Αν-ασχημα-τισμός

Ο Μητσοτάκης δεν το πήρε, το έστειλε το µήνυµα. Με τον ανασχηµατισµό επέλεξε να δείξει ότι απέναντι σε όποιο κοινωνικό αίτηµα, ακόµη κι αν πρόκειται για το έγκληµα των Τεµπών, θα στέκεται µε αλαζονεία και προκλητικότητα, µε µοναδικές υπαναχωρήσεις σε αυτά που επιβάλλονται από συναλλαγές και εκβιασµούς.

Η κυβέρνηση δεν ανασχηµατίστηκε για να λύσει προβλήµατα, αλλά για να επιβεβαιώσει τον κανόνα: όσο ο πρωθυπουργός χάνει έδαφος τόσο επιµένει να επενδύει στα στοιχεία που δηµιουργούν το πρόβληµα. Στόχος είναι να αναγκαστεί να χωνέψει η κοινή γνώµη ότι έτσι είναι γιατί έτσι θέλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Η συγκεκριµένη πρακτική στο παρελθόν υποβοηθήθηκε από την προβληµατική και άνευρη αντιπολίτευση που υπήρχε απέναντί του, ενώ σήµερα έχει σχεδόν σύµµαχο τα κατακερµατισµένα κόµµατα που ζητούν κοµµατική σωτηρία.

Με τον τρόπο αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να επιβάλει την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει καµιά εναλλακτική. ∆εν υπάρχει πιο επιβλητικός τρόπος για να το κάνει από το να προκαλέσει την κοινή γνώµη και να της τρίψει κατάµουτρα τα πολιτικά του βίτσια.

Ο ανασχηµατισµός ανακύκλωσε στην κυβέρνηση όλους τους υπουργούς που προκάλεσαν την κοινή γνώµη µε δηλώσεις για τα Τέµπη, τους «πρεντατοριανούς» που συνδέθηκαν µε τον Μητσοτάκη µε τις µύχιες διαδροµές των παρακολουθήσεων και όλους όσοι αποτελούν την ανοιχτή σύνδεση µε επιχειρηµατικά συµφέροντα. Σε αντίθεση µε τους ανασχηµατισµούς επί εποχής ΣΥΡΙΖΑ, όταν υπήρχε το άγχος των συµψηφισµών διά αντιφατικών µηνυµάτων και φανταστικών συµβολισµών, ο Μητσοτάκης είναι ξεκάθαρος. Είναι αυτός που είναι, κάνει αυτό που θέλει και επιλέγει τα πρόσωπα για να το δείξει.

∆εν φιλοδοξεί να πείσει κανέναν πως είναι ο Μεγάλος Τιµονιέρης των πολιτικών χειρισµών. Αντιθέτως, επιδεικνύει ότι στη βάρκα του 20 και κάτι τοις εκατό όσοι παράγοντες επιβαίνουν θα έχουν την ίδια µοίρα. Σηµασία ωστόσο έχουν οι εσωτερικοί συµβολισµοί του ανασχηµατισµού.

Απέναντι στο πάνδηµο αίτηµα για δικαιοσύνη ο Μητσοτάκης πρόταξε ως υπουργό ∆ικαιοσύνης τον Γιώργο Φλωρίδη. Τον υπουργό που µίλησε προκλητικά έπειτα από όσα αποκαλύφθηκαν για τα Τέµπη και που υπό την πολιτική του εξουσία εξελίσσεται όλο το σχέδιο της δικαστικής συγκάλυψης.

Ο υπέρτατος συµβολισµός υπήρξε διά της τοποθέτησης του Κωστή Χατζηδάκη σε θέση (θεωρητικά κυρίαρχου) στο Μέγαρο Μαξίµου και στην κυβέρνηση. Ο διά εξευτελιστικού τρόπου παρακολουθούµενος υπουργός (και µέσω Predator και µέσω ΕΥΠ) παίρνει τον ρόλο διαδόχου του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι πληροφορίες που θέλουν τον Χατζηδάκη αµέσως µετά την αποκάλυψη της παρακολούθησής του από τις λίστες που δηµοσίευσε το Documento (ως θρυλικού «5046C») να συναντιέται µε τον Μητσοτάκη και να εξασφαλίζει το δαχτυλίδι της διαδοχής µάλλον επιβεβαιώνονται και µε τον ανασχηµατισµό. Ο πρωθυπουργός κατασκευάζει το ηγετικό προφίλ του Χατζηδάκη για να µπορέσει να διαφύγει στο µέλλον µε ασφάλεια και να µην εξαρτάται από τους δελφινισµούς του Νίκου ∆ένδια.

Ακόµη έντεκα υπουργοί της κυβέρνησης συνδέονται µε τον αρχηγό τους µέσω της ανίερης αλλά ισχυρής σχέσης των παρακολουθήσεων. Ο Μάκης Βορίδης, ένας από αυτούς, εγκαταλείπει το Μέγαρο Μαξίµου για να αναλάβει το υπουργείο Μετανάστευσης, πιθανόν για να πιστοποιήσει ότι και η ελληνική κυβέρνηση διακατέχεται από τραµπισµό και αντιµεταναστευτική διάθεση. Ο παρακολουθούµενος Βασίλης Κικίλιας υποβαθµίζεται στο υπουργείο Ναυτιλίας, εκφράζοντας κι αυτός ίσως έναν συµβολισµό, καθότι στενός φίλος του Τζέφρι Πάιατ, πρώην πρέσβη και ισχυρού προσώπου του κύκλου του Μπάιντεν. Ο καλωδιωµένος Αδωνης Γεωργιάδης παραµένει στο υπουργείο του (Υγείας). Ο Μητσοτάκης θα επιθυµούσε την υποβάθµισή του ως ένδειξη εσωκοµµατικής ισχύος, αλλά η σύγκρουση µε τον Αδωνη θα έφερνε πολλές προβληµατικές καταστάσεις. Την ανάγκη φιλοτιµία έκανε και µε τον Κυριάκο Πιερρακάκη, τον οποίο προόριζε για την αυτοκτονική θέση του υπουργείου Μεταφορών. Ο τεχνοκράτης υπουργός έκανε τη συµβολική δήλωση µετά τις διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου για το έγκληµα στα Τέµπη ότι δεν πρέπει η κυβέρνηση να σηκώνει το δάχτυλο στην κοινωνία, κάνοντας µάλλον σαφές ότι έχει κατέβει από το τρένο της µητσοτακικής αλαζονείας που οδηγεί στη σύγκρουση.

