«Αναγκαίοι οι εμβολιασμοί αλλά όχι και η τιμωρία»

Αλλοπρόσαλλοι, τιµωρητικοί και διχαστικοί. Πλήρως ακατανόητα είναι τα περισσότερα από τα µέτρα που εξήγγειλε προ ολίγων ηµερών ο υπουργός Υγειάς Βασίλης Κικίλιας. Πρακτικά συνιστούν ένα µίνι lockdown για τους ανεµβολίαστους. Το ποσοστό του γενικού πληθυσµού που δεν έχει ακόµη εµβολιαστεί παραµένει πολύ υψηλό και οδηγεί την πανικόβλητη κυβέρνηση στο να λάβει παράλογα µέτρα ενόψει ενός χειµώνα που φαντάζει δύσκολο να µην οδηγήσει και πάλι το ΕΣΥ στα όριά του.

Μόνο που η κυβέρνηση φέρει ακέραια την ευθύνη για τη µη πραγµατοποίηση ενός ανοιχτού διαλόγου προκειµένου να πειστεί µεγάλο µέρος της κοινωνίας σχετικά µε τα οφέλη του εµβολιασµού. Αντ’ αυτού, προέβαινε στη λήψη µέτρων που αναιρούσε έπειτα από µικρό χρονικό διάστηµα, µε αποτέλεσµα το αντιεµβολιαστικό κίνηµα να αρχίσει να γιγαντώνεται. Πρόκειται άλλωστε για την ίδια κυβέρνηση που δαπάνησε τον περασµένο ∆εκέµβριο 18,5 εκατ. ευρώ σε ενηµερωτική καµπάνια για τον εµβολιασµό. Το ποσό θα µπορούσε να είχε αξιοποιηθεί µε εντελώς διαφορετικό τρόπο, ώστε να περάσει στο σύνολο της κοινωνίας το µήνυµα υπέρ του εµβολιασµού. Και τώρα η αποτυχηµένη της διαχείριση την οδηγεί στο να λαµβάνει µέτρα διχαστικά, αφού σκοπεύει απλώς να τιµωρήσει και όχι να πείσει τους αντιεµβολιαστές.

Rapid test µόνο σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα

Το πρώτο από αυτά τα µέτρα αφορά το γεγονός ότι οι περισσότερες κατηγορίες ανεµβολίαστων εργαζοµένων σε ιδιωτικό και δηµόσιο τοµέα θα πρέπει να πραγµατοποιούν ένα εργαστηριακό rapid test την εβδοµάδα αποκλειστικά σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα. Ο αποκλεισµός των ανεµβολίαστων από την πρόσβαση στα δηµόσια διαγνωστικά κέντρα φαντάζει… δώρο της κυβέρνησης στα ιδιωτικά. Κυριότερα όµως πρόκειται για µέτρο τιµωρητικό και ανούσιο, αφού αποκλείει µέρος των ανεµβολίαστων από τη διενέργεια rapid test λόγω του οικονοµικού κόστους. Εξοργιστικό φαντάζει και το ότι τα rapid tests κοστολογούνται πλέον στα 10 ευρώ αντί 20. Αλήθεια, αυτό δεν µπορούσε να είχε επιβληθεί νωρίτερα;

Σε δηλώσεις της στο Documento η καθηγήτρια Επιδηµιολογίας Αθηνά Λινού σχολίασε: «∆εν γνωρίζω αν το µέτρο της διενέργειας rapid test επί πληρωµή για τους ανεµβολίαστους είναι άνισο. Μπορεί το ποσό που ζητείται για κάποιον να είναι ασήµαντο, για άλλον όµως µπορεί να είναι σηµαντικό. Αν το τεστ ήταν υποχρεωτικό αλλά δωρεάν, θα βοηθούσε, αλλά δεν θα πίεζε τόσο πολύ υπέρ του εµβολίου. Η πολιτεία το χρησιµοποιεί σαν κίνητρο για να κάνει κανείς το εµβόλιο. Νοµίζω όµως ότι τουλάχιστον θα έπρεπε να µπορεί να γίνει το τεστ έστω επί πληρωµή, αλλά και στα δηµόσια νοσοκοµεία και τα χρήµατα που θα συγκεντρώνονταν να χρησιµοποιούνταν για την προαγωγή της υγείας. Υπέρ της ενηµέρωσης».

