Βιοπαλαιστής για χρόνια στην Αθήνα, ζει πλέον στους Αγίους Σαράντα, γράφει τα βιβλία του και μεταφράζει στα αλβανικά Ελληνες ποιητές
Πριν από περίπου δεκαπέντε χρόνια είχα μια απρόβλεπτη συνάντηση σε καφέ της πλατείας Βαρνάβα στο Παγκράτι. Ετοίμαζα το ντοκιμαντέρ για την Κατερίνα Γώγου και μιλούσα στο τηλέφωνο μ’ ένα συνεργάτη μου. Προσπαθούσαμε να θυμηθούμε σε ποια ποιητική συλλογή της ανήκε ένα συγκεκριμένο ποίημα. «Από τα “Τρία κλικ αριστερά” είναι, μην το ψάχνεις» άκουσα να μου λέει μια φωνή σε σπαστά ελληνικά και όταν γύρισα είδα έναν μικρόσωμο μεσήλικα άντρα που κρατούσε μια στέκα με λαχεία μεγαλύτερη από το μπόι του. Προθυμοποιήθηκα να κεράσω έναν καφέ, καθώς δεν τυγχάνει κάθε μέρα να συναντάς πλανόδιο λαχειοπώλη γνώστη της ελληνικής ποίησης. Πόσο μάλλον όταν δεν είχα να κάνω με Ελληνα, αλλά μ’ έναν Αλβανό μετανάστη που ήρθε στη χώρα μας στις αρχές του 1990, «όταν άνοιξαν τα σύνορα» όπως μου είπε και ο ίδιος. Ηταν ο Αλούς Αβντούλι, που σήμερα είναι 70 ετών και ζει πλέον στους Αγίους Σαράντα, σ’ ένα σπίτι γεμάτο βιβλιοθήκες, σε περίοπτη θέση των οποίων υπάρχει το σύνολο της αρχαίας ελληνικής γραμματείας καθώς και σύγχρονοι Ελληνες ποιητές, μεταφρασμένοι στα αλβανικά με δικό του πνευματικό μόχθο. Ο κ. Αλούς ακόμη διοργανώνει ποιητικά συμπόσια στη γειτονική χώρα με συχνούς προσκεκλημένους του τον Τίτο Πατρίκιο και άλλους Ελληνες ποιητές. Η ιστορία του παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και με προθυμία δέχτηκε να τη μοιραστεί μαζί μου.
Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με την ελληνική ποίηση;
Στην πρώτη τάξη του λυκείου, έφηβος δηλαδή. Επεσαν στα χέρια μου ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Ρίτσος και ο Σεφέρης. Είχαν μεταφραστεί στα αλβανικά από ένα Βορειοηπειρώτη και έτσι τους ανακάλυψα. Κυκλοφορούσαν γενικώς πολλοί Ελληνες ποιητές μεταφρασμένοι στα αλβανικά, χωρίς να είναι πολλοί οι μεταφραστές. Λίγο μετά ήρθαν ο Καζαντζάκης και ο Καβάφης, που είναι και οι πιο αγαπημένοι μου λογοτέχνες.
Μελετούσατε και τους Αλβανούς ποιητές μαζί με τους Ελληνες;
Τους μελετούσα κι αυτούς, καθώς είχα αγάπη μεγάλη στην ποίηση. Με θυμάμαι να διαβάζω συνέχεια από τα δέκα μου μέχρι που τελείωσα το λύκειο, αλλά πανεπιστήμιο δεν πήγα. Υπήρχαν προβλήματα με τα κοινωνικά φρονήματα των δικών μου, του πατέρα μου και του παππού μου, που είχαν αντιδικτατορική δράση. Δεν είχα βιογραφικό, όπως καταλαβαίνετε. Ωστόσο έγραψα αρκετά δοκίμια για Αλβανούς ποιητές, όπως για τον Μόικομ Ζίκο, που είχε διατελέσει και υπουργός Πολιτισμού της Αλβανίας. Εχω γράψει τον πρόλογο για βιβλία συγγραφέων επίσης, αλλά έχω εκδώσει και έξι δικά μου δοκιμιακού χαρακτήρα.
