Η Σοφία Μωρές, κόρη του ιδιοκτήτη του θρυλικού μπαρ Λαγουδέρα στην Ύδρα, Μπάμπη Μωρές, γυρίζει τον χρόνο πίσω, κάνει αναδρομή στην ιστορία του μαγαζιού που ήταν πόλος έλξης του εγχώριο και διεθνούς τζετ σετ και αφηγείται ιστορίες όπου σχεδόν κάθε βράδυ έκλειναν με νυχτερινές βουτιές, ενώ το πρωί οι θαμώνες απολάμβαναν νωχελικά τον καφέ τους παίζοντας τάβλι και κάνοντας ηλιοθεραπεία.
Όλα άρχισαν το καλοκαίρι του 1958. Ο Μπάμπης Μωρές, ιδιοκτήτης του Baby’s bar στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία βρίσκεται στην Ύδρα διακοπές με τον φίλο του Βασίλη Μάρο, σκηνοθέτη και φανατικό λάτρη της Ύδρας ο οποίος ήταν καμεραμάν έναν χρόνο πριν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Το παιδί και το δελφίνι» όπου πρωταγωνιστούσε η Σοφία Λόρεν και ο Άλαν Λαντ. Αυτή η ταινία ήταν η αιτία που παρουσιάστηκε κάποιο τουριστικό ενδιαφέρον για το νησί.
Τότε ένα ζευγάρι Ιταλών άνοιξε το πρώτο μπαράκι στην Ύδρα, το λειτούργησε μόνο ένα καλοκαίρι και στη συνέχεια έκλεισε. Το Πάσχα του 1959 ο Μπάμπης νοικιάζει τον χώρο, αγοράζει τον εξοπλισμό και το βαφτίζει Λαγουδέρα. Η χρυσή εποχή της Ύδρας έχει αρχίσει. Το σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής, ο πόλος έλξης VIPs από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο. Βέβαια η Λαγουδέρα ήταν ο θρυλικός Μπάμπης Μωρές, ο οποίος κατάφερε να προσελκύσει και να κρατήσει επί τρεις δεκαετίες τον κόσμο αυτό και να προβάλει την Ύδρα όσο κανείς άλλος ως τον πλέον κοσμοπολίτικο προορισμό που συναγωνίστηκε και ξεπέρασε ακόμη και το Κάπρι ή το Σεν Τροπέ.
Οι τακτικοί θαμώνες της Λαγουδέρας ήταν πολιτικοί, καλλιτέχνες, βασιλιάδες, πριγκίπισσες, επιχειρηματίες και εφοπλιστές. Πέρασαν ονόματα όπως ο Χένρι Φόντα, ο Πίτερ Oυστίνοφ, η Ζαν Μορό, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ο Ιαν Μπανκς, ο Ντάγκλας Φέρμπανκς, η πριγκίπισσα Σοράγια, ο βασιλιάς της Ισπανίας Χουάν Κάρλος, ο Λέοναρντ Κοέν, η Μαρία Κάλλας, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, η Τζάκι Κένεντι, η Μπριζίτ Μπαρντό, ο Ραφ Βαλόνε, ο Τόνι Πέρκινς, ο Τζον Μιλς, ο Γκίντερ Ζακς φον Οπελ, ο Λάμπρος Κωσταντάρας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, η Τζένη Καρέζη, η Μελίνα Μερκούρη, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Τζον Λένον, οι Rolling Stones και εκατοντάδες άλλοι.
Περισσότερες από είκοσι ταινίες έχουν γυριστεί στην Ύδρα. Η αρχή έγινε από τον Φίνο με το «Τραγούδι του χωρισμού» στα τέλη του 1939 που σκηνοθέτησε ο ίδιος με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα να πρωταγωνιστεί. Ακολούθησαν η «Μαρίνα», οι «Γοργόνες και μάγκες» και το «Κορίτσι με τα μαύρα», το «Παιδί και το δελφίνι», η «Φαίδρα», οι «Γαμπροί της Ευτυχίας», το «Μόνο για μια νύχτα», το «Εσένα μόνον αγαπώ», ο «Τρελοπενηντάρης», ο «Μπλοφατζής», τα «Κορίτσια για φίλημα», ο «Ερωτας του Οδυσσέα», το τουριστικό «Νησί του έρωτα». Στη διάρκεια των γυρισμάτων των περισσότερων τα συνεργεία και οι ηθοποιοί είχαν για στέκι τους τη Λαγουδέρα – στη «Φαίδρα» και στους «Γαμπρούς της Ευτυχίας» το πατάρι του μαγαζιού μετατράπηκε σε καμαρίνι. Όλοι πέρασαν από εκεί. Όλοι…
Η πρώτη Λαγουδέρα ήταν ένας από εκείνους τους χώρους όπου οι βαρκάρηδες χρησιμοποιούσαν τους χειμώνες για να επισκευάζουν και να φυλάνε τις βάρκες τους κρεμασμένες στην οροφή. Ο Μπάμπης σεβάστηκε απόλυτα το παραδοσιακό στιλ του νησιού, τοποθετώντας υδραίικους καναπέδες, τραπεζάκια και καρέκλες – η διακόσμηση υπήρξε λιτή και νησιώτικη. Με ένα απλό πικάπ, αστείρευτο κέφι και ευρηματικότητα, εκτόξευσε τη Λαγουδέρα και καθιέρωσε την Ύδρα ως πρώτο και πιο αγαπημένο προορισμό διακοπών και ξεκούρασης όπου οι φίλοι έρχονταν για να συναντήσουν φίλους.