Από την πλευρά του ο Νίκος Καπραβέλος, διευθυντής της Β΄ ΜΕΘ και συντονιστής των ΜΕΘ στο νοσοκοµείο «Γ. Παπανικολάου» της Θεσσαλονίκης, δήλωσε σχετικά στο Documento: «Προφανώς η υποχρέωση όσων δεν είναι εµβολιασµένοι να πληρώνουν για το τεστ που θα κάνουν δυσκολεύει λίγο τα πράγµατα. Οµως ο µη εµβολιασµός δεν έχει ούτε επιστηµονική ούτε ηθική βάση. ∆εν αρκεί να εµβολιαστεί συγκεκριµένο ποσοστό. Χρειάζεται καθολικότητα, εποµένως και η υποχρεωτικότητα έχει και επιστηµονική και ηθική βάση. Εκείνο που προφανώς δεν έχει ηθική βάση είναι το µέτρο της τιµωρίας. Πρέπει πρώτα να προσπαθήσεις να πείσεις κάποιον. Είναι ακραίο µέτρο το να πληρώνει κάποιος, διότι µπορεί να µην έχει, όπως ακραίο είναι το να µπαίνει σε διαθεσιµότητα. Μπορούν όµως να το αποφύγουν αυτό. Ως γιατρός µε ενδιαφέρει να ακολουθήσουµε τα αυστηρά υγειονοµικά πρωτόκολλα. Πρέπει να εµβολιαστούν όλοι για να µιλάµε για έλεγχο της πανδηµίας, των εισαγωγών και των θανάτων».

Αλλοπρόσαλλοι διαχωρισµοί

Επειτα ανακοινώθηκε ότι οι ανεµβολίαστοι φοιτητές, εκπαιδευτικοί και πανεπιστηµιακοί, εργαζόµενοι σε τουρισµό, εστίαση, τηλεοπτικές, θεατρικές, µουσικές και χορευτικές παραγωγές θα πρέπει να πραγµατοποιούν δύο rapid tests την εβδοµάδα και πάλι σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα. Γιατί άραγε έγινε αυτός ο διαχωρισµός και οι συγκεκριµένοι πρέπει να πραγµατοποιούν δύο rapid tests την εβδοµάδα; Ακατανότητο.

Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης ότι ανεµβολίαστοι θα µπορούν να εισέρχονται σε κλειστούς χώρους θεάτρων, κινηµατογράφων, µουσείων και αρχαιολογικών χώρων έχοντας πραγµατοποιήσει rapid test έως και 48 ώρες πριν. Αντιθέτως, στην εστίαση θα εξυπηρετούνται µόνο εµβολιασµένοι πολίτες. Ακόµη ένας ακατανόητος διαχωρισµός, σε µια προφανή προσπάθεια της κυβέρνησης να εργαλειοποιήσει τον κλάδο της εστίασης, προκειµένου να πείσει τον κόσµο να εµβολιαστεί. Πώς µπορεί να νοηθεί αυτό το µέτρο όταν παράλληλα δεν πάρθηκε κανένα επιπλέον µέτρο για τις εκκλησίες ή για τα µέσα µαζικής µεταφοράς;

Ελεγχοι από ανεµβολίαστους αστυνοµικούς;

Στα µέτρα συγκαταλέγεται η υποχρεωτική χρήση µάσκας σε όλους τους χώρους όπου υπάρχει συνάθροιση. Στα πόσα άτοµα ορίζεται η «συνάθροιση»; Θα είναι στη διακριτική ευχέρεια των αστυνοµικών; Αποτελεί µέτρο για την είσπραξη προστίµων, άλλα και για την εκ νέου «νοµιµοποίηση» αστυνοµικών παρεµβάσεων σε πλατείες;

Επειτα πώς θα ελέγχουν οι αστυνοµικοί την τήρηση των υγειονοµικών περιορισµών όταν µόλις το 58% εξ αυτών έχει εµβολιαστεί; Θα ελέγχουν τους πολίτες αντιεµβολιαστές αστυνοµικοί;

Αναπάντητα ερωτήµατα από το υπουργείο

Το Documento απέστειλε ερωτήµατα στο υπουργείο Υγείας αλλά δεν έλαβε καµία απάντηση. Παραθέτουµε ορισµένα εξ αυτών:

1: Με ποιο σκεπτικό τα µέτρα που ανακοινώθηκαν θα εφαρµόζονται από τις 13 Σεπτεµβρίου;

2: Γιατί τίθενται περιορισµοί για όλους τους κλειστούς χώρους, αλλά όχι για τις εκκλησίες;

3: Για ποιον λόγο κάποιος ανεµβολίαστος δεν θα µπορεί να εξετάζεται (rapid test) δωρεάν;

