Ο Άκης Σακελλαρίου είναι ένας ηθοποιός που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Με σπουδές υποκριτικής σε Ελλάδα και Αμερική είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους και καταξιωμένους καλλιτέχνες. Έχει τιμηθεί δύο φορές με το βραβείο Α’ και Β’ ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και έχει πρωταγωνιστήσει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις. Λίγο πριν την παρουσίαση της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου μας μίλησε για τον ρόλο του, το Φεστιβάλ Καννών και τον κινηματογράφο. Τον χειμώνα θα τον δούμε στον «Κύκλο των Χαμένων Ποιητών» ενώ έχουν ήδη ολοκληρωθεί τα γυρίσματα για την νέα του ταινία σε διεθνή παραγωγή.
Η περιοδεία της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη, έχει ξεκινήσει και στις 19-20 Αυγούστου θα παρουσιαστεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Πείτε μου δυο λόγια για τον ρόλο του Μενελαου
Ο Μενέλαος είναι η πηγή του κακού. Είναι αυτός ο οποίος εκπροσωπεί το καθαρά αρνητικό κομμάτι του όχλου των Ελλήνων που διψά για αίμα. Με αφορμή την προδοσία της Ελένης θέλουν να κατακτήσουν και να επωφεληθούν από την πόλη της Τροίας που εκείνη την εποχή ήταν ένα τρόπαιο που θα τους εξασφάλιζε πολεμική κυριαρχία, πλούτο και φυσικά θα ικανοποιούσε τις φιλοδοξίες τους. Ένας απίστευτα πλούσιος τόπος που ήθελαν πάντα να τον κάνουν δικό τους. Ο Μενέλαος είναι ένας καιροσκόπος. Υπάρχει μια πολύ δυνατή σκηνή σύγκρουσης με τον Αγαμέμνονα που επιβεβαιώνει πως είναι ικανός για τα πάντα προκειμένου να πετύχει το σκοπό του.
Η Ελένη είναι από τα πιο αδικημένα πρόσωπα της ιστορίας; Τόσους αιώνες κουβαλάει πάνω της έναν πόλεμο που όχι μόνο δεν ήταν δικός της αλλά υπήρξε και αυτή θύμα του
Προφανώς, και ισχύει αυτό που λέτε και εδώ φανερώνεται και όλη η μαγεία της Επιδαύριας τραγωδίας. Ο χορός αναφωνεί «τι φταίει η Ελένη που ερωτεύτηκε τον Πάρη και φύγανε μαζί»; Κάτι που ακούγεται και είναι πολύ σύγχρονο. Σαφέστατα, έχει στιγματιστεί ως μια άπιστη γυναίκα που εξαιτίας των επιλογών της τόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Δεν είναι όμως αυτή η αλήθεια. Η Ελένη έχει χρεωθεί μια αμαρτία που δεν της ανήκει. Δεν είναι η Ελένη η πηγή του κακού αυτού του πολέμου. Η απληστία είναι.
Η Ιφιγένεια θυσιάζεται για τον αγώνα άλλων κι όμως είναι εκείνη που πρέπει να σηκώσει όλο το βάρος με αντάλλαγμα την ίδια της τη ζωή. Ποιος είναι αυτός που θέτει τους κανόνες;
Καμιά φορά στο όνομα της πατρίδας γίνονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα. Στην ουσία πρόκειται για μια καθαρά ιμπεριαλιστική εκστρατεία σε έναν άλλον τόπο. Η Ιφιγένεια είναι μια παράπλευρη απώλεια που θυσιάζεται για τις ιδεοληψίες των άλλων. Ξέρει πως δεν μπορεί να κάνει αλλιώς και για αυτό συναινεί. Υπάρχει κάτι το επαναστατικό στην συγκατάθεση της, πεθαίνει με τον τρόπο που επιλέγει η ίδια και όχι με τον τρόπο που της ζητούν οι άλλοι. Τουλάχιστον, αυτή είναι η δική μας ανάγνωση.