Ο άνθρωπος-σύµβολο για πολλές νεοδηµοκρατικές κυβερνήσεις και εξ απορρήτων της πρωθυπουργικής συζύγου (σε εταιρικά και άλλα θέµατα), αφού «έκατσε λίγο πίσω» µετά την αποποµπή του από την κυβέρνηση, µπήκε στην κατάλληλη θέση. Ο Σταύρος Παπασταύρου, πολιτικός των offshore και των Panama Papers, ανέλαβε διαµεσολαβητής και διαχειριστής των ποικίλων σχέσεων της κυβέρνησης µε τους επιχειρηµατίες της ενέργειας και τα καρτέλ.

Ακόµη κι αν η νέα κυβέρνηση ήταν ένα θαύµα, θα κρατούσε τρεις µέρες. Τώρα ως έκτρωµα θα απασχολήσει τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ µόλις µερικές ώρες, µε ανούσιες λεπτοµέρειες περί δυσαρεστηµένων και ευνοηµένων.

Ο Μητσοτάκης δεν µπορεί να καλύψει καµία από τις ευθύνες του ούτε να αλλάξει την ατζέντα µέσω της ανακύκλωσης φθαρµένων πολιτικών υλικών. Οδηγείται προς την πολιτική του µοίρα µε τρόπο γνωστό ιστορικά.

Το πρόβληµα παραµένει γιατί η αντιπολίτευση δεν αναλαµβάνει τις δικές της ευθύνες. Από την πρώτη µέρα που ο Μητσοτάκης ανέλαβε πρόεδρος της Ν∆ και αρχηγός της τότε αξιωµατικής αντιπολίτευσης έθεσε θέµα εκλογών, παρότι είχε απέναντι ισχυρή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Σήµερα απέναντι στον ανίσχυρο Μητσοτάκη κανένα κόµµα δεν βάζει θέµα εκλογών, έστω για να διαµορφώσει τις πολιτικές ζυµώσεις. Με τον τρόπο αυτό η αντιπολίτευση αποδέχεται στην πράξη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση απέναντι στον Μητσοτάκη. Η πολιτική αυτή αντίληψη συµπυκνώνει ηττοπάθεια και µικροκοµµατισµό. Τα κόµµατα αποφεύγουν να θέσουν αυτό που υπάρχει ως κοινωνικό αίτηµα και πολιτικό δεδοµένο, µόνο και µόνο γιατί θεωρούν ότι δεν µπορούν να εισπράξουν όφελος.

Τις τελευταίες µέρες συµβαίνει κάτι ακόµη χειρότερο. Πολιτικοί από αντιπολιτευτικά κόµµατα και µέσα ενηµέρωσης αποδίδουν στο κίνηµα των Τεµπών κοµµατικά χαρακτηριστικά. Στη συνέχεια δηλώνουν ότι αυτά τα χαρακτηριστικά που οι ίδιοι απέδωσαν δεν µπορούν να έχουν συνέχεια γιατί λείπει η αναγκαία έκφραση. Στη Μαρία Καρυστιανού χρεώνουν πρόθεση να γίνει πλέον όχι ευρωβουλευτής ή βουλευτής αλλά αρχηγός κόµµατος. Και όλα αυτά την ώρα που η ίδια δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να εµπλακεί στη διαχείριση των µηχανισµών που ευθύνονται για τον θάνατο των παιδιών στα Τέµπη.

Τα σχόλια αυτά υποβοηθούν το αφήγηµα του Μητσοτάκη, ο οποίος, προκειµένου να αποδοµήσει το ανοιχτό κίνηµα που θεωρεί επικίνδυνο, του αποδίδει κρυφή εξάρτηση και σκοπιµότητες. Το κίνηµα των Τεµπών αυτήν τη στιγµή, ιδίως επειδή τοποθετεί το έγκληµα µέσα σε ένα πολιτικό πλαίσιο και δεν αποτελεί εκδήλωση γενικού συναισθηµατισµού και θρήνου, είναι αποτελεσµατικό και αποτελεί την πιο ώριµη έκφραση πολιτικής.

Αυτός είναι ο λόγος που ο συντηρητισµός του πολιτικού συστήµατος προσπαθεί να το κρίνει µε όρους κόµµατος, ώστε να δικαιολογήσει τη δική του (µη) λειτουργία. Αντί να κρίνουν τον Μητσοτάκη και την πολιτική του, αναλύουν από καθέδρας τι είναι σωστό να συµβαίνει. Εκείνοι που δεν κατάφεραν ούτε να το βρουν ούτε και να το υλοποιήσουν.

ΥΓ.: Η πρόσφατη δηµοσκόπηση της Real Polls δείχνει πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήµατος. Υπάρχει δε µια λεπτοµέρεια: αν το ΠΑΣΟΚ αλλάξει αρχηγό, διπλασιάζει τα ποσοστά του. Τα συµπεράσµατα δικά σας.