Ο βραβευμένος με Οσκαρ ελληνικής καταγωγής Αμερικανός σκηνοθέτης λίγο προτού έρθει στη βόρεια Εύβοια για το Evia Film Project μάς μιλάει για το σινεμά, τη νέα του ταινία, τους σταρ του Χόλιγουντ, το περιβάλλον και τη συντηρητικοποίηση της Αμερικής
Οταν μιλήσαμε μέσω email για να κανονίσουμε τη συνέντευξη με ξάφνιασε ότι μου έδωσε «ραντεβού» στις 7.15 το πρωί, ώρα Αμερικής, ημέρα Σάββατο. «Ναι, σηκώνομαι νωρίς» μου είπε, προλαβαίνοντας τη σκέψη μου. Στην Αμερική άλλωστε για να κάνεις καριέρα δεν φτάνει μόνο το ταλέντο, χρειάζεται και σκληρή δουλειά. Και ο Πέιν συνεχίζει τη σημαντική και αναγνωρισμένη διαδρομή του στην έβδομη τέχνη, κάτοχος ήδη δύο Οσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου, για το «Πλαγίως» και για τους «Απογόνους». Προφανώς «εκπαιδεύτηκε» στην εργατικότητα και την επιμονή από την οικογένειά του, με παππούδες μετανάστες στην Αμερική με καταγωγή από Αίγιο, Σύρο και Λιβαδειά. Σε αυτούς χρωστάει το ευφάνταστο επίθετο «Πέιν» αντί του «Πάππας», που θα ήταν η εύκολη λύση για να εξαμερικανιστεί το κλασικό και ελληνικότατο επίθετο της οικογένειας, που ήταν –τι άλλο;– «Παπαδόπουλος».
Σε λίγες ημέρες ο διάσημος Αμερικανός, ελληνικής καταγωγής, σκηνοθέτης, που έχει καταφέρει να κάνει στην καρδιά της αμερικανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας σινεμά με ψυχή και «μικρές» ιστορίες που μιλάνε όμως για τα «μεγάλα» και υπαρξιακά ανθρώπινα δράματα, θα βρίσκεται στη βόρεια Εύβοια, καλεσμένος του Evia Film Project (20 έως 24 Ιουνίου), το οποίο θα ανοίξει με την ταινία του «Downsizing» (2017), που βγήκε στις ελληνικές αίθουσες με τον τίτλο «Μικρόκοσμος». Καλύτερη επιλογή δεν θα μπορούσε να κάνει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που ξεκίνησε αυτή την πρωτοβουλία green cinema πέρυσι για να στηρίξει τη βόρεια Εύβοια που υποφέρει από σοβαρή περιβαλλοντική καταστροφή λόγω των πυρκαγιών του 2021. Γιατί το «Downsizing» είναι μια σουρεαλιστική σάτιρα για την κλιματική αλλαγή και τον υπερπληθυσμό του πλανήτη. Το σενάριο μάλιστα προτείνει και την απάντηση-λύση. Στην ταινία μια ομάδα Νορβηγών επιστημόνων βρίσκει τρόπο να συρρικνώνει τους ανθρώπους, οι οποίοι μετοικούν σε μικροσκοπικές πολιτείες για να βοηθήσουν στον υπερπληθυσμό με λύσεις βιωσιμότητας για τον πλανήτη. Σ’ αυτήν τη λύση καταφεύγει και ο ήρωας, τον οποίο υποδύεται ο Ματ Ντέιμον. Η ταινία, βέβαια, δεν μιλάει μόνο για τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον, αλλά και για τις ανθρώπινες σχέσεις, τις ουτοπίες και τις υπαρξιακές κρίσεις.
Δεν θα είναι όμως μόνο ο Αλεξάντερ Πέιν που θα φέρει λάμψη από το Χόλιγουντ στην Εύβοια. Θα έρθει και ο Φαίδων Παπαμιχαήλ, ο διάσημος διευθυντής φωτογραφίας (από τις τελευταίες του ταινίες το «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου») που έχει φωτίσει μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της Μέκκας του κινηματογράφου, με τον οποίο ο Πέιν έχει συνεργαστεί σε πολλές ταινίες: «Πλαγίως», «Απόγονοι», «Νεμπράσκα» αλλά και στο «Downsizing».
