Στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Πειραιά δικάζονται εδώ και μήνες οι φερόμενοι ως υπεύθυνοι της βύθισης του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ», η οποία τον μακρινό Σεπτέμβριο του 2017 εξέγειρε το κοινό αίσθημα εξαιτίας και οικολογικής καταστροφής που προκάλεσε στον Σαρωνικό. Υστερα από χρόνια ερευνών η ελληνική Δικαιοσύνη θα κρίνει πρωτοδίκως αν οι κατηγορούμενοι προκάλεσαν εσωτερική δολιοφθορά με αποτέλεσμα τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου και την τεράστιου μεγέθους πετρελαϊκή κηλίδα που σχηματίστηκε στη θαλάσσια περιοχή του Σαρωνικού. Παρά τη σημαντικότητα της υπόθεσης όμως (όταν είχε συμβεί η βύθιση, η δημοσιογραφική κάλυψη ήταν μεγάλη), αυτή την περίοδο που κρίνεται στο δικαστήριο Πειραιά επί της ουσίας έχει μείνει «ακάλυπτη» από τα ΜΜΕ.
Στη δικαστική αίθουσα το ενδιαφέρον είναι στραμμένο στα επιστημονικά ευρήματα των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που αντικρούονται στο ευαίσθητο ζήτημα της προέλευσης του ρήγματος που επέφερε και τη βύθιση. Συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο εκθέσεις:
• Η μια συντάχθηκε από το Εργαστήριο Ναυπηγικής Τεχνολογίας και τη Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) έπειτα από αίτημα της ανακρίτριας και κάνει λόγο για «εκρηκτική φόρτιση».
• Από την πλευρά του το Ανώτατο Συμβούλιο Ναυτικών Ατυχημάτων (ΑΣΝΑ), βάσει της έκθεσης του οποίου βρίσκονται αυτήν τη στιγμή στο εδώλιο οι κατηγορούμενοι, με προγενέστερη χρονικά έκθεσή του από εκείνη του ΕΜΠ, αποδίδει το ναυάγιο σε ανθρώπινο παράγοντα και δολιοφθορά εκ των έσω. Συγκεκριμένα, στη διάνοιξη των επιστομίων του πλοίου που οδήγησε στην απώλεια ευστάθειας.
Το αξιοπερίεργο με τη συγκλονιστική αυτή υπόθεση, που διανύει το όγδοο έτος της χωρίς να έχει τελεσιδικήσει, είναι ότι δεν παρίσταται κανείς ως πολιτική αγωγή ούτε ακόμη και οι πλευρές που καλούνται να αποδώσουν αποζημιώσεις πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρίσκονται πέντε πρόσωπα, ο εκπρόσωπος της ιδιοκτήτριας εταιρείας του πλοίου Θεόδωρος Κουντούρης, ο ιδιοκτήτης των εταιρειών που ενεπλάκησαν στις διαδικασίες περιορισμού της ρύπανσης και απορρύπανσης λόγω της διαρροής των τόνων πετρελαίου Μιχάλης Σπανόπουλος και ο πλοίαρχος του «Αγία Ζώνη ΙΙ» μαζί με ακόμη δύο μέλη του πληρώματος. Μέχρι στιγμής οι περισσότεροι από τους μάρτυρες έχουν ήδη εξεταστεί.
Οι δύο ερμηνείες
Στις 23 Οκτωβρίου 2018 συνεδρίασε το ΑΣΝΑ, θεωρώντας ότι δεν μπορεί να συντρέχει λόγος της διάνοιξης του ρήγματος από εξωγενή παράγοντα όπως η έκρηξη, καθώς κάτι τέτοιο θα παραμόρφωνε τα χρώματα και θα δημιουργούσε κρατήρα. Ομως το 2019 ήρθε η έκθεση του ΕΜΠ και το αμφισβήτησε μιλώντας ξεκάθαρα για «εκρηκτική φόρτιση» εξωτερικά, η οποία προκάλεσε και το ρήγμα που έφερε στη συνέχεια τη βύθιση.
