηματικά σε επανειλημμένες ερωτήσεις κάθε άλλη πιθανή αιτία θανάτου με δεδομένη την απουσία υποκείμενης στεφανιαίας ή άλλης καρδιακής νόσου και άλλου υποκείμενου νοσήματος. Η Σουλτ. Μαριανού μάλιστα απέκλεισε οποιαδήποτε άλλη αιτία θανάτου, όπως την ηπατική βλάβη που επαναλάμβανε η υπεράσπιση λόγω του ότι ο Ζακ ήταν οροθετικός και έπαιρνε αντιρετροϊκή αγωγή. Ακολούθησε ο Σωκράτης Τσαντίρης, τεχνικός σύμβουλος από την υποστήριξη κατηγορίας, ο οποίος τόνισε ότι η καρδιά του θύματος δεν ήταν καρδιά καρδιοπαθούς.

Οι αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν με γλαφυρότητα το αποτρόπαιο θέαμα που βίωσαν εκείνο το μεσημέρι και εισέφεραν νέα στοιχεία. Η Λ.Δ., συνταξιούχος αστυνομικός της ΕΥΠ, περιέγραψε ότι είδε δυο ανθρώπους έξαλλους και φώναζε: «Σταματήστε, θα τον σκοτώσετε».Ο Τ.Ν., εργαζόμενος σε εταιρεία φύλαξης, στάθηκε στο ασυγκράτητο μίσος και στην οργή που είχαν οι δυο κατηγορούμενοι, τονίζοντας ότι ακόμη και αυτός που είναι φύλακας δεν έχει μεταχειριστεί έτσι έναν κλέφτη, «πόσο μάλλον αν δεν ξέρουμε αν είναι κλέφτης».

Η μάρτυρας Β.Α., εκπαιδευτικός, εισέφερε ένα νέο στοιχείο: ανέφερε για τον κοσμηματοπώλη ότι με το που μπήκε το θύμα στο κοσμηματοπωλείο μπήκε και αυτός. Επειτα ακούστηκε κάτι να σπάει και αμέσως βγήκε ο ιδιοκτήτης και κατέβασε το ρολό. Η μαρτυρία αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον ισχυρισμό του κοσμηματοπώλη, ο οποίος απολογούμενος ανέφερε ότι είχε πάει να αγοράσει εφημερίδα και του φώναξαν ότι κάποιος μπήκε στο μαγαζί του.

Ο Κ.Α., εργαζόμενος στο κατάστημα Βενέτη επί της Γλάδστωνος, προσκόμισε ένα σημαντικό διάλογο για το ρατσιστικό κίνητρο της υπόθεσης: οι αστυνομικοί έβριζαν υποτιμητικά και αφού έκαναν τη σύλληψη ζήτησαν οινόπνευμα και ένας από αυτούς είπε τη λέξη «πουσταράς». Αξίζει να σημειωθεί ότι η τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου είχε ζητήσει να διερευνηθεί το ρατσιστικό κίνητρο στην υπόθεση, κάτι το οποίο δεν συνέβη.

Το ρατσιστικό κίνητρο

Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία της γιατρού και μέλους της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΟΕΝΓΕ Δέσποινας Τοσονίδου, η οποία περιγράφει ότι χειροπεδημένους όπως τον Ζακ φέρνουν στο νοσοκομείο συνήθως μετανάστες και τοξικοεξαρτημένους.

Παράλληλα με όλα αυτά τα αξιολογικά στοιχεία οφείλει να σημειωθεί και ένα υποκειμενικό. Ο Αθ. Χορταριάς, ένας από τους έξι κατηγορούμενους, λίγες ώρες μετά τον φονικό ξυλοδαρμό δημιουργούσε κλίμα μέσω του Τwitter. Αργότερα έκλεισε τον λογαριασμό και φέρεται να άνοιξε νέο με το ψευδώνυμο snake, καθώς, όπως προκύπτει από όσα κατέθεσε ο μάρτυρας Λουκάς Σταμέλλος, το προφίλ αυτό έχει ταυτοποιηθεί με το τηλέφωνο του μεσιτικού γραφείου του κατηγορουμένου. Το προφίλ αυτό είχε μονοθεματικό χαρακτήρα, ρατσιστικό και ομοφοβικό λόγο και εξαπέλυε επιθέσεις εναντίον όσων μιλούσαν για την υπόθεση του Ζακ. Μάλιστα σε ένα από τα πρώτα του tweet σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση φαινόταν σαν να ομιλεί ο μεσίτης και να αποδέχεται τις κατηγορίες δηλώνοντας ότι «ο Θεός με έβαλε απέναντι σε Εθνομηδενιστές, αντίχριστους» και πως θα αντεπεξέλθει στην «ύψιστη αποστολή που θα την πάω και εγώ μέχρι τέρμα».

