Αλήθεια και δικαιοσύνη για το έγκληµα στα Τέµπη

Αλήθεια και δικαιοσύνη για το έγκληµα στα Τέµπη

Ο άδικος χαµός 57 ανθρώπινων ψυχών και ο τραυµατισµός πολύ περισσότερων στην τραγωδία των Τεµπών είναι µια ανεξίτηλη και βαθιά πληγή στην ελληνική κοινωνία, όσο κι αν κυβερνητικά στελέχη προσπαθούν κυνικά να την υποβαθµίσουν.

Πώς φτάσαµε, όµως, στην τραγωδία αυτή; Τα δεδοµένα οδηγούν στο συµπέρασµα πως υπάρχουν σοβαρές πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Οι ίδιοι εργαζόµενοι µε καταγγελίες και εξώδικα προς το αρµόδιο υπουργείο Υποδοµών και Μεταφορών απαριθµούσαν τα προβλήµατα και τις ελλείψεις στα συστήµατα ασφαλείας, προειδοποιώντας για επερχόµενο µοιραίο συµβάν. Οπως προκύπτει, το σύστηµα τηλεδιοίκησης στη Λάρισα δεν λειτουργούσε από τον Ιούλιο του 2019. Παροµοίως, δεν λειτουργεί από το 2020 το δευτεροβάθµιο κέντρο ελέγχου στην Καρόλου που επόπτευε το σιδηροδροµικό δίκτυο. Εποµένως, η κυβέρνηση δεν µπορεί να ισχυριστεί πως δεν γνώριζε την υφιστάµενη κατάσταση στο σιδηροδροµικό δίκτυο. Εκανε κάτι για όλα αυτά; Προφανώς τίποτε, εκτός από το να κουνάει το δάκτυλο σε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ που «τόλµησαν» να φέρουν το θέµα της ασφάλειας του σιδηροδρόµου στο κοινοβούλιο µε σχετικές ερωτήσεις.

Υστερα είναι και ο «µοιραίος» σταθµάρχης, στον οποίο εξαρχής η κυβέρνηση προσπάθησε να µετακυλήσει την αποκλειστική ευθύνη πρόκλησης του δυστυχήµατος. Γιατί νοµιµοποιήθηκε εκ των υστέρων µε υπουργική απόφαση η τοποθέτησή του στη θέση αυτή όταν αρχικά το όριο ηλικίας ξεκάθαρα το απαγόρευε; Ποιος ενέκρινε την τοποθέτησή του εκεί και για ποιον λόγο;

Τα ερωτήµατα είναι πολλά, αµείλικτα και ζητούν σαφείς και πειστικές απαντήσεις. Αντί αυτών, η κυβέρνηση, κατά την προσφιλή τακτική της, επιχειρεί να θολώσει, να συγκαλύψει και να συσκοτίσει, όπως κάνει µε ένα ακόµη σκάνδαλο, αυτό των υποκλοπών.

∆εν υπάρχει καµία αµφιβολία πως χρειάζεται να εστιάσουµε στο τραγικό γεγονός και στα αίτια που το προκάλεσαν, καθώς αν η συζήτηση και η έρευνα εστιάσουν αποκλειστικά στην αναζήτηση διαχρονικών ευθυνών, τότε πολύ φοβόµαστε πως θα επικρατήσουν τα στρογγυλεύµατα και οι συµψηφισµοί, στη λογική «φταίνε όλοι, άρα κανείς». Αναρωτιόµαστε, η επιδιόρθωση βλαβών που σχετίζονται µε την ασφάλεια του δικτύου, η παράνοµη τοποθέτηση ενός σταθµάρχη και τα εξώδικα των εργαζοµένων συνιστούν διαχρονικές ευθύνες; Ή µήπως λογίζονται ως τέτοιες ο ανεπαρκής αριθµός εργαζοµένων στον ΟΣΕ σήµερα –µειωµένος πάνω από 350 άτοµα σε σχέση µε το 2019– και η µη λειτουργία του συστήµατος ασύρµατης σιδηροδροµικής επικοινωνίας GSMR, που είχε παραδοθεί προς χρήση το 2019;
Ολα αυτά πρέπει να διερευνηθούν. Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής δεν αρκεί για να λάµψει η αλήθεια – χρειάζεται να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιµα εργαλεία για να βγουν όλα στο φως. Μένει να δούµε αν η κυβέρνηση θα συµφωνήσει στη βάση αυτής της λογικής. Προφανώς δεν θα το κάνει, όµως, καθώς ο κ. Βορίδης έσπευσε να δηλώσει ότι η Ν∆ δεν θα συναινέσει σε αιτήµατα περαιτέρω εξέτασης. Αυτό και µόνο αποδεικνύει πολλά για το πώς αντιλαµβάνονται στην κυβέρνηση την απόδοση ευθυνών και την απονοµή δικαιοσύνης. Αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνες και θέλει να τις κρύψει.

Η τραγωδία στα Τέµπη ανέδειξε µε τον χειρότερο τρόπο την εγκατάλειψη του ελληνικού σιδηροδροµικού δικτύου από τη Ν∆. Αποτελεί χρέος όλων µας να διαλευκάνουµε τις συνθήκες και τα γεγονότα που οδήγησαν στο προαναγγελθέν έγκληµα. Να φωτιστούν τα πάντα, να καταλογιστούν οι ευθύνες και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Οτιδήποτε άλλο θα είναι ασέβεια προς τη µνήµη των αδικοχαµένων συνανθρώπων µας και τις οικογένειές τους.

Documento Newsletter