(Ακρο)δεξιές κυβερνήσεις: Στο στόχαστρο η ενημέρωση σε Ευρώπη – Αμερική

Το βράδυ της αποφράδας 11ης Ιουνίου 2013, όταν η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έριξε «μαύρο» στην ΕΡΤ, ορισμένοι από τους απεσταλμένους και τους ανταποκριτές των ξένων τηλεοπτικών δικτύων μαζεύτηκαν σε ένα εστιατόριο στην Αγία Παρασκευή μόλις τελείωσαν τις μεταδόσεις τους. 

Το θέμα της συζήτησης ήταν φυσικά ένα. Αλλά απ’ όλα όσα είπε ο καθένας δύο φράσεις ξεχώρισαν και στη συνέχεια μονοπώλησαν το ενδιαφέρον.

«Είναι η ΕΡΤ το πειραματόζωο για τα ευρωπαϊκά τηλεοπτικά δίκτυα;» αναρωτήθηκε Ισπανός δημοσιογράφος.

«Πότε θα έρθει η σειρά μας;» ήταν τα λόγια Ολλανδού κάμεραμαν.

Σύμφωνα με όσα επικρατούν σήμερα στα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι φράσεις εκείνες μόνο αποκυήματα δημοσιογραφικής φαντασίας δεν ήταν. Μέρα με τη μέρα αποδεικνύονται προφητικές καθώς πολλές κυβερνήσεις στην Ευρώπη και την Αμερική προσπαθούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να περιορίσουν ακόμη και την έννοια της ανεξάρτητης είδησης ως κοινωνικού αγαθού.

Το γεγονός επιβεβαιώνεται και στην ετήσια έκθεση για το 2018 του Freedom House, του διεθνούς οργανισμού για τη δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση. «Η δημοκρατία απειλείται σε όλο και περισσότερες περιοχές του κόσμου. Οι θεμελιώδεις άξονες της δημοκρατίας, όπως είναι οι ελεύθερες εκλογές, η ελευθερία του Τύπου καθώς και το κράτος δικαίου, αμφισβητούνται κατά τρόπο που δεν είχε ξανασυμβεί στην πρόσφατη ιστορία» αναφέρεται στην έκθεση.

Οι απειλές προέρχονται όλο και περισσότερο από αυτούς που έχουν την εξουσία. Δεν είναι μόνο η δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι «ο αμερικανικός Τύπος είναι ο εχθρός του αμερικανικού λαού». Στη Ρωσία, μια χώρα που βρίσκεται στην 148η θέση μεταξύ 196 χωρών στην κατάταξη για την ελευθερία του Τύπου το 2018, οι διώξεις των ελεύθερων και ανεξάρτητων ΜΜΕ είναι η τακτική που εφαρμόζει ο Βλαντίμιρ Πούτιν για να φιμώσει όποιον του ασκεί κριτική.

Ουγγαρία

Στην Ουγγαρία οι επιθέσεις κατά της ελεύθερης δημοσιογραφίας είναι εκτεταμένες. Τα δημόσια μέσα ενημέρωσης βρίσκονται υπό τον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν, ενώ τα τελευταία χρόνια οι ολιγάρχες –πιστοί στο καθεστώς– εξαγόρασαν πολλές τοπικές εφημερίδες. Πάνω από τις μισές περιφερειακές εφημερίδες της Ουγγαρίας ελέγχονται πλέον από έναν επιχειρηματία, ενώ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του περιοδικού «Origo» το οποίο άλλαξε γραμμή πλεύσης αμέσως μετά την πώλησή

Σήμερα, βήμα βήμα, τα όρια της είδησης ως δημόσιου αγαθού και απρόσκοπτη και ελεύθερη δουλειά των δημοσιογράφων τίθενται συνεχώς υπό αμφισβήτηση από την κυβερνητική εξουσία του. Μόλις πριν από μερικές ημέρες η διεύθυνση της δημόσιας τηλεόρασης απαγόρευσε σε βουλευτές της αντιπολίτευσης να διαβάσουν κείμενο με τα αιτήματα των χιλιάδων πολιτών που διαδήλωναν στη Βουδαπέστη με αφορμή νέα αντεργατική νομοθεσία.