Η σύλληψη του Ζακ και τα tie wrap

Ενα θέμα που αναδείχτηκε μέσα από την ακροαματική διαδικασία αφορούσε τον τρόπο σύλληψης του θύματος. Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος χειροπεδήθηκε από τους αστυνομικούς όχι με κλασικές χειροπέδες αλλά με tie wrap. Αυτά τα δεματικά δημιούργησαν, σύμφωνα με τον επικεφαλής διασώστη που βρισκόταν στο σημείο, υποξία, δηλαδή απώλεια οξυγόνου, με αποτέλεσμα τα χέρια του να αρχίσουν να γίνονται μπλε. Οταν το αντιλήφθηκε φώναξε αμέσως να κοπούν τα δεματικά. Ο άλλος διασώστης που περιέθαλψε τον Ζακ ανέφερε σε ερωτήσεις της υπεράσπισης ότι προσπάθησε να κόψει τα δεματικά αλλά δεν τα κατάφερε.

Απολογίες και υπερασπιστική γραμμή

Οι απολογίες των κατηγορουμένων διήρκεσαν τέσσερις δικασίμους. Ο κατηγορούμενος Δημόπουλος στην απολογία του –ήταν κρεσέντο υπεροψίας και κυνισμού– φάνηκε πιστός στον ισχυρισμό του ότι ο Ζακ βρέθηκε στο κοσμηματοπωλείο για να ληστέψει. Σε σχετική ερώτηση της έδρας ωστόσο εάν βρέθηκε κάτι πάνω στο θύμα, ο ίδιος απάντησε αρνητικά. Ο κατηγορούμενος ήταν σαφές ότι δεν έδειξε καμιά ουσιαστική μεταμέλεια για τα ωμά χτυπήματά του εναντίον του Ζακ, ενώ χαρακτηριστική ήταν η φράση του: «Δύο τρεις ξώφαλτσες του έριξα… Ισως να παρασύρθηκα λιγάκι».

Από τη μεριά του ο κατηγορούμενος Χορταριάς ανέφερε αρχικά ότι ενήργησε ενστικτωδώς ενάντια στο άδικο και στην προστασία των άλλων, για να σημειώσει παράλληλα πως η λογική τού υπαγόρευε να πράξει ό,τι έπραξε.

Οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί Ρουσάκος, Σεφέρης, Τσομπάνης και Αλεξανδρής είχαν ενιαία υπερασπιστική γραμμή η οποία τόνιζε ότι η βία που άσκησαν ήταν σύννομη καθώς ο Ζακ ήταν επικίνδυνος και έπρεπε να συλληφθεί. Η έδρα στις απολογίες τους δεν περιορίστηκε καθόλου στις ερωτήσεις της. Αντιθέτως η πρόεδρος Ελ. Σταυγιανουδάκη διατύπωσε ερωτήματα που αναδεικνύουν τη σκέψη της για τις ευθύνες των αστυνομικών καθώς ήταν επίμονη αναφορικά με το εάν ήταν απαραίτητα τα χτυπήματα που δέχτηκε το θύμα, αφού ήταν εκεί εννέα αστυνομικοί, ενώ την προβλημάτισε ακόμη και το εάν ήταν απαραίτητη η δέσμευση του Ζακ.

Για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι αστυνομικοί αξίζει να σημειωθεί ότι έχει διαταχτεί ΕΔΕ, το πόρισμα της οποίας προτείνει την απόταξη των τεσσάρων από το σώμα, την ανώτατη ποινή που μπορεί να επιβάλει το πειθαρχικό όργανο.

Ωστόσο το πειθαρχικό απασχόλησε και η περίπτωση άλλων τεσσάρων παρόντων αστυνομικών, για τους οποίους πρότεινε αργία – οι αστυνομικοί αυτοί όμως δεν βρίσκονται κατηγορούμενοι.

Η αντιφατική πρόταση του εισαγγελέα

Πάνω από δύο ώρες αγόρευε ο εισαγγελέας Σωτ. Μπουγιούκος, ο οποίος πρότεινε την ενοχή του 77χρονου κοσμηματοπώλη Σπ. Δημόπουλου και του 59χρονου μεσίτη Αθ. Χορταριά για το κακούργημα της θανατηφόρας σωματικής βλάβης κατά παραυτουργία και από κοινού, ενώ αντίθετα πρότεινε την απαλλαγή των τεσσάρων αστυνομικών αφού πρώτα είχε φροντίσει να παρουσιάσει γιατί… είναι ένοχοι.

Παρά το γεγονός ότι αναγνώρισε την τιμωρητική διάθεση των δύο πρώτων κατηγορουμένων και προσέδωσε «μένος» στα χτυπήματά τους προς το θύμα, κατέληξε στην εισήγησή του πως… αντέδρασαν απερίσκεπτα και δεν ήθελαν να προκαλέσουν τον θάνατό του, ο οποίος προκλήθηκε από αμέλεια, ενώ παράλληλα αναφερόμενος στους κατηγορούμενους αστυνομικούς είπε ότι δεν αποδείχτηκε ότι προκάλεσαν τραύματα παρότι λίγη ώρα πριν είχε μιλήσει για λακτίσματα και των τεσσάρων.

Παράλληλα ο εισαγγελέας ξεκαθάρισε μέσω της πρότασής του ότι ο Ζακ Κωστόπουλος δεν ήταν ληστής.

Documento Newsletter