Έχουμε να κάνουμε με ένα σύγχρονο πολιτικό κείμενο;
Δεν υπάρχει τραγωδία, όχι μόνο του Ευριπίδη, που να μην έχει μια σύγχρονη ανάγνωση. Αυτός, εξάλλου είναι κι ο λόγος που είναι τόσο διαχρονικά αυτά τα έργα. Δεν είναι μια πολιτική τραγωδία με την έννοια που είναι οι «Τρωάδες» ή «Ικέτιδες» όπου υπάρχει η ηγεμονία και η δημοκρατία σε έναν ευθύ διάλογο και αντίλογο ανάμεσα στα δύο πολιτεύματα. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πολιτική συνθήκη που αναδεικνύεται μέσα από κοινωνικές και ανθρώπινες σχέσεις. Περισσότερο ανθρωποκεντρική όπως είναι η διαδρομή της Ιφιγένειας, όπου από κοριτσάκι μέσα σε πολύ συμπυκνωμένο χρόνο αναγκάζεται να ενηλικιωθεί εξαιτίας των αποφάσεων που παίρνουν οι άλλοι για εκείνη.
Σε μια δύσκολη οικονομική συνθήκη οι θεατές έχουν αγκαλιάσει τις παραστάσεις και απόδειξη είναι πως τα θέατρα είναι πάλι γεμάτα. Δίνει μια ελπίδα αυτό;
Μόνο ελπίδα; Ανάσα ολόκληρη μας δίνει. Υπάρχει μια ένωση ανάμεσα στους καλλιτέχνες και στους θεατές, μια μέθεξη. Αυτή η συνθήκη είχε λείψει πολύ και στον κόσμο και σε εμάς. Αυτός ο ζωντανός διάλογος, τα συναισθήματα, η αλήθεια που προκύπτει κάθε φορά μας είχε λείψει. Η αμεσότητα που υπάρχει αποδεικνύει πως το θέατρο δεν θα πεθάνει ποτέ. Το θέατρο είναι ζωντανό και όσο υπάρχουν άνθρωποι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες, όσο πόλεμο κι αν τρώμε το θέατρο θα μείνει ζωντανό. Κι αυτό αφορά κάθε είδους θέαμα. Μουσική, συναυλίες, μικρά και μεγάλα Φεστιβάλ, όλα είναι εδώ και αντέχουν για να μας θυμίζουν πως όλοι έχουμε ανάγκη αυτή την αλήθεια.
Είστε συντονιστής της καλλιτεχνικής επιτροπής του Φεστιβάλ των Δημητρίων Θεσσαλονίκης. Τι να περιμένουμε να δούμε την ερχόμενη σεζόν;
Τον χειμώνα θα έχουμε ένα ιδιαίτερα πλούσιο πρόγραμμα στα «Δημήτρια» και είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό. Θα δείτε Πίτερ Μπρουκ. Θα υπάρχουν εικαστικά, μουσική, χορός, Performance, φωτογραφία. Το φεστιβάλ τζαζ που διοργανώνεται κάθε χρόνο και φυσικά οι ταινίες μικρού μήκους που επιμελείται ο εξαιρετικός Γιάννης Ζαχόπουλος με συμμετοχή σκηνοθετών από όλο τον κόσμο.
Φεστιβάλ Καννών, κόκκινο χαλί και το απαραίτητο photocall πριν την πρεμιέρα. Αναφέρομαι στην ταινία «Dodo» σε σενάριο και σκηνοθεσία Πάνου Κούτρα που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 75ο Φεστιβάλ των Καννών.
Όταν έχουμε μια μικρή βιομηχανία κινηματογράφου και μια ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Καννών είναι λογικό πως ένας ενθουσιασμός θα υπάρξει. Πήγαμε και το ευχαριστηθήκαμε και είπαμε θα το ζήσουμε, γνωρίζοντας όμως πως δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σόου. Πολύ λαμπερό και εντυπωσιακό αλλά σόου. Μια πολύχρωμη, φανταχτερή φούσκα. Από τον κόσμο που μαζεύεται, από την λεωφόρο Κρουαζέτ μέχρι και τους φωτογράφους είναι πρωτόγνωρη εμπειρία αλλά σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται με το να παίζεις σε ένα θέατρο όπως το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Μπορεί να ακούγεται περίεργο αυτό που λέω αλλά και η κόρη μου που με ρώτησε αυτό της είπα. Για εμάς τους ηθοποιούς αυτή είναι η πρόκληση. Και το λέω με μεγάλη αγάπη αυτό για το Φεστιβάλ Καννών αλλά η ουσία είναι αλλού.
Έχει αρχίσει ο ελληνικός κινηματογράφος να ακούγεται και εκτός των τειχών;
Νομίζω, πως ήρθε ο καιρός μας να βρούμε μια ταυτότητα μέσα στην παγκοσμιοποίηση. Τις προηγούμενες δεκαετίες ο αμερικανικός κινηματογράφος είχε σαρώσει τα πάντα. Δεν μπορούσε ευρωπαϊκός να ξεμυτίσει. Μιλάμε για ταινίες ευρείας κατανάλωσης. Τώρα που έχει αρχίσει να φεύγει το κομμάτι της προβολής και του χολιγουντιανού χοντροκομμένου σεναρίου άρχισε η Ευρώπη να μπαίνει πιο δυνατά στο παιχνίδι με ταινίες που έχουν να πουν μια ωραία ιστορία με αρχή μέση και τέλος. Είμαστε σε πολύ καλό δρόμο γιατί μέσα στην λαίλαπα του Netflix και άλλων διαδικτυακών πλατφορμων ο κινηματογράφος στέκει δυνατός. Έχουμε αρχίσει και αποκτούμε ταυτότητα και ουσιαστική επαγγελματική διαφυγή.
Πείτε μου για την ταινία «The Bricklayer» που πρωταγωνιστείτε;
Το «The Bricklayer» είναι ένα κατασκοπευτικό θρίλερ που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Νόα Μπόιντ, του οποίου η υπόθεση διαδραματίζεται στο Βερολίνο, αλλά για τις ανάγκες τις διασκευής τα γυρίσματα έγιναν στη Θεσσαλονίκη και την Κεντρική Μακεδονία. Κάνω τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας που θέλουν να με σκοτώσουν και ένας πρώην πράκτορας της CIA έρχεται να μας σώσει. Τον πράκτορα υποδύεται ο Άαρον Έκχαρτ. Βλέπετε τα πράγματα με κάποιον τρόπο επιστρέφουν. Όταν τελείωσα τις σπουδές μου στη δραματική Σχολή της Ρούλας Πατεράκη συνέχισα στην Αμερική, στη Δραματική Σχολή της Στέλλας Άντλερ και στο HB STUDIO. Προσπαθούσα κι εγώ να κυνηγήσω το όνειρο μου. Και τώρα ένα κομμάτι αυτής της προσπάθειας που δεν ήταν εύκολη δικαιώνεται και αυτό με γεμίζει χαρά.
Ο χειμώνας θα σας βρει στη μεταφορά του «Κύκλου των χαμένων ποιητών» ως «O Captain! My Captain» και αναφέρομαι στο ρόλο του Τζον Κίτινγκ που ερμήνευσε ο Ρόμπιν Ουίλιαμς
Τον χειμώνα θα συνεχιστούν «Οι μάγισσες του Σάλεμ» στο Θέατρο Βρετάνια για δύο μήνες και αρχές Δεκεμβρίου ξεκινάει ο «Κύκλος των χαμένων ποιητών» με μια καινούρια και ελπιδοφόρα γενιά νέων ηθοποιών που είναι όλοι κοντά στα 25. Είμαστε όλοι ανυπόμονοι για αυτή τη δουλειά. Ο Ρόμπιν Ουίλιαμς άφησε μεγάλη κληρονομιά πίσω με αυτόν τον ρόλο.