Ανασφάλεια σε όλα τα επίπεδα

Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις αλλά για λίγη περηφάνια το άξιζε», μια φράση που μας άφησε ο Οδυσσέας Ελύτης και αποτελεί δίδαγμα, χωρίς φυσικά να είναι η μοναδική. Πού θα διοχέτευε άραγε και με ποιον τρόπο σήμερα ο ποιητής την έμπνευσή του εάν καλούνταν να περιγράψει τη σημερινή κατάσταση;

Ζούμε στην εποχή που η έμπνευση έδωσε τη θέση της στη φρίκη και η ασφάλεια στην απόλυτη ανασφάλεια και στο χάος, ενώ ταυτόχρονα οι πληγές στο σώμα της δημοκρατίας μοιάζουν αναρίθμητες. Τις πληγές αυτές τις εντοπίζουμε στην ολοένα μεγαλύτερη εξαθλίωση που καλούνται να ζήσουν οι πολίτες. Τη στιγμή που εκατοντάδες συμπολίτες μας μένουν ανασφάλιστοι, προαναγγέλλονται τα απογευματινά χειρουργεία. Τη στιγμή που η εγκληματικότητα μαστίζει τη χώρα, ο μισθός δεν φτάνει για τις δέκα πρώτες μέρες του μήνα. Τη στιγμή που παρακολουθούνταν θεσμικοί παράγοντες της χώρας, απόδημοι λαμβάνουν την προεκλογική καμπάνια υποψήφιας ευρωβουλευτή του κυβερνώντος κόμματος. Τη στιγμή που η βία στα σχολεία καλπάζει, έρχονται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ολα τα παραπάνω και πολλά ακόμη στο πέπλο της αδικίας που σκέπασε τη χώρα με το δυστύχημα των Τεμπών. Μια υπόθεση για την οποία όλοι οι χειρισμοί θα έπρεπε να γίνουν διαφορετικά. Αντί για την αλήθεια, έπρεπε να προταχθεί επικοινωνιακά το ανθρώπινο λάθος με στόχο να απεμπολήσουν οι αρμόδιοι τις ευθύνες τους.

Ακούμε πολύ συχνά το τελευταίο διάστημα πως η Δικαιοσύνη θα κάνει τη δουλειά της. Το ερώτημα που αναπόφευκτα προκύπτει όμως είναι πώς θα πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο από τη στιγμή που δεν υπήρξε ο ελάχιστος σεβασμός στο σημείο του δυστυχήματος, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούμε δηλώσεις υποτιθέμενης άγνοιας από τα αρμόδια πολιτικά πρόσωπα για τη συνθήκη στην οποία λειτουργούσε ο σιδηρόδρομος. Στις μέρες μας ένα παιδί στο δημοτικό μπορεί να παρακολουθήσει την πορεία μιας παραγγελίας μέσω τηλεφώνου, όμως η χώρα μας δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει την πορεία των τρένων. Η λέξη απογοήτευση είναι πολύ μικρή για να περιγράψει την κυριαρχία της ανασφάλειας που επικρατεί διάχυτη.

Εχουμε φτάσει στο σημείο που ανήλικοι βγάζουν μαχαίρια στα σχολεία και μπορεί κάποιος να δολοφονήσει μια γυναίκα έξω από ένα αστυνομικό τμήμα απομειώνοντας κάθε προσπάθεια για τις κατά τ’ άλλα πολύ σοβαρές καμπάνιες «Καμία μόνη».

Η πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας έχει πάρει σάρκα και οστά ενώ ξεδιπλώνεται μπροστά μας με διάφορους αλλά βάρβαρους τρόπους, που δεν αρμόζουν σε καμία περίπτωση σε ένα κράτος δικαίου. Μάνες χάνουν τις κόρες τους ή το αντίστροφο, με τα αναρίθμητα βουρκωμένα μάτια να μαρτυρούν την απόγνωση και το τεράστιο «γιατί;» που πλανιέται. Οι γυναικοκτονίες δυστυχώς αποτελούν καθημερινό φαινόμενο και οι κυβερνητικές πολιτικές με στόχο τη λύση αυτού του τεράστιου ζητήματος απουσιάζουν παντελώς.

Ιχνος ενσυναίσθησης όταν μια γυναίκα που αναζητούσε βοήθεια δολοφονήθηκε έξω από το αστυνομικό τμήμα. Τα υπέρογκα επιτελικά κενά τους δεν απαλύνουν ούτε τον πόνο και φυσικά δεν βοηθάνε την κοινωνία.

Η κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία αποτελεί σεβασμό για εκείνες που χάθηκαν, ύψιστο πολιτικό συμβολισμό αλλά και πολιτική στόχευση για τις ενέργειες που θα ακολουθήσουν με στόχο την εξάλειψη αυτού του φαινομένου. Φυσικά και η γυναίκα ανήκει στο ανθρώπινο είδος, όμως βάλλεται σε ένα πλαίσιο που τις περισσότερες φορές οι όροι δεν είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα της.

Είναι επείγουσα ανάγκη να συμμετέχουν σε ένα συγκροτημένο πλαίσιο ακόμη περισσότεροι φορείς οι οποίοι θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση αλλά και την πρόληψη του φαινομένου. Με λίγα λόγια, να χρηματοδοτηθούν και να στελεχωθούν με επάρκεια τμήματα σε όλες τις αρμόδιες δομές – από αυτές δεν μπορεί να λείπει η αυτοδιοίκηση– οι οποίες θα συνεπικουρούν τα θύματα, τα οποία επιβάλλεται να μιλήσουν. Γιατί το δημοκρατικό πολίτευμα δεν επιτρέπει αυτού του είδους τον πανικό και αποτελεί αξία για την οποία θα παλέψουμε.

 

 

Ετικέτες