4: Ανεµβολίαστος όχι από επιλογή αλλά για λόγους υγείας, που έχει κριθεί ιατρικά ότι δεν µπορεί να εµβολιαστεί, θα είναι επίσης υποχρεωµένος να πληρώνει για το rapid test στο οποίο θα υποβάλλεται προκειµένου να εργαστεί;

5: Πώς επιτεύχθηκε η µείωση της τιµής του rapid test στα 10 ευρώ και γιατί δεν µπορούσε να έχει γίνει αυτό τους προηγούµενους µήνες;

Είναι συνταγµατικό το µέτρο;

Το νοµικό ζήτηµα που προκύπτει και αναµένεται να κριθεί από το ΣτΕ –έχει προσφύγει και η ΠΟΕ∆ΗΝ– σχετικά µε την υποχρεωτικότητα του εµβολιασµού αναλύουν στο Documento οι νοµικοί Βασίλης Χειρδάρης και Ιφιγένεια Καµτσίδου, ενώ αναφέρονται και στο θέµα της αναστολής εργασίας των ανεµβολίαστων εργαζοµένων χωρίς αποζηµίωση συµφωνώντας ότι πρόκειται για ακραίο τιµωρητικό µέτρο. Παράλληλα ειδική µνεία γίνεται και στον αποκλεισµό των ανεµβολίαστων από τα δωρεάν τεστ του ΕΟ∆Υ.

Ιφιγένεια Καμτσίδου

Αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT):  «Το έλλειμμα ουσιαστικού διαλόγου ενίσχυσε το αντιεμβολιαστικό κίνημα»

Τα συνταγματικά ζητήματα που γεννά η διαχείριση της πανδημίας γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα. Οι δραματικές συνέπειες της Covid-19 δημιούργησαν αρχικά μια ευρεία και μάλλον βεβιασμένη συναίνεση για την επιβολή δραστικότατων περιορισμών στα δικαιώματα και στις ελευθερίες. Ωστόσο, η μέθοδος της απαγόρευσης έφτασε στα όριά της: η κοινωνική ζωή δεν μπορεί να αναστέλλεται για μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς καταστροφικά αποτελέσματα. Ενώ όμως ο ενάμισης χρόνος που πέρασε έδειξε ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας απαιτεί σταθμισμένες λύσεις, οι απαντήσεις των κυβερνώντων είναι μονομερείς και διαπνέονται από πνεύμα καταναγκασμού των μελών του κοινωνικού συνόλου.

Ετσι, η απαιτούμενη στήριξη και αναβάθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας παραμένει απλή εξαγγελία, με αποτέλεσμα η συνταγματική υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την υγεία των πολιτών (άρθρο 21 παρ. 2 συντ.) να χάνει το βασικό στήριγμά της. Κύριο εργαλείο για την καταπολέμηση της διάδοσης της νόσου παραμένει ο εμβολιασμός, που θεσπίστηκε ως υποχρεωτικός για ορισμένες επαγγελματικές κατηγορίες, οι οποίες καλούνται να θυσιάσουν σημαντικά στοιχεία της προσωπικής τους αυτονομίας.

Η συνταγματικότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού δεν μπορεί να κριθεί αφηρημένα. Εξαρτάται από τη συνθήκη που το υποδέχεται, π.χ. σημαντική παράμετρο αποτελεί η ασφάλεια του εμβολίου, που προϋποθέτει τον έλεγχο και την πιστοποίησή του σύμφωνα με τα διδάγματα της ιατρικής επιστήμης. Εξαρτάται επίσης –αν όχι κυρίως– από το κατά πόσο η οικεία κανονιστική ρύθμιση σέβεται θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές, όπως η ισότητα, η αναλογικότητα, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η κοινωνική αλληλεγγύη. Παρότι δηλαδή γίνεται δεκτό ότι το κράτος μπορεί να θεσπίσει υποχρέωση εμβολιασμού (ΣτΕ 2387/2020 και ΕΔΔΑ Vavřička and Others v. the Czech Republic, απόφαση της 8-4-2021), η εξουσία του αυτή οριοθετείται από κανόνες συνταγματικής περιωπής που εφαρμόζονται ακόμη και σε εξαιρετικές και δραματικές περιστάσεις.

Τα παραπάνω επιτρέπουν την αξιολόγηση των μέτρων για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των υγειονομικών και φαρμακοποιών, καθώς και αυτών που προβλέπουν κυρώσεις ή επιβάλλουν βαριές υποχρεώσεις σε ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Ενδεικτικά και συνοπτικά: η υποχρέωση της διοίκησης ή του εργοδότη να θέτει σε αναστολή εργαζόμενο που δεν σέβεται την υποχρέωση εμβολιασμού επιφέρει ισχυρό πλήγμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 συντ.), που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ενόψει της αρχής της αναλογικότητας. Η αναστολή προβλέπεται χωρίς την εξασφάλιση ενός ελάχιστου εισοδήματος που θα εξασφάλιζε την επιβίωση του εργαζομένου και έτσι γίνεται αντισυνταγματική.

