Πανδηµία, ακρίβεια, ανασφάλεια, φτώχεια, εγκληµατικότητα, περιβαλλοντική καταστροφή. Πολλαπλές κρίσεις, τις οποίες η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτυγχάνει να διαχειριστεί. Συνήθως επιλέγει και να τις επιταχύνει, λαµβάνοντας πολιτικές αποφάσεις που δεν απαντούν στις κοινωνικές ανάγκες. Πολιτικές επιλογές που συνοδεύονται από αυταρχισµό, αλαζονεία, προπαγάνδα.
Η πανδηµία κατέδειξε εκκωφαντικά την ανάγκη ενίσχυσης του ΕΣΥ, του κοινωνικού κράτους, των δηµόσιων δοµών, σχολείων και νοσοκοµείων. Η κυβέρνηση, βέβαια, το µόνο δηµόσιο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι το δηµόσιο ταµείο. ∆ηµόσιο χρήµα το οποίο σπαταλά µε απευθείας αναθέσεις για ίδιον όφελος. Είτε για να φιλοτεχνήσει το επικοινωνιακό της προφίλ είτε για να στηρίξει και να ενισχύσει τη σχέση διαπλοκής µε λίγους φίλους κι εκλεκτούς.
Πιστή στο σκληρά νεοφιλελεύθερο δόγµα που υπηρετεί, επιταχύνει το σχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ, απαξιώνει το δηµόσιο σχολείο και πανεπιστήµιο χάριν της ιδιωτικής εκπαίδευσης, απορρυθµίζει την αγορά εργασίας, περιορίζει τον δηµόσιο χώρο και την περιβαλλοντική προστασία, αδιαφορεί πλήρως για το ράλι ακρίβειας που πλήττει τα ελληνικά νοικοκυριά. Προωθεί το κέρδος των λίγων σε βάρος των πολλών.
Η αποτυχία διαχείρισης των κρίσεων δεν βασίζεται σε ανικανότητα, αλλά είναι απότοκη των πολιτικών τους επιλογών. Προτάσεις για την αντιµετώπιση των επιπτώσεων τόσο της υγειονοµικής κρίσης µε τους εκατοντάδες ασθενείς εκτός ΜΕΘ και τους χιλιάδες νεκρούς όσο και της ακρίβειας, µε τις µεγάλες αυξήσεις στην ενέργεια, στις µεταφορές, στα προϊόντα, για τον συνωστισµό στα σχολεία και στους µαζικούς χώρους, για τη στήριξη των ευπαθών οµάδων και της οικονοµίας, αλλά και για την προστασία της κοινωνίας και της εργασίας υπάρχουν. Πολιτική βούληση από την κυ-βέρνηση να εφαρµοστούν δεν υπάρχει.
Ολα αυτά τα ζητήµατα βρίσκονται πολύ ψηλά στην ατζέντα ενδιαφέροντος και ανησυχίας των πολιτών. Ωστόσο τα προβλήµατα δεν βρίσκουν χώρο στην ατζέντα των συστηµικών ΜΜΕ. Οι ειδήσεις αυτές δεν βρίσκουν χώρο στα κανά-λια, στις εφηµερίδες και τις ιστοσελίδες, οι οποίες ανταµείφθηκαν από τη λίστα Πέτσα για τις υπηρεσίες επικοινωνιακής προστασίας που παρείχαν στον πρωθυπουργό και στην κυβέρνηση. Αντί να δοθούν χρήµατα για την ουσιαστική ενίσχυ-ση της κοινωνίας, δόθηκαν εκατοµµύρια ευρώ για µια δαπανηρή απόπειρα χειραγώγησης της κοινής γνώµης, σε καθε-στώς πλήρους αδιαφάνειας. Για την εξαγορά ενός πέπλου σιωπής ή για την απροκάλυπτη επίθεση σε οποιαδήποτε φωνή κριτικής ή αντίθετης άποψης.
Ενδεικτική και ιδιαίτερα επικίνδυνη για δηµοκρατική χώρα ήταν και η αποκάλυψη του περιστατικού κατάφωρης «λογοκρισίας» στην εφηµερίδα Documento µε εντολή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Στο πλαίσιο της εξεταστικής επι-τροπής για τη λίστα Πέτσα –χωρίς τον Πέτσα– που προκάλεσαν τα κόµµατα της αντιπολίτευσης αποκαλύφθηκε ότι η συγκεκριµένη εφηµερίδα αποκλείστηκε από τη συµµετοχή στην καµπάνια «Μένουµε σπίτι», κρατικής δαπάνης, όχι γιατί αµφισβητεί την πανδηµία ή διακινεί θεωρίες συνωµοσίας, αλλά γιατί ασκεί έλεγχο και κριτική στην κυβέρνηση του «Μωυσή». Λογοκρισία περιεχοµένου στον Τύπο, που παραπέµπει σε σκοταδιστικές εποχές.
Η επιβολή προστίµων, ο αυταρχισµός, η εργαλειοποίηση των δηµοσκοπήσεων, η προπαγάνδα, ο περιορισµός των ελευθεριών, οι επιθέσεις σε βάρος πολιτών, η συνεχής καταπάτηση δικαιωµάτων, το ψέµα, η διάλυση του κοινωνικού κράτους και η φτωχοποίηση του ελληνικού λαού συµπληρώνουν το παζλ µιας επικίνδυνης κυβέρνησης, εχθρικής απέ-ναντι στην κοινωνία, αλλεργικής στην κριτική και στο κράτος δικαίου.
Πίσω από αυτές τις πρακτικές, όµως, κρύβεται ο φόβος. Ο φόβος ενός κλειστού κλαµπ εξουσιαζόντων που χρησιµοποιεί όλα τα αθέµιτα µέσα για την αναπαραγωγή του πλούτου και της εξουσίας του. Από φόβο κι ενοχή κρύβονται πίσω από µεθόδους συγκάλυψης, όπως κρύβεται και ο κ. Πέτσας από την εξεταστική επιτροπή.
Η Νατάσα Γκαρά είναι βουλευτής Εβρου, αναπληρώτρια τομεάρχης Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Ενημέρωσης & Επικοινωνίας ΣΥΡΙΖΑ