Αυτό ακριβώς θα σας ρωτούσα. Αν προχωρούσατε κανονικά σε εκδόσεις ή μένατε στη συνθήκη του «αυτοδιαχειριζόμενου» συγγραφέα, μελετητή κ.λπ.
Δημοσίευα άρθρα σε εφημερίδες, άρα είχα πρόσβαση σε εκδοτικούς οίκους και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Μπορούσα να παραδίδω οχτώ σελίδες πρόλογο, λόγου χάριν, σ’ ένα πυκνοτυπωμένο βιβλίο 400 σελίδων.
Αναρωτιέμαι τι βρήκατε στην ελληνική ποίηση και έγινε σκοπός ζωής η μελέτη της.
Για μένα η ποίηση δεν έχει σύνορα.
Ο Σωκράτης ως σοφός αλλά και ποιητές σαν τον Γιώργο Σεφέρη και τον Μίλτο Σαχτούρη δεν είναι μόνο Ελληνες. Είτε Γερμανός είναι ένας είτε Ινδιάνος, τον διαβάζουν όλοι κι έχει ξεπεράσει τα σύνορά του. Η ποίηση είναι τσιγγάνα τέχνη∙ όλος ο κόσμος τής ανήκει!
Πείτε μου Ελληνες ποιητές που είχατε την ευκαιρία να γνωρίσετε.
Πολλούς… Τον Τίτο Πατρίκιο που τον συναντούσα κάθε εβδομάδα όταν πούλαγα λαχεία. Την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ και την Κική Δημουλά, αλλά και άλλους όχι τόσο γνωστούς. Πάντως δηλώνω οπαδός του Σωκράτη, που έλεγε πάνω κάτω: «Ρε παιδιά, δεν υπάρχουν Ελλάδα ή Αφρική. Υπάρχουν μόνο κάτι γωνιές του πλανήτη που βάζουν ετικέτες για επικοινωνία, ενώ ο πλανήτης ανήκει στον άνθρωπο». Ελεγε με τον τρόπο του πως ολόκληρη η ανθρωπότητα χωράει μέσα σε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά.
Ποια ανάγκη σάς ώθησε να έρθετε στην Ελλάδα και να πουλάτε λαχεία;
Θα σας παραπέμψω στο βιβλίο του σύγχρονου Ιταλού διανοητή Κάρλο Τσιπόλα «Βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας». Αυτός έγραψε το εξής: «Αν σε εκατό βοσκούς, εκατό οικοδόμους ή εκατό χαμάληδες υπάρχουν πενήντα ηλίθιοι, τόσοι θα υπάρχουν στις ακαδημίες και στα κοινοβούλια». Είναι η ζωή που σε βάζει σ’ ένα ρόλο κι έτσι μπορώ ν’ απαντήσω στην ερώτησή σας. Επί Χότζα με έβαζαν να δουλεύω ως βοσκός ή εργάτης. Εκεί κατάλαβα πως ο ηλίθιος έχει τελικά τη μεγαλύτερη αξία. Τη στιγμή που εγώ μπορεί να ’μαι ηλίθιος κι εσείς έξυπνος, η ψήφος μας έχει την ίδια αξία. Ως ηλίθιοι θα εκλέγουμε τους πολιτικούς μας μέσα στο κοπάδι όλοι μαζί. Κι αν πάμε πιο πίσω, με το προπατορικό έγκλημα του Κάιν, βλέπουμε πως δίχως το έγκλημα δεν θα υπήρχε κράτος. Αυτό πραγματεύομαι στο τελευταίο μου βιβλίο με τίτλο «Arkivoli Shtatzene», που θα πει στα ελληνικά «Εγκυο φέρετρο». Το εξώφυλλο σχεδίασε ο Ελληνας εικαστικός Κώστας Ευαγγελάτος. Μια μέρα εδώ που καθόμουν έβρισα δυο αστυνομικούς επειδή έβριζαν τους παράνομους. «Είστε ανόητοι» τους είπα, «αφού αν εκλείψουν οι παράνομοι, εσείς θα πεινάσετε».