Στις 20 Ιανουαρίου 2021 συνεδρίασε το πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Εμπορικού Ναυτικού (ΠΣΕΝ). Ο πρώτος ειδικός, Δ.Κ., κατέθεσε εκεί ότι «στην ψαθυρή θραύση έχουμε παραμόρφωση του υλικού, όπως είναι ο χάλυβας,
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, παρά τον σάλο που είχε προκαλέσει η υπόθεση της θαλάσσιας ρύπανσης, σήμερα η δίκη για τους υπαίτιους της καταστροφής βρίσκεται εκτός των «ραντάρ» των ΜΜΕ ο οποίος έχει ποικίλες συμπεριφορές σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να σπάσει σαν φρυγανιά ή σαν μπισκότο. Επειτα από εργαστηριακή έρευνα αποφανθήκαμε ότι η ψαθυρή αστοχία και η πρόκληση του μεγάλου ρήγματος προήλθαν λόγω εκρηκτικής φόρτισης […]. Το ρήγμα προήλθε όχι από βράχο (σ.σ.: όπως υποστήριξαν κάποιοι άνθρωποι του Λιμενικού Σώματος). Η αστοχία του υλικού δεν συνάδει με την υπόλοιπη κατασκευή του πλοίου…».
Ο συνάδελφός του Γ.Κ. με τη σειρά του είπε ότι «η έκρηξη έγινε στη δεξιά πλευρά του πλοίου σε απόσταση 6 ή 7 μέτρων από αυτό. Ψαθυρή θραύση σημαίνει πως έχουν μεταβληθεί οι ιδιότητες του υλικού, καθόσον έχουν εμφανιστεί ευθύγραμμες ρωγματώσεις. Το πλοίο, αν και ανατράπηκε, εντούτοις άργησε να βυθιστεί και να καταλήξει στον βυθό και η ανατροπή αυτή οφείλεται στο ωστικό κύμα». Τα παραπάνω τα αμφισβητεί το Λιμενικό Σώμα, καθώς μια ενδεχόμενη έκρηξη θα έπρεπε να είχε δημιουργήσει και κρατήρα στον πυθμένα, κάτι όμως που δεν έχει συμβεί.
Πρακτικώς λοιπόν το πρωτοβάθμιο ΠΣΕΝ κάλεσε τους εμπλεκόμενους ναυτικούς να τους «δικάσει», καθώς τους παρέπεμψε το ΑΣΝΑ, όμως τους απάλλαξε δεχόμενο την έκθεση του ΕΜΠ.
Στη συνέχεια η Ελληνική Υπηρεσία Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων (EΛΥΔΝΑ), η οποία είναι μάλιστα και όργανο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αφού επιλήφθηκε της υπόθεσης αποφάνθηκε ότι δεν ασχολείται, καθώς δεν είναι ναυτικό ατύχημα, δεχόμενο την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΕΜΠ.
Υπενθυμίζεται πως η εν λόγω υπόθεση εισήχθη στο δικαστήριο βάσει του πορίσματος που είχε συντάξει το ΑΣΝΑ. Αν τελικώς μετά τις νεότερες εξελίξεις το δικαστήριο κρίνει αθώους τους κατηγορούμενους, για να βρεθεί ο πραγματικός υπαίτιος θα πρέπει να ζητηθεί περαιτέρω έρευνα ώστε να βρεθεί ποιος τοποθέτησε την εκρηκτική ύλη και προκάλεσε αυτή την τεράστιων διαστάσεων οικολογική καταστροφή. Αν πάλι η έδρα δεν κρίνει ότι πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω το ζήτημα, ενδέχεται να μη μάθουμε ποτέ ποιος και για ποιο λόγο προκάλεσε τη θαλάσσια ρύπανση.
Το χρονικό της βύθισης
Σύμφωνα με έκθεση του Γ΄ Ανακριτικού Συμβουλίου Ναυτικών Ατυχημάτων, το ναυάγιο προκλήθηκε από «εκ προθέσεως πράξεις και παραλείψεις και εξ αμελείας αντίστοιχα», ενώ επισημαίνεται πως υπάρχουν ενδείξεις ότι «συγκεκριμένες ενέργειες συντελέστηκαν βάσει σχεδίου προκειμένου να αποκομιστεί οικονομικό όφελος». Σύμφωνα με όσα αναφέρει το παραπεμπτικό βούλευμα, τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες της 10ης Σεπτεμβρίου 2017 ο αξιωματικός μηχανής του πλοίου και ο ναύτης που είχε παραμείνει στο πλοίο «άνοιξαν χειροκίνητα τα επιστόμια του δικτύου εισροής θαλασσινού νερού στις δεξιές πλευρικές δεξαμενές έρματος και τα στόμια (καπάκια) των δεξαμενών φορτίου και των θυρίδων επιθεώρησης φορτίου που βρίσκονταν στο κατάστρωμα του πλοίου».
