Μελέτη της Eurobank δείχνει μείωση του όγκου των πωλήσεων στο εμπόριο αλλά και ταυτόχρονη εκτίναξη του τζίρου των επιχειρήσεων χάρη στην αισχροκέρδεια
Υπάρχει ένας αστικός μύθος σχετικά με την πραγματική οικονομία. Αυτός περιστρέφεται γύρω από το ποιος κλάδος είναι η «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας. Η συντριπτική πλειονότητα θα απαντήσει χωρίς να σκεφτεί ότι την ελληνική οικονομία «κινεί» πρώτιστα ο τουρισμός. Ομως αυτό είναι ανακριβές. Το αληθές είναι ότι η «ατμομηχανή» της ελληνικής πραγματικής οικονομίας είναι το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, κλάδος που αριθμεί το περίπου 25% των ελληνικών επιχειρήσεων, όταν ο κλάδος των καταλυμάτων – εστίασης μόλις και μετά βίας φτάνει το 12% των επιχειρήσεων που λειτουργούν στη χώρα. Είναι αυτός ο κλάδος του εμπορίου που έχει γονατίσει περισσότερο απ’ όλους από το πνιγηρό αποτέλεσμα των πολιτικών του Κυριάκου Μητσοτάκη υπέρ των καρτέλ.
Στην πραγματικότητα έχει αυξηθεί τόσο το λειτουργικό κόστος, κυρίαρχα από την κατανάλωση ρεύματος, το οποίο σε συνδυασμό με τη ραγδαία πτώση της αγοραστικής δύναμης λόγω του πληθωρισμού της αισχροκέρδειας που υπάρχει από τον Ιούλιο του 2021 και συνεχίζεται έχουν φέρει πτώση του όγκου πωλήσεων.
Λιγότερα προϊόντα
Εδώ εισέρχεται το πρόβλημα. Στη μελέτη της Eurobank, που έχει ενταχθεί στην περιοδική έκδοση με τίτλο «7 Ημέρες Οικονομία», αναγράφεται επί λέξει ως συμπέρασμα των μελετητών: «Το 2023 λόγω των υστερόχρονων επιδράσεων του υψηλού πληθωρισμού και της μεταπανδημικής επιβράδυνσης της ζήτησης ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο μειώθηκε κατά 3,3%. Οι κατηγορίες καταστημάτων που σημείωσαν πτώση στον όγκο των πωλήσεών τους ήταν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (σουπερμάρκετ 3,1%), τα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (1,1%), τα φαρμακευτικά – καλλυντικά (3,5%) και οριακά τα βιβλία – χαρτικά – λοιπά είδη (0,5%)».
Ωστόσο η ανάλυση εμπεριέχει και κάτι ακόμη: την τεράστια ψαλίδα μεταξύ όγκου πωλήσεων και τζίρου. Οπως εύκολα προκύπτει, τα ελληνικά νοικοκυριά πληρώνουν πολύ περισσότερα για να πάρουν λιγότερα πράγματα. Η κατάσταση μοιάζει εκρηκτική. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στα σουπερμάρκετ ο Δείκτης Ογκου και ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών (τζίρος) παρουσιάζουν την τετραετία 2020-24 αύξηση του όγκου πωλήσεων μόλις κατά 1,5% και αύξηση του τζίρου κατά 28,6%. Αν αφαιρέσουμε το 1,5% του όγκου πωλήσεων, εύκολα προκύπτει ότι ο πληθωρισμός της αισχροκέρδειας στα ράφια των σουπερμάρκετ προσεγγίζει σε μία τετραετία το 27,1%.