Μιλήστε μου λίγο για το οικογενειακό σας παρελθόν.
Ο παππούς μου είχε φυλακιστεί και ένας θείος του πατέρα μου πέρασε από το εκτελεστικό απόσπασμα. Είχαμε πέντε έξι άλλους στο σόι που μπήκαν φυλακή επειδή δεν γούσταραν τη δικτατορία. Γι’ αυτό τον λόγο δεν επιτρεπόταν να μπω στο πανεπιστήμιο και οι συνέπειες εκτείνονταν και στην προσωπική ζωή μου. Δεν μου έδιναν γυναίκα, να σας είμαι ειλικρινής… «Εχω παντρευτεί το μίσος μου» έγραψα στο τελευταίο βιβλίο μου, μεταφορικά εννοείται. Πρέπει να σας πω ότι ο δικτάτοράς μας μισούσε τους Ελληνες κι εγώ είχα ερωτευτεί Ελληνίδα, Βορειοηπειρώτισσα. Ηταν εδώ και την παντρεύτηκα. Η πεθερά μου δεν ήξερε ακόμη αλβανικά και ζούσε στο Αιγάλεω. Οταν «έκλεψα» την κόρη της και τα βρήκαμε και μ’ αυτήν, με ρώτησε πώς με λένε. Της είπα «Alush» και μου ζήτησε να το κάνω «Θανάσης» ή «Βαγγέλης». Το δέχτηκα, μόνο που της τόνισα πως όταν αλλάζω όνομα αλλάζω και γυναίκα. «Οχι, όχι, γυναίκα μην αλλάξεις» μου φώναξε! Είμαστε ακόμη μαζί με τη γυναίκα μου, Στασινή λέγεται, και έχουμε τρία παιδιά.
Επιμένω στην ιδιότητα του λαχειοπώλη, στην Ελλάδα τουλάχιστον. Εγώ έτσι σας γνώρισα.
Ε ναι… Πρέπει να σας πω ότι βιβλίο πρωτόβγαλα μετά το 1990-91 που κατέρρευσε το καθεστώς στην Αλβανία. Ισαμε τότε δημοσίευα κάνα ρεπορτάζ σε εφημερίδες, δεν είχα μεγάλη συγγραφική δράση. Στην Ελλάδα ήρθα το ’91, όταν άνοιξαν τα σύνορα. Τότε ανακάλυψα την Ελλάδα, παρόλο που ζούσα είκοσι λεπτά με τα πόδια απ’ τα σύνορά της. Δεν μας άφηναν καν να ανέβουμε στην κορυφή ενός μικρού βουνού για να δούμε τι υπήρχε από πίσω. Μόνο μετά το 1990-91 μπορέσαμε να περάσουμε τα σύνορα σαν ελεύθεροι πια πολίτες του κόσμου.
Σκεφτήκατε ποτέ να ασχοληθείτε εδώ με το αντικείμενό σας και όχι με τα λαχεία;
Δεν ήταν καθόλου εύκολο, πιστέψτε με. Ενώ στην Αλβανία το ’91 έβγαλα το πρώτο βιβλίο μου και το ’93 το δεύτερο, στην Αθήνα ήμουν γυρολόγος με λαχεία για να τα φέρω βόλτα. Οι Ελληνες, δεν μπορώ να πω, μου έδειχναν σεβασμό σαν καταλάβαιναν τι έχω κάνει με την ελληνική γλώσσα. Γενικώς όταν άρχισα να γνωρίζομαι καλύτερα με τους Ελληνες αναπτύχθηκε μια σχέση βασισμένη στην αγάπη για την ποίηση και τον πολιτισμό. Εχουμε κι ένα σύλλογο στους Αγίους Σαράντα που ως μέλος του έχω φέρει πολλούς Ελληνες ποιητές. Αναφέρω ενδεικτικά τη Μαρία Ξανθοπούλου-Κανελλιάδου από τα Γιαννιτσά που είναι συγγραφέας παιδικών βιβλίων και ποίησης. Ενα βιβλίο της με τίτλο «Φοβάμαι να πετάξω, μαμά» μεταφράστηκε στα αλβανικά, απευθυνόμενο σε μικρά παιδιά.