Αποτέλεσμα ήταν να μπει θαλασσινό νερό στις «δεξιές πλευρικές δεξαμενές έρματος οι οποίες ήταν άδειες» κι έτσι να προκληθεί ασύμμετρη κατάκλιση του πλοίου, δηλαδή το πλοίο έγειρε προς τα δεξιά. Στη συνέχεια άρχισε να μπαίνει νερό κι από φινιστρίνι που ήταν ανοιχτό, κάτι που ενέτεινε την εισροή υδάτων. Με αυτό τον τρόπο ξεκίνησε η βύθιση του «Αγία Ζώνη ΙΙ» ύστερα από δύο και πλέον ώρες.
Η κλίση προς τα δεξιά έφερε και τη διαρροή του φορτίου στη θάλασσα κι αμέσως, όπως φαίνεται, ενημερώθηκε τηλεφωνικά ο πλοίαρχος, στη 1.20 π.μ. Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι λιμενικές αρχές ενημερώθηκαν για το συμβάν όχι από κάποιο μέλος του πληρώματος ή από τον πλοίαρχο, όπως αρμόζει σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά από παραπλέον πλοίο που αντιλήφθηκε την κατάσταση. Απλώς έγινε με καθυστέρηση σχεδόν μίας ώρας, συγκεκριμένα στις 2.10.
Το ιστορικό της φόρτωσης
Σύμφωνα με όσα είχε καταθέσει ενόρκως ο κατηγορούμενος πλοίαρχος του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ», «στις 8 Σεπτεμβρίου 2017 φύγαμε από το αγκυροβόλιο Πειραιά και καταπλεύσαμε στο αγκυροβόλιο την 15.30, μέχρι και την 23.30 ώρα όπου και μας ειδοποίησαν στο VHF να πάρουμε την άγκυρα και να προσεγγίσουμε για πρυμοδέτηση σε προβλήτα των ΕΛΠΕ […]. Η φόρτωση ξεκίνησε περίπου τη 2.00 της 9 Σεπτεμβρίου και περατώθηκε την 8.40 εν συνεχεία τη 10.30 αποπλεύσαμε για αγκυροβόλιο Πειραιά λόγω του ότι καθυστερήσαμε να πάρουμε χαρτιά και να σφραγιστεί το φορτίο από το τελωνείο».
Τότε εκφορτώθηκαν 248,7 τόνοι μαζούτ υψηλού θείου, 1.347 μετρικοί τόνοι μαζούτ HFO380 υψηλού θείου και περίπου 172 μετρικοί τόνοι πετρέλαιο MGO. Επίσης, το πλοίο ήταν ήδη φορτωμένο με 548 τόνους μαζούτ HFO380 και 168 μετρικούς τόνους πετρέλαιο MGO. «Τα πετρέλαια φορτίου που είχαν παραμείνει στο πλοίο ήταν για μια πετρέλευση στο πλοίο “Αγγελική Β”, το οποίο είχε καθυστερήσει να αφιχθεί στο αγκυροβόλιο του Πειραιά», όπως επισημαίνει ενόρκως ο πλοίαρχος.
Μετά τη φόρτωση του πετρελαίου το «Αγία Ζώνη ΙΙ» κατέπλευσε προς το βόρειο τμήμα του αγκυροβολίου του Πειραιά νοτιοδυτικά της νήσου Αταλάντης στον Σαρωνικό κόλπο. Στη συνέχεια από το ενδεκαμελές πλήρωμα του δεξαμενόπλοιου αποχώρησαν με εντολή του πλοιάρχου σταδιακά τα εννιά μέλη και συμφώνησαν να επιστρέψουν τις πρώτες πρωινές ώρες.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, η απουσία μελών του πληρώματος έγινε κατά παράβαση της νομοθεσίας, καθώς επιβάλλεται η παρουσία αξιωματικού καταστρώματος και μηχανής στο πλοίο. «Παραβιάστηκαν τα μέτρα φύλαξης και ασφάλειας», τα οποία όμως κρίνονταν «άκρως αναγκαία και επιβεβλημένα», δεδομένου ότι το πλοίο μετέφερε «πετρελαιοειδή φορτία» και επομένως υπήρχε κίνδυνος «προσάραξης, βύθισης, πυρκαγιάς και διαρροής φορτίου με αποτέλεσμα πρόκληση εκτεταμένης θαλάσσιας ρύπανσης».
Διαβάστε επίσης
Ανίερη διαπραγμάτευση με φόντο το πόρισμα των Τεμπών;
Με την Ιουλία, τον Αντρέα και τον κόσμο που σηκώνεται
Τραμπ: «Η ΕΕ φτιάχτηκε για να πηδ… τις ΗΠΑ» – Προανήγγειλε δασμούς 25% στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Video)