Ο «Μικρόκοσμος» είναι μια δυστοπική μεταφορά για το περιβάλλον αλλά και πολιτική ταινία. Υποτίθεται ότι το downsizing, το να γίνουν οι άνθρωποι μικροσκοπικοί, είναι μια λύση για τη βιωσιμότητα του πλανήτη, αλλά τελικά πάλι ο καπιταλισμός κυριαρχεί αφού, όπως βλέπουμε στην ταινία, το επιλέγουν με κίνητρο να αποκτήσουν όσα δεν μπορούσαν ως «κανονικοί» γιατί οι «πολυτέλειες» είναι φτηνότερες.
Ο μόνος τρόπος για να πειστούν οι άνθρωποι να κάνουν κάτι για να αλλάξουν τον πλανήτη είναι να συσχετιστεί η αλλαγή με το προσωπικό τους συμφέρον. Δυστυχώς, έτσι είναι οι άνθρωποι.
Εχω την αίσθηση ότι στο τέλος της ημέρας η ταινία σας μιλάει για την αλληλεγγύη. Να έχουμε ο ένας τον άλλο. Αυτό είναι σημαντικό. Ασπίδα σε κάθε καταστροφή και κρίση: περιβαλλοντική, οικονομική, πανδημική.
Κοίτα, δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να μιλήσει για το θέμα μιας ταινίας ή για το μήνυμα, μιας και φτιάχνω ταινίες. Κάνω ταινίες που μιλάνε για πολλά θέματα και δεν θα χρειαζόταν να τις κάνω εάν μπορούσα να απομονώσω το μήνυμα. Αλλά να σου πω και κάτι. Δεν έχω δει την ταινία αυτή εδώ και έξι χρόνια. Είναι αυτή που γίνονται μικροί οι άνθρωποι έτσι; Α ναι, τη θυμάμαι! (γελάει). Ανυπομονώ να την ξαναδώ στην Εύβοια γιατί καμιά φορά ο μόνος τρόπος για να κρίνεις ο ίδιος μια ταινία σου είναι να αφήσεις τον χρόνο να περάσει και να την ξαναδείς ύστερα από καιρό με κοινό. Αλλά θυμάμαι πολύ καθαρά το πνεύμα της: είναι ωραίο οι άνθρωποι να είναι ευγενικοί. Είναι απλό και κλισέ, αλλά αυτό είναι σημαντικό. Σκέψου τον χαρακτήρα του Ματ Ντέιμον στην ταινία. Εχει τη δυνατότητα να γλιτώσει από την επικείμενη καταστροφή του πλανήτη αλλά επιλέγει να παραμείνει στον πλανήτη και να βοηθάει ένα Μεξικανό να εξασφαλίζει το φαγητό της ημέρας.
Μιας και αναφέρατε τον Ματ Ντέιμον, έχετε έναν προσωπικό τρόπο να δουλεύετε με τους ηθοποιούς. Θυμάμαι παλαιότερα μου είχατε πει ότι προτού ξεκινήσετε γυρίσματα θέλετε να κάνετε παρέα μαζί τους. Οπότε πώς ήταν σαν «φιλαράκια» ο Ντέιμον, ο Τζακ Νίκολσον, ο Τζορτζ Κλούνι;
Δεν θα έλεγα φιλαράκια, μάλλον γινόμαστε «επαγγελματικοί φίλοι» σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Με τον Ματ Ντέιμον δεν κάναμε ιδιαίτερη παρέα πριν από τα γυρίσματα γιατί είναι πολυάσχολος ηθοποιός, έχει την οικογένειά του, κάνει πολλά πράγματα. Από όλους τους σταρ με τους οποίους έχω συνεργαστεί, αυτός με τον οποίο έκανα την περισσότερη παρέα ήταν ο Τζακ Νίκολσον. He is an old pro. Επαγγελματίας παλαιάς κοπής. Καταλαβαίνει την ανάγκη να έχει χτιστεί μια στερεή και ομαλή επικοινωνία προτού ξεκινήσει το γύρισμα. Οταν ξεκινήσει να μετράει ο χρόνος στο γύρισμα ο σκηνοθέτης και ο ηθοποιός θα πρέπει να έχουν μια επαρκή, ήρεμη και αποτελεσματική επικοινωνία. Κι αυτό συμβαίνει εάν έχει απομακρυνθεί ο φόβος και έχει αντικατασταθεί από την οικειότητα. Αυτά με τους μεγάλους αστέρες. Πριν από πολλά χρόνια όμως, όταν κάναμε το «Πλαγίως», ο Πολ Τζιαμάτι και ο Τόμας Χέιντεν Τσερτς (το πρωταγωνιστικό δίδυμο) έκανε παρέα στα μέρη των γυρισμάτων δύο τρεις εβδομάδες προτού ξεκινήσουμε. Κι αυτό γινόταν όχι μόνο για να κάνω εγώ παρέα μαζί τους, αλλά για να κάνουν και οι ίδιοι μεταξύ τους. Γιατί ήταν δυο πολύ διαφορετικοί άνθρωποι και έπρεπε στην ταινία να έχουν πολύ στενή φιλία. Οπότε πήγαιναν μαζί στο σινεμά, έπαιζαν γκολφ, έτρωγαν.