Εξακολουθείτε να βγάζετε βιβλία, έτσι;
Ναι, έχω και δύο έτοιμα. Το ένα έχει ποιήματά μου και τ’ άλλο μεταφράσεις μου του Οσκαρ Ουάιλντ. Για μένα ο Οσκαρ Ουάιλντ μιλάει για κάτι που θεωρώ τρομερά σημαντικό: ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο προπύργιο του απατεώνα. Ο ρατσισμός είναι ο πολιτισμός του ηλίθιου, κατά τη γνώμη μου. Ούτε στα φύλα πιστεύω στην ηλικία που έφτασα. Μια γυναίκα μπορεί να ’ναι άντρας, όχι με την απόλυτη έννοια. Και το αντίστροφο. Ολα τα κινήματα των γκέι, των λεσβιών και των τρανσέξουαλ έπαιξαν ρόλο στην αφύπνιση του ανθρώπου, εφόσον αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια της ανθρώπινης φύσης.
Ερχεστε στην Αθήνα με την ίδια συχνότητα;
Ερχομαι. Ημουν και πριν από ένα μήνα για εξετάσεις, καθώς αντιμετωπίζω πρόβλημα με τον θυρεοειδή μου. Βέβαια, έχοντας βγει στη σύνταξη εδώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια, δεν κάνω πια τον λαχειοπώλη στην Ελλάδα. Κάθομαι στο σπίτι και διαβάζω, τι άλλο να κάνω; Εκλεισα τα 69 και μπήκα στα 70. Οι αριθμοί μεγαλώνουν τον φόβο μας μπροστά στον θάνατο και στην ανυπαρξία. Σκεφτείτε αν ο πατέρας μου με είχε γράψει στα χαρτιά δέκα χρόνια μεγαλύτερο, θα έλεγα ότι είμαι τώρα 80 ετών, άρα ο φόβος του τέλους θα μεγάλωνε. Το ίδιο αν με είχε γράψει και δέκα χρόνια μικρότερο. Θα ήμουν ακόμη πιο μακριά απ’ αυτό που όλοι φοβόμαστε στη διάρκεια της ζωής μας. Εγώ, να ξέρετε, όταν γνώρισα τους ανθρώπους αγάπησα πολύ τα ζώα. Μακάρι να ήμουν γάιδαρος, διότι σαν γάιδαρος θα ήξερα όλες τις γλώσσες του κόσμου. Θα επικοινωνούσα με τους γαϊδάρους του κόσμου όλου και θα περνούσα ελεύθερα παντού δίχως σύνορα και διαβατήρια. Ο κόσμος είναι ένα τεράστιο μυστήριο και γι’ αυτό είμαι με την Κική Δημουλά όταν έγραφε ότι αφήνει τον κόσμο στην ησυχία του, αφού ποτέ δεν έλυσε το αίνιγμα.
Κ. Αβντούλι, σας ευχαριστώ γι’ αυτήν τη συνομιλία. Θέλετε να βάλετε εσείς τον επίλογο;
Τα ερωτήματα που θα βασανίζουν αιωνίως τον άνθρωπο είναι το ποιοι είμαστε και από πού ερχόμαστε. Κανένας δεν ξέρει την αλήθεια. Ενας άλλος δικός σας, ο Επίκτητος, λέει: «Αυτό που ζούμε τώρα εμείς το ονομάζουμε ζωή και κάποιοι άλλοι θάνατο. Μπορεί να ζούμε τον θάνατό μας που τον ονομάσαμε ζωή». Κάθε αλήθεια είναι, λοιπόν, θέμα προς ανακάλυψη. Τέλος, να πω ότι μεγαλύτερο ποιητή παγκοσμίως θεωρώ τον Καβάφη. Ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Σαχτούρης και ο Καρούζος τον ακολούθησαν, ο Καβάφης όμως ήταν πρωτογενής, άνοιξε δρόμους και γι’ αυτό λατρεύεται παγκοσμίως.