Ο Μπάμπης πήγαινε σε κάθε κότερο ξεχωριστά για να κεράσει άρτο και οίνο, φέρνοντας έτσι σε κοινωνία τον κόσμο με την Ύδρα. Εκείνος κυκλοφορούσε μονίμως με τη φωτογραφική μηχανή του κρεμασμένη στον λαιμό απαθανατίζοντας ακατάπαυστα τη κάθε στιγμή. Χιλιάδες φωτογραφίες από όλους τους θαμώνες τις οποίες ταχυδρομούσε στον καθένα προσωπικά μαζί με τη χειροποίητη εφημερίδα Λαγουδέρα που τύπωνε με πολύγραφο στο σπίτι κάθε Κυριακή. Κάθε εβδομάδα ετοίμαζε ένα δελτίο Τύπου το οποίο έστελνε στις εφημερίδες και στα περιοδικά της Αθήνας με τα γεγονότα και τα πρόσωπα της εβδομάδας που είχε περάσει.
Όλο το γλέντι γινόταν με τη συνδρομή του πικάπ τις νύχτες και μετά τα μεσάνυχτα που κοβόταν το ρεύμα με κεριά και ένα γραμμόφωνο. Σχεδόν κάθε βράδυ ακολουθούσαν νυχτερινές βουτιές, ενώ το πρωί οι θαμώνες απολάμβαναν νωχελικά τον καφέ τους παίζοντας τάβλι και κάνοντας ηλιοθεραπεία. Αργότερα η Λαγουδέρα μεταφέρθηκε στο κτίριο που στεγάζονταν τα παλιά σφαγεία, διατηρώντας ωστόσο ακριβώς το ίδιο στιλ. Το πρωί μπάνιο και ξεκούραση, ενώ το βράδυ χορός, διασκέδαση και κολύμπι μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Αξέχαστα έχουν μείνει τα ντους στην πίστα· πάνω στο κέφι άνοιγαν και κατέβρεχαν τους ενθουσιασμένους πελάτες. Υπήρχε αστείρευτο κέφι. Αναγνωρίσιμοι και μη γίνονταν μια παρέα με αρχηγό την Μπάμπη. Καλωσόριζε καθέναν από το μικρόφωνο, έκανε πλάκα με όλους και τραβούσε φωτογραφίες, χιλιάδες φωτογραφίες. Τα πρωινά κερνούσε τον κόσμο αχινούς και όστρακα που ψάρευε και κάθε μεσημέρι είχε καθιερώσει το τάισμα των ψαριών, τα οποία μαζεύονταν κάτω από τη βεράντα κατά δεκάδες.
Αμέτρητες οι ιστορίες που μπορεί να πει κανείς. Όλα υπάρχουν στη μνήμη του καθενός που είχε τη χαρά και την τύχη να ζήσει αυτήν τη χρυσή εποχή της Ύδρας. Η Λαγουδέρα πέτυχε γιατί υπήρχαν το μοναδικό σκηνικό, η Ύδρα, και ο χαρισματικός σκηνοθέτης, ο Μπάμπης Μωρές, που διέθετε τα απαραίτητα εργαλεία: ενθουσιασμό, πάθος, ενεργητικότητα, μεράκι και πάνω απ’ όλα αγάπη για το νησί και τους ανθρώπους. Υπήρξε ένας αιώνιος έφηβος που έκανε πλάκα με τους φίλους μέχρι το τέλος της υπέροχης ζωής του. Τη δεκαετία του ’90 η Λαγουδέρα μεταφέρθηκε στην Αθήνα συμπληρώνοντας έτσι σαράντα χρόνια λειτουργίας.
Ευχαριστούμε τις Εκδόσεις Μίλητος –από τις οποίες έχει κυκλοφορήσει το λεύκωμα «Λαγουδέρα – Η χρυσή εποχή της Ύδρας»– για τη συνδρομή τους