Πολωνία

Στην Πολωνία από το τέλος του 2015 η συντηρητική κυβέρνηση αντιγράφει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται ο Ορμπάν τα δημόσια μέσα ενημέρωσης. Εκατοντάδες δημοσιογράφοι αναγκάστηκαν να παραιτηθούν και στη θέση τους διορίστηκαν φερέφωνα του καθεστώτος. Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε την οικονομική της δύναμη για να ασκήσει έλεγχο με τον ίδιο τρόπο όπως στην Ουγγαρία. Κρατικές διαφημίσεις δίδονται αφειδώς στα Μέσα που υποστηρίζουν την κυβέρνηση ενώ μεγάλες εφημερίδες κλείνουν για οικονομικούς λόγους.

Ιταλία

Στην Ιταλία ο Μαρτσέλο Φόα ανέλαβε φέτος γενικός διευθυντής της RAI με τη σύμφωνη γνώμη της ηγεσίας της Λέγκας και του Κινήματος των Πέντε Αστέρων (Κ5Α). Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο επικεφαλής του Κ5Α Λουίτζι ντι Μάιο, «καθήκον του Φόα είναι να καθαρίσει τη RAI από τα παράσιτα».

Αυστρία

Στην Αυστρία ο αρχηγός του ακροδεξιού κυβερνώντος κόμματος Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε υποσχέθηκε ότι θα αναγκάσει τους εργαζόμενους στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα ORF «να αλλάξουν συνήθειες διότι είναι πολύ αριστεροί».

Δανία

Στη Δανία ο ακροδεξιός υπουργός Πολιτισμού μετέτρεψε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση DR από ίδρυμα μέσων ενημέρωσης σε… πολιτιστικό ίδρυμα! Ηταν ένα τρικ που είχε συνέπεια να χάσουν τη δουλειά τους ένας στους τρεις εργαζόμενους.

Ο δε πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν προσπάθησε να ενισχύσει τον έλεγχο και να μειώσει τη χρηματοδότηση.

Παρόμοιες ενέργειες και δηλώσεις θα ήταν αδιανόητες πριν από μερικά χρόνια. Σήμερα, βήμα βήμα, τόσο τα όρια της είδησης ως αγαθού για το δημόσιο συμφέρον όσο και η απρόσκοπτη και ελεύθερη δουλειά των δημοσιογράφων τίθενται συνεχώς υπό αμφισβήτηση πρώτα απ’ όλα από την ίδια την κυβερνητική εξουσία. Πρώτη συνέπεια αυτής της συνεχώς αυξανόμενης τάσης είναι η αυτολογοκρισία των δημοσιογράφων που εργάζονται σε δημόσια μέσα ενημέρωσης.

Παράλληλα, παρατηρείται αύξηση των εκστρατειών παραπληροφόρησης που οργανώνονται από συγκεκριμένες ομάδες με όλο και πιο εξελιγμένους τρόπους. Σε όλο αυτό το πλαίσιο ηττημένοι τελικά είναι οι πολίτες, οι οποίοι με τόσο κακές συνθήκες ενημέρωσης είναι πολύ δύσκολο να διαμορφώσουν δική τους γνώμη σε σημαντικά θέματα.

Η προσπάθεια διάλυσης των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών δικτύων γίνεται την ώρα που συμβαίνουν σημαντικές πολιτικές αλλαγές. Κυρίαρχη τάση είναι η απόρριψη οποιασδήποτε υπηρεσίας προς τους πολίτες από δημόσιο φορέα. Κι αν ορισμένες υπηρεσίες μπορούν να τις αγοράσουν οι πολίτες από ιδιωτικές εταιρείες, καμία δεν μπορεί να προσφέρει το αγαθό της είδησης κατά τέτοιο τρόπο που, πέρα από την ενημέρωση του πολίτη, να αποτελεί και παράδειγμα προς μίμηση και ανταγωνισμό των επιχειρηματιών.