Αντίστοιχα, ο καταναγκασμός που επιβάλλεται στους ανεμβολίαστους εργαζόμενους, δηλαδή να υποβάλλονται με δική τους δαπάνη σε δύο rapid tests την εβδομάδα εγείρει ερωτήματα συνταγματικότητας: πρώτα από όλα, η αναγκαιότητα του μέτρου δεν καταφάσκεται άνετα. Το κόστος του test που είναι δυσβάστακτο για τον απασχολούμενο των 400 ευρώ, μειώνεται σημαντικά όταν γίνεται μαζική προμήθειά τους από το ΕΣΥ, που θα μπορούσε να αντέξει τη δαπάνη. Ακόμη, δεν έχει διατυπωθεί με σαφήνεια ο λόγος δημόσιου συμφέροντος που δικαιολογεί τη δυσμενή μεταχείριση στην οποία υποβάλλονται οι ανεμβολίαστοι. Το έλλειμμα ανοιχτού και ουσιαστικού διαλόγου που ενίσχυσε το αντιεμβολιστικό κύμα χαρακτηρίζει τη διαχείριση και αυτής της περίπτωσης και δυσκολεύει την αναχαίτιση της πανδημίας.

 

Βασίλης Χειρδάρης, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω: «Η προστασία της υγείας δεν επιτρέπει διακρίσεις ούτε τιμωρητικότητα»

 


Είναι γεγονός ότι έχει δημιουργηθεί μια τεράστια συζήτηση γύρω από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού για τον κορονοϊό, τις τυχόν κυρώσεις κατά αυτών που δεν εμβολιάζονται και το θέμα των τεστ. Θα προσπαθήσω με λίγα λόγια να συνοψίσω τα ζητήματα και τις τυχόν λύσεις τους.

1: Ως προς τον εμβολιασμό και την υποχρεωτικότητά του:

Αναμφίβολα ο εμβολιασμός είναι μία ιατρική πράξη και ως τέτοια, σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση του Οβιέδο απαιτείται ενημέρωση και συναίνεση. Η συναίνεση αποκλείει την υποχρεωτικότητα μέσω φυσικού εξαναγκασμού. Αυτού του είδους ο εξαναγκασμός αποκλείεται από το ελληνικό σύνταγμα, την ΕΣΔΑ και τις διεθνείς συμβάσεις ατομικών δικαιωμάτων.

Ομως ο έμμεσος εξαναγκασμός για εμβολιασμό μέσω κυρώσεων και κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις, όπως η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας (που σημαίνει ότι οι κυρώσεις που θα επιβληθούν να μην είναι ακραίες, όπως μεγάλα πρόστιμα, απολύσεις κ.λπ. και έχουν τον χαρακτήρα της προσωρινότητας), της αρχής της ισότητας, της μη γενίκευσης (δηλ. υποχρεωτικά μόνο για ορισμένες κατηγορίες επαγγελμάτων, όπως γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό κ.ά., σε συγκεκριμένους τόπους και σε ορισμένο χρόνο), δεν είναι ούτε αντισυνταγματικός ούτε παραβιάζει τις διεθνείς συμβάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων.

 

2: Ως προς τη δωρεάν ή μη διανομή τεστ από το κράτος:

Εδώ υφίσταται ένα πρόβλημα. Τα τεστ συμβάλλουν στη διάγνωση της νόσου και την αποτροπή της διάδοσής της. Η προστασία της υγείας αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του κράτους (άρθρα 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 συντάγματος). Από τη στιγμή που δίδεται σε ένα μέρος πολιτών δωρεάν το τεστ για λόγους δημόσιας υγείας το κράτος οφείλει να το διανέμει παντού κατά τον ίδιο τρόπο (δωρεάν) και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται η μη δωρεάν χορήγηση για να ασκείται πολιτική ή ως κύρωση για τους ανεμβολίαστους. Η προστασία της υγείας δεν επιτρέπει διακρίσεις ούτε τιμωρητικότητα των μη συμφωνούντων. Αυτή η επιλογή παραβιάζει το σύνταγμα (αρχή της ισότητας, δικαίωμα σε προστασία της υγείας) και θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα.