Αλέξανδρος Διαμαντής στο Docville: «Το θέατρο είναι απολύτως εφήμερο και φθαρτό»

Αλέξανδρος Διαμαντής στο Docville: «Το θέατρο είναι απολύτως εφήμερο και φθαρτό»

Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας γράφει για την τολμηρή και απολύτως προσωπική προσέγγιση πάνω στον «Γλάρο» του Τσέχωφ.

Ο έρωτας και η τέχνη, ο πυρετός και ο συμβιβασμός, η οργή και η απάθεια, η δημιουργία και η πίστη είναι μόνο μερικά από τα θέματα που θίγει η παράσταση. «Θα ήταν πολύ ωραίο αν ο καθένας μας άφηνε πίσω του κάτι, ώστε η ζωή του να μη χαθεί χωρίς ν’ αφήσει ίχνη», έγραφε ο Τσέχωφ, σε μια επιστολή του.

Η Αρκάντινα είναι μια δυνατή γυναίκα, ζει λες και η επόμενη στιγμή θα είναι η τελευταία της. Ο Τρέπλιεφ είναι ο γιος της Αρκάντινα, ζει σε κατάσταση ασφυξίας. Είναι ερωτευμένος με τη Νίνα, η οποία με τη σειρά της, είναι ερωτευμένη με τη ζωή, που την κοιτά όπως ένα καναρίνι μέσα από το κλουβί του. Ο Τριγκόριν είναι ο εραστής της Αρκάντινα και τώρα διεκδικεί μια δεύτερη ευκαιρία στη νιότη. Ο Σόριν είναι ο αδελφός της Αρκάντινα και θείος του Τρέπλιεφ και δεν έζησε ποτέ του τίποτα, αλλά θέλει να ζήσει. Η Μάσσα, που έχει παρα-μεγαλώσει κοντά σ’ όλους αυτούς, αναζητά το αντίδοτο στον μάταιο έρωτα. Ο Ντορν, ο οικογενειακός γιατρός, δεν έχει θεραπεία για καμία αρρώστια. Όλοι τους παλεύουν να προχωρήσουν, κόντρα στο ρεύμα, και το κυρίαρχο ερώτημα του έργου είναι αν θα τα καταφέρουν ή όχι – τί καταφέρνει κανείς ποτέ και πώς;

Το κείμενο του Αλέξανδρου Διαμαντή:

Θεωρώ πως με την σκηνοθεσία μου αυτή, του «Γλάρου» του Τσέχωφ, ολοκληρώνω την προσωπική μου μαθητεία στους κλασικούς, την οποία ξεκίνησα με την πρώτη μου παράσταση, το «Βέρθερο» του Γκαίτε και συνέχισα με τον «Κοριολανό» του Σαίξπηρ και τον «Ντον Ζουάν» του Μολιέρου. Από εδώ και πέρα, θα ήθελα να ασχοληθώ με άλλου είδους σκηνοθεσίες, αναπαριστώντας αφηγήσεις της εποχής μου. Είναι, λοιπόν, μ’ ένα παράξενο αίσθημα, κάπως σαν αναδρομή που καλούμαι τώρα να μιλήσω για το «Γλάρο»· μιλώ ταυτόχρονα για όλη μου τη δουλειά στο θέατρο μέχρι στιγμής.

Το θέμα το οποίο μ’ ενδιαφέρει πρώτα από όλα είναι η αναπαράσταση του περάσματος του χρόνου. Ο δρόμος που έχω επιλέξει να το προσεγγίσω είναι μέσα από τη διαδικασία της ανάμνησης. Ας σημειωθεί εδώ πως υπό μία έννοια, η μνήμη είναι βασικό εργαλείο της θεατρικής πράξης: αυτή είναι που μας επιτρέπει να ξέρουμε τί λέμε και πού πάμε, αυτή είναι το μόνο στοιχείο που κρατά ζωντανή μια παράσταση μετά το τέλος της, αφού, αντίθετα από τα περισσότερα άλλα είδη τέχνης, το θέατρο είναι απολύτως εφήμερο και φθαρτό.

Εδώ, στο «Γλάρο», περισσότερο από μια αφηγηματική μέθοδο, είδα την ανάμνηση ως το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται η δράση του έργου. Μια επαναλαμβανόμενη μουσική (όπως όταν μας κολλάει ένα τραγούδι και παίζει ξανά και ξανά μέσα στο κεφάλι μας), ένας χώρος χωρίς συγκεκριμένη ταυτότητα, αόριστος, αλλά γεμάτος με το κατεξοχήν σύμβολο της ανθρώπινης απουσίας – τις άδειες καρέκλες. Οι ηθοποιοί παίζουν με πάθος και ειλικρίνεια, παγιδευμένοι λες μέσα στις ίδιες τις προθέσεις των χαρακτήρων τους, θυμίζοντας ψάρια που εξερευνούν για πολλοστή φορά τον περιορισμένο χώρο ενός ενυδρείου. Με τέτοια υλικά μου φάνηκε πως θα μπορέσω να συνθέσω πράγματι έναν μηχανισμό ανάμνησης, όπου στη θέση εκείνου που θυμάται βρίσκεται ο θεατής.

Η μνήμη όμως δεν είναι νεκρή. Τα λουλούδια στον κήπο ποτέ τους δεν έχουν ξεραθεί όπως τα θυμόμαστε. Επέμεινα σ’ ένα πυρετώδες, ζωντανό στυλ παιξίματος, όπου ερωτικές σκηνές εναλλάσσονται με οξείς καυγάδες, ψιθυριστές εξομολογήσεις συνυπάρχουν με φιλικές φλυαρίες, όλα μαζί συνθέτουν την ιδέα ενός εξοχικού σπιτιού, όμοιου με όλα τα εξοχικά σπίτια, εκεί όπου συγκατοικούν ο έρωτας, η απογοήτευση, η φιλία, η αντιπάθεια, η φιλοδοξία, η υπερηφάνεια, το πείσμα, η οργή και όλα τα άλλα χαρακτηριστικά που κάνουν έναν χαρακτήρα όντως ανθρώπινο. Επέμεινα πολύ οι χαρακτήρες να μην βγουν ούτε συμπαθητικοί, ούτε αντιπαθητικοί, ούτε άγιοι, ούτε αμαρτωλοί, αλλά το ενδιάμεσο, διττοί, αμφίπλευροι. Ο Τρέπλιεφ είναι ευαίσθητος, αλλά είναι και ευερέθιστος. Η Νίνα είναι αθώα, αλλά είναι και φιλόδοξη. Η Αρκάντινα είναι εγωίστρια αλλά είναι και τρυφερή.

Η προσπάθειά μου αυτή ελπίζω να προκαλεί στον θεατή, πέρα χαρά, λύπη και συγκίνηση, όπως θεωρώ πως πρέπει να κάνει μια καλή παράσταση, και την εμφάνιση ενός ελπιδοφόρου ερωτήματος, τί να κάνει από εδώ και μπρος – πώς να προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα τη ζωή του. Να δει την αποτυχία των χαρακτήρων, την περίφημη ματαίωση για την οποία μιλάει ο Τσέχωφ, όχι σαν μια ιστορία που έγινε κάπου και κάποτε, αλλά σαν μια παραβολή για το τί καλούμαστε εμείς να κάνουμε εδώ και τώρα.

INFO
Θέατρο ΣΗΜΕΙΟ – Σκηνή lab, Χαριλάου Τρικούπη 4, Καλλιθέα – Τηλ. 210 9229579
Μέρες & Ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 20:30, Κυριακή στις 19:30

 

 

 

Ετικέτες

Documento Newsletter