Η χημεία τους πάντως ήταν εκπληκτική στην ταινία.
Γούσταραν ο ένας τον άλλο. Ξέρεις, συνήθως στις ταινίες, και ειδικά στην τηλεόραση, όταν είσαι στη διαδικασία του κάστινγκ κάνεις τη λεγόμενη οντισιόν χημείας, οι δύο υποψήφιοι ηθοποιοί κάνουν μαζί κάστινγκ. Εγώ δεν το κάνω ποτέ αυτό. Λέω «θέλω αυτόν και αυτόν» και ελπίζω ότι θα πάει καλά.
Για τους «Απογόνους» (The descendants), όμως, μάλλον έγινε το ανάποδο. Ο Τζορτζ Κλούνι είχε ζητήσει να συνεργαστεί μαζί σας, να παίξει σε ταινία σας.
Η αλήθεια είναι ότι ο Κλούνι ήθελε να δουλέψει μαζί μου στο «Πλαγίως». Θεώρησα όμως ότι ήταν πολύ γοητευτικός και πολύ σταρ. Μου άρεσε βέβαια πολύ. Κι έτσι, όταν αργότερα είχα το σενάριο για τους «Απογόνους» σκέφτηκα ότι ο ρόλος του ήρωα του ταιριάζει, αλλά θα με βοηθούσε κιόλας στη χρηματοδότηση να έχω έναν τέτοιο σταρ στο καστ. Του ταίριαζε πάρα πολύ ο ρόλος και μου αρέσει ως ηθοποιός.
Μιας και γυρίσαμε στις παλιότερές σας ταινίες, στο «Πολίτης Ρουθ» θίξατε το θέμα της έκτρωσης εν έτει 1996. Και τώρα στην Αμερική το δικαίωμα της έκτρωσης αμφισβητείται. Πόσο πίσω γυρνάμε…
Πέρυσι όταν το πολύ συντηρητικό Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε το δικαίωμα στην έκτρωση με πήραν τόσα τηλέφωνα δημοσιογράφοι από εφημερίδες όπως εσύ, για παράδειγμα από την «Washington Post», για να σχολιάσουμε αυτή την τόσο παλιά ταινία μου. Τότε στα μέσα του ’90 λέγαμε ΟΚ, το θέμα αυτό δεν θα «περνάει», η ταινία βέβαια δεν είναι για τις εκτρώσεις όσο για τα ανθρώπινα κίνητρα, την ατομικότητα, τη δημοκρατία, χρησιμοποιώντας την έκτρωση ως παράδειγμα για να μιλήσει κανείς για όλα αυτά. Αλλά είναι απογοητευτικό που αυτή η ταινία είναι επίκαιρη.
Ενα από τα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία σας ως δημιουργού είναι ότι κάνετε αμερικανικό σινεμά με ευρωπαϊκή ψυχή.
Ισως. Δεν ξέρω. Βλέπω ταινίες από παλιότερες δεκαετίες από πολλές χώρες. Αλλά ως άνθρωπος έτυχε σε αυτήν τη ζωή να «προσγειωθώ» στην Αμερική.
