Η κρίση που αντιμετωπίζουν οι στρατιωτικές σχολές της χώρας μας είναι πλέον προφανής και οι αριθμοί δεν αφήνουν περιθώριο για αμφιβολίες. Από το 2010 έως το 2024, οι Σχολές Ευελπίδων (ΣΣΕ) και Μονίμων Υπαξιωματικών (ΣΜΥ) έχουν χάσει θέσεις εισακτέων που αντιστοιχούν σε πέντε τάξεις. Το γεγονός αυτό δεν είναι απλά ανησυχητικό· είναι καταστροφικό για την επιχειρησιακή επάρκεια των Ενόπλων Δυνάμεων και κατά συνέπεια για την εθνική μας άμυνα. Παρά την επανειλημμένη επισήμανση του προβλήματος, η ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, τόσο πολιτική όσο και στρατιωτική, δείχνει αδύναμη να το αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.
Τα στοιχεία που παραθέτει ο Λοχαγός ε.α. Γιώργος Καρακωστίδης στο armyvoice.gr είναι αποκαλυπτικά. Από το 2010 έως το 2020, χάθηκαν 972 θέσεις στη ΣΣΕ και 1.014 στη ΣΜΥ. Η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά από το 2021 και μετά, όταν η καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) επέφερε ένα ακόμη πλήγμα. Από το 2021 έως το 2024, οι χαμένες θέσεις στις δύο σχολές ανήλθαν σε 1.373 (744 για τη ΣΣΕ και 629 για τη ΣΜΥ). Συνολικά, σε διάστημα 14 ετών, οι κενές θέσεις φτάνουν τις 1.716 για τη ΣΣΕ και τις 1.643 για τη ΣΜΥ, αριθμοί που αντιστοιχούν σε πέντε ολόκληρες τάξεις.
Οι αντιφάσεις των υπουργών της κυβέρνησης
Αντί η ηγεσία του ΥΠΕΘΑ να προχωρήσει σε ουσιαστικές παρεμβάσεις, παρακολουθούμε δηλώσεις που προκαλούν σύγχυση και αναδεικνύουν έλλειψη συντονισμού και αποφασιστικότητας. Ο πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, σε δήλωσή του στη Βουλή το 2022, παραδέχτηκε ότι το πρόβλημα είναι σοβαρό και δεσμεύτηκε για στοχευμένες τροποποιήσεις στην ΕΒΕ. Ωστόσο, η όποια παρέμβαση περιορίστηκε σε ευχολόγια, καθώς η κατάσταση το 2023 και το 2024 έγινε ακόμη χειρότερη, με τις βάσεις εισαγωγής να καταγράφουν ιστορικά χαμηλά.
Η σκυτάλη πέρασε στον νυν Υπουργό Νίκο Δένδια, ο οποίος στις 18 Οκτωβρίου 2024 δήλωσε ότι η κάλυψη των κενών θέσεων θα πραγματοποιηθεί μελλοντικά, «προσαρμόζοντας τον αριθμό των εισακτέων τα επόμενα έτη». Οι δηλώσεις αυτές, που ουσιαστικά επαναλαμβάνουν την τοποθέτηση του προκατόχου του, φανερώνουν μια ανικανότητα αντιμετώπισης του προβλήματος στη ρίζα του. Παράλληλα, η κυβέρνηση επιδίδεται σε παρεμβάσεις που χαρακτηρίζονται από ημίμετρα, όπως η πρόσφατη αύξηση των αποδοχών των σπουδαστών των παραγωγικών σχολών. Μολονότι η κίνηση αυτή είναι σωστή, αγνοεί το βασικό ζήτημα: τις ανεπαρκείς αποδοχές μετά την αποφοίτηση, που αποθαρρύνουν τους νέους από το να επιλέξουν τη στρατιωτική καριέρα.
Ποιο είναι το πρόβλημα;
Η μείωση του αριθμού εισακτέων δεν οφείλεται μόνο στις μνημονιακές περικοπές. Η επιβολή της ΕΒΕ και η αδυναμία προσαρμογής της στις ιδιαιτερότητες των στρατιωτικών σχολών είναι καθοριστικοί παράγοντες. Οι πίνακες με τις βάσεις εισαγωγής αποτυπώνουν ξεκάθαρα την αρνητική τάση. Το 2013, η βάση για τα σώματα της ΣΣΕ ήταν 17.608 μόρια, ενώ το 2024 έχει πέσει στα 12.415. Αντίστοιχα, η ΣΜΥ έχει δει τη βάση της να μειώνεται από 15.655 μόρια το 2013 σε 10.290 μόρια το 2024.
Η κυβέρνηση συνεχίζει να προτείνει επιφανειακές λύσεις, όπως η δυνατότητα πρόσβασης στις στρατιωτικές σχολές από περισσότερα επιστημονικά πεδία και η εισαγωγή υποψηφίων από τα ΕΠΑΛ. Αυτές οι παρεμβάσεις μπορεί να διευρύνουν τη δεξαμενή υποψηφίων, αλλά δεν απαντούν στη ρίζα του προβλήματος: τη συστηματική απαξίωση του στρατιωτικού επαγγέλματος. Οι νέοι αποθαρρύνονται όχι μόνο από τις χαμηλές αποδοχές αλλά και από τις συνεχείς μεταθέσεις, την έλλειψη κινήτρων και τις συνταξιοδοτικές περικοπές.
Μήπως αυτό είναι ο στόχος;
Όμως, μήπως αυτή η κατάσταση δεν είναι αποτέλεσμα απλής αδράνειας αλλά συνειδητής πολιτικής επιλογής; Οι δηλώσεις του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια, σε ομιλία του στον Ροταριανό Όμιλο, που είχε αποκαλύψει το Armyvoice.gr αφήνουν λίγα περιθώρια αμφιβολιών. Η αναφορά του στην ανάγκη για «εξορθολογισμό» του αριθμού στρατοπέδων και προσωπικού, με το κλείσιμο 132 στρατοπέδων στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2030», εγείρει σοβαρά ερωτήματα.
Η στρατηγική για τη μείωση του μεγέθους του στρατεύματος μοιάζει να εντάσσεται σε ένα συνολικότερο σχέδιο για μικρότερες και πιο «ευέλικτες» Ένοπλες Δυνάμεις, παρά τις γεωπολιτικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Η σύγκριση με χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, που διαθέτουν τελείως διαφορετικές ανάγκες και προκλήσεις, είναι τουλάχιστον ατυχής.
Η χρονική συγκυρία, μάλιστα, εντείνει τις ανησυχίες. Σε μια περίοδο έντονων γεωπολιτικών προκλήσεων, η μείωση προσωπικού και στρατιωτικών υποδομών δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί επικίνδυνη. Εάν η κυβέρνηση επιδιώκει συνειδητά τη συρρίκνωση των Ενόπλων Δυνάμεων, τότε οφείλει να είναι ξεκάθαρη και να αναλάβει την ευθύνη των επιλογών της απέναντι στον ελληνικό λαό.
Διαβάστε επίσης
Εκτός ΕΟΠΥΥ περισσότερα και γνωστά φάρμακα – Με το κούρεμα Άδωνη στη φαρμακευτική δαπάνη
Νέες ταινίες: Ο κύκλος της ζωής στο πρωτότυπο «Εδώ» του Ρόμπερτ Ζεμέκις