Ιδια κατάσταση προκύπτει και στην κατηγορία τρόφιμα – ποτά – καπνός, που περιλαμβάνει στην ουσία τη συντριπτική πλειονότητα όσων καταναλώνουμε και συγκεκριμένα φρούτα και λαχανικά, κρέας και προϊόντα κρέατος, ψάρια, καρκινοειδή και μαλάκια, ψωμί και είδη μπισκοτοποιίας, αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, ποτά. Σε αυτή την κατηγορία ο Δείκτης Ογκου και ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών (τζίρος) παρουσιάζουν την τετραετία 2020-24 αύξηση του όγκου πωλήσεων μόλις κατά 2,3% και αύξηση του τζίρου κατά 27,4%. Αν αφαιρέσουμε το 2,3% του όγκου πωλήσεων, εύκολα προκύπτει ότι ο πληθωρισμός της αισχροκέρδειας στα ράφια οποιουδήποτε καταστήματος πουλάει προϊόντα της κατηγορίας τρόφιμα – ποτά – καπνός προσεγγίζει σε μία τετραετία το 25,1%.
Αυτό που πρέπει όμως να τονίσουμε είναι ότι και στην κατηγορία των σουπερμάρκετ το 2023 καταγράφεται μείωση του όγκου πωλήσεων κατά 3,1%, όπως μείωση του όγκου πωλήσεων κατά 2,5% καταγράφεται και το 2022, όπου επίσης καταγράφεται και ραγδαία, εξαιτίας του πληθωρισμού της απληστίας, αύξηση της τάξης του 7,9% στον κύκλο εργασιών (τζίρος).
Το ενεργειακό κόστος
Είναι όμως όλα αυτά αποτέλεσμα άκρατης αισχροκέρδειας; Η απάντηση είναι αρνητική, καθώς εισέρχεται το λειτουργικό κόστος, το οποίο έχει εκτοξευτεί εξαιτίας του κόστους ρεύματος. Είναι η εγκληματική στα όρια της εθνικής μειοδοσίας επιλογή των Κυρ. Μητσοτάκη και Κωστή Χατζηδάκη να κλείσουν οι λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ρεύματος. Αμεσα μας κατέστησε δέσμιους των εισαγωγών ρεύματος και μάλιστα του ρεύματος που παράγεται από φυσικό αέριο.
Για να καταλάβουμε τι συμβαίνει, στις περισσότερες των περιπτώσεων η τιμή του ρεύματος διαμορφώνεται από την τιμή του φυσικού αερίου. Αναλυτικότερα το φυσικό αέριο έρχεται πρώτο στο ενεργειακό μείγμα της «επόμενης ημέρας». Με βάση λοιπόν το target model που θεσμοθέτησαν Μητσοτάκης και Χατζηδάκης τον Νοέμβριο του 2020, η τιμή δεν διαμορφώνεται από τη συνδρομή όλων των καυσίμων του μείγματος, αλλά από την τιμή του ακριβότερου καυσίμου. Στην περίπτωσή μας εύλογα προκύπτει ότι τις περισσότερες φορές η τιμή ρεύματος στη χονδρική διαμορφώνεται από το φυσικό αέριο. Το 2023 η συμμετοχή του λιγνίτη στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα συρρικνώθηκε περαιτέρω, σημειώνοντας ιστορικό ελάχιστο με 10,1%, όταν το 2014 η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη ξεπερνούσε το 54%.
Πλέον κυριαρχεί η εισαγωγή ρεύματος που παράγεται από φυσικό αέριο. Τα συστημικά ΜΜΕ πανηγυρίζουν γιατί το 2023 η χρήση αερίου μειώθηκε κατά 7,12 ΤWh, που σημαίνει ότι περιορίστηκε στις τελικές χρήσεις στο 67,8% από 73,6% το δωδεκάμηνο του 2022. Οπως εύκολα προκύπτει, η μείωση της τάξης του 5,7% δεν αλλάζει το πνιγηρό λειτουργικό κόστος μιας οικονομίας που ηλεκτροδοτείται σχεδόν στο σύνολό της.
Διαβάστε επίσης: Αισχροκέρδεια και funds που περιμένουν να τους κατασπαράξουν καταγγέλλουν οι κτηνοτρόφοι (Video)
Αισχροκέρδεια: Φτηνότερες οι αποθήκες λιανικής από τα σουπερμάρκετ
Γιαννούλης: «Η αδράνεια της κυβέρνησης υποβοηθά ακρίβεια και αισχροκέρδεια»
«Στα σκαριά» ευρύτερο πρόγραμμα κατά της ακρίβειας από τον ΣΥΡΙΖΑ