Νιώθετε ότι εξαιτίας των ελληνικών ριζών και της ελληνικής ταυτότητας μπορείτε να είστε λίγο πιο κριτικός απέναντι στην Αμερική, στον αμερικανικό τρόπο σκέψης;
Ισως, αλλά δεν είναι απόλυτο. Νομίζω ότι εάν έχεις και μια ταυτότητα μέσα σε ένα μεγαλύτερο πολιτισμό σου επιτρέπει να συμμετέχεις σ’ αυτόν και ως παρατηρητής. Εχεις ένα συγκεκριμένο background, οικογένεια, βλέπεις λίγο διαφορετικά το «εμείς» και το «εκείνοι». Αλλά, ξέρεις, οι Ελληνοαμερικανοί είναι Αμερικανοί. Κι ας λένε ότι οι άλλοι είναι «βάρβαροι», δηλαδή όχι Ελληνες. Η ερώτησή σας μου φέρνει στο μυαλό τον Μπίλι Ουάιλντερ, έναν από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες. Το γεγονός ότι ήταν Αυστριακός Εβραίος και ήρθε εδώ του έδινε μια κριτική ματιά στα πράγματα.
Σπουδαίος σκηνοθέτης. Η «Λεωφόρος της Δύσης» είναι από τις αγαπημένες μου ταινίες.
Και εμένα (απαντάει στα ελληνικά).
Βελτιώθηκαν τα ελληνικά σας πολύ από την τελευταία φορά που τα είπαμε.
Ναι, είμαι και πολίτης τώρα.
Το λέτε με μεγάλη χαρά. Φαντάζομαι θα χάρηκε και η μητέρα σας.
Της αρέσει αλλά δεν τη νοιάζει τόσο πολύ. Είναι εκατό χρόνων και σκέφτεται άλλα πράγματα. Είναι υπέροχο που έγινα Ελληνας και από μια πρακτική άποψη. Θα μου επιτρέψει στο μέλλον να δουλέψω στην Ελλάδα και την Ευρώπη χωρίς γραφειοκρατικά προβλήματα.
Ηρθε η ώρα να γυρίσετε ταινία στην Ελλάδα;
Ερχεται, έρχεται, λίγη υπομονή ακόμη.
Πείτε μου για το «Holdovers» με τον Πολ Τζιαμάτι που θα βγει στις αμερικανικές αίθουσες τον Νοέμβριο.
Ηταν τεράστια χαρά να δουλεύω με τον Πολ Τζιαμάτι πάλι. Είναι από τις λίγες φορές που είχα συγκεκριμένο ηθοποιό στο μυαλό μου, τον Πολ Τζιαμάτι, τόσο εγώ που είχα την ιδέα του θέματος όσο και ο σεναριογράφος. Η υπόθεση εξελίσσεται σε ένα οικοτροφείο αρρένων στη Μασαχουσέτη το 1970 και έχει να κάνει με παιδιά που δεν έχουν πού να πάνε κατά τη διάρκεια των χριστουγεννιάτικων διακοπών, π.χ. παιδιά που οι γονείς τους χωρίζουν. Ασχολείται συγκεκριμένα μ’ ένα παιδί και αυτός που το αναλαμβάνει είναι ένας καθηγητής Ιστορίας με πολλές αντιπάθειες, που τον παίζει ο Πολ Τζιαμάτι. Τελικά όλα τα παιδιά βρίσκουν κάπου να πάνε και μένουν πίσω το αγόρι, ο Πολ Τζιαμάτι και ένας μαύρος μάγειρας. Το παιδί είναι από μονογονεϊκή οικογένεια και έχει πάρει μια φιλανθρωπική υποτροφία, αλλά η μητέρα δεν είχε τα χρήματα για να τον στείλει στο κολέγιο και ο πατέρας του έχει σκοτωθεί στο Βιετνάμ. Οπότε είναι μια ταινία γι’ αυτούς τους τρεις ανθρώπους που έχουν «παγιδευτεί» μαζί για δύο εβδομάδες με πολύ χιόνι.
Πάντως στις ταινίες σας συνήθως οι ήρωες είναι άντρες.
Οχι στο «Πολίτης Ρουθ» και στην «Εκλογή» («Election»), που είχε καταπληκτική πρωταγωνίστρια τη Ρις Γουίδερσπουν.
Εχω διαβάσει ότι ο Ομπάμα είχε πει ότι η αγαπημένη του ταινία ήταν το «Election».
Ναι, η αγαπημένη του πολιτική ταινία. Μου το έχει πει δύο φορές.
Η μητέρα σας ακόμη σιχαίνεται τον Τραμπ;
Ναι, νομίζω ότι είναι ένα από τα πράγματα που την κρατάνε ζωντανή. Αυτό το μίσος.