Υπάρχει μια εσκεμμένη κατά τη γνώμη μου προσπάθεια μετατόπισης της δημόσιας σφαίρας στα ελάσσονα.
Κι αυτό θα έπρεπε να είναι πεδίο έντονου προβληματισμού, για την ίδια την ποιότητα της Δημοκρατίας, εντός της χώρας, εντός των δημοσιογραφικών Ενώσεων και κάθε υγιώς σκεπτόμενου πολίτη.
Αν η δημοσιογραφία δεν σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, αν δεν υπομνήσει τα μείζονα, αν δεν ασκήσει κριτική στην εκάστοτε εξουσία με βάση τις πραγματικές ανάγκες της χώρας (απέναντι σε κάθε πρόβλημα), αν δεν πιθανολογήσει τους επερχόμενους κινδύνους τότε ο δημόσιος διάλογος (που οδηγεί σε λύσεις) θα περιοριστεί στα ήσσονος σημασίας, θα διαπαιδαγωγήσει πολίτες και δημοσιογράφους σε ένα ρηχό τρόπο σκέψης και αντίληψης της επικαιρότητας, θα βγάλει μπροστά το προσωπικό έναντι του συλλογικού και σε βάθος χρόνου στη ζυγαριά της κοινωνίας θα έχει μεγαλύτερη βαρύτητα η πρωτοβουλία ενός καλλιτέχνη να τραγουδήσει στους άδειους αθηναϊκούς δρόμους (ας βγουν όλοι αριστεροί και δεξιοί το τραγούδι ποτέ δεν έβλαψε κανέναν) από την απουσία για παράδειγμα ενός σοβαρού σχεδίου ολικής ανασυγκρότησης της χώρας μετά τη χρεοκοπία, τα μνημόνια, τα εκατοντάδες προαπαιτούμενα και τον Covid-19.
Πίσω από αυτήν την «πανδημία του ελάσσονος» κρύβεται η εκάστοτε και η σημερινή εξουσία.
Αν εμείς για παράδειγμα «ξιφομαχούμε» για τα λεκτικά «διαμάντια» του Αδώνιδος ή για τις κοσμικές εμφανίσεις του Ρουβά και τις πολιτικές προτιμήσεις του Νιόνου και της Αρβερέλ, οι ακκιζόμενοι ένοικοι του Μαξίμου θα μεταφέρουν ανενόχλητοι φρέσκο κρατικό χρήμα στις πλατφόρμες της διαπλοκής.
Αν εμείς «μαλώνουμε» για την αρθρογραφία του Καμπουράκη, η κυρία Κεραμέως θα ενισχύσει ανενόχλητη το εξεταστικοκεντρικό εκπαιδευτικό μας σύστημα (ο Θεός να το κάνει) επ’ ωφελεία των φροντιστηριαρχών.
Κοντολογίς, στο μέτρο που ο Χάμπερμας θεωρεί ότι η λογική του συστήματος τείνει να υπερισχύει αυτής του «ζώντος κόσμου» έτσι κι εμείς τείνουμε να πιστέψουμε ότι οι εκπομπάρχες γνωρίζουν καλύτερα από εμάς το μέγεθος του πορτοφολιού μας!