Μπροστά στον ίλιγγο της πολιτικής ακροβασίας (ακρίβεια, έλλειψη φαρµάκων, ενεργειακή κρίση, τεταµένες σχέσεις µε την Τουρκία) ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει µε αµείωτο πείσµα τη µεγαληγορία της πολιτικής ελαφρότητας.
Πιστός στο δόγµα ότι όλα είναι εικόνα και η κοινωνία είναι εθισµένη στην εικονικοποιηµένη πραγµατικότητα, συνεχίζει τη µηνυµατική πολιτική του και τη στρατηγική της συγκεκαλυµµένης αλήθειας.
Ναι, η κοινωνία είναι µηνυµατική και αυτό γιατί ο πολιτισµός µας καλλιέργησε την υποχωρητική σιωπή, η οποία συλλέγει νεκρές διάρκειες της κοινωνικής µας επικοινωνίας. Και επίσης η κοινωνία είναι εικόνα γιατί αυτοσχεδιάζεται όχι στο όνειρο, αλλά στη συµβατικότητα του φαίνεσθαι.
Μια διευκρίνιση όµως. Ο Πολ Βιριλιό µάς εξηγεί ότι η εικόνα σήµερα γίνεται οπτική απάτη και αυτό επειδή κατευθύνει το βλέµµα στο σηµείο θέασης που αναγγέλλεται ως σηµείο πώλησης ή σηµείο εντυπωσιασµού. Με άλλα λόγια, εκεί όπου η εικόνα έχει κάποιο στόχο παγιδεύεται το βλέµµα, το οποίο και δροµολογείται στη διαδικασία του προβαλλόµενου ορατού.
Ολα λοιπόν τα µηνύµατα εικόνας και λόγου του κ. Μητσοτάκη απευθύνονται στον καταναλωτή πολίτη και εκείνος (ο πολίτης) πρέπει να επιθυµήσει το προϊόν και να οδηγηθεί σε µια βαθµιαία επιλογή τού προβαλλόµενου µηνύµατος (προερχόµενου από την εικόνα ή τον λόγο).
Οι πολλές εµφανίσεις του κ. Μητσοτάκη έχουν διπλή πρόθεση.
Πρώτον, να εσωτερικευθεί η εικόνα του ως διθυραµβικού πολιτικού και, δεύτερον, να δείξει ότι εκείνος αποτελεί το καλύτερο «πολιτικό προϊόν» µακράν όλων των άλλων.
Οι σύµβουλοί του έχουν επενδύσει σε δύο άξονες.
Στη µηνυµατική πολιτική ως υποκατάστατο ψυχολογικής ικανοποίησης (supplément d’âme), δεδοµένου ότι ο πολίτης σήµερα κινείται στις αποστειρώσεις ενός φανταστικού λεκτικού ευνουχισµού. Και αυτό επειδή ο πολίτης έχει βαρεθεί τα πολιτικά τροπάρια µε τις µεγαλόσχηµες υποσχέσεις και ζητά µόνο συνθηµατικές απηχήσεις.
Επίσης οι σύµβουλοί του έχουν επενδύσει στις συνήθεις εικονοφαντασιακές επήρειες των πολιτών. Γνωρίζουν καλά –και σαφώς δεν κάνουν λάθος– ότι οι εικόνες (ακόµη και αν απεικονίζουν νυχτερίδες σε κλωνάρια ρηµαγµένων δασών) λειτουργούν στους πολίτες ως αρµίδι που τους δένει µε τις εσώκλειστες διάρκειες εκείνου που παρουσιάζουν.
Γιατί άραγε όλη αυτή η εικονολαγνεία, η προβολή του κ. Μητσοτάκη; Μα επειδή η εικόνα αποτελεί µια µεσίτευση πέρα από την πραγµατικότητα. Ανεξάρτητα πώς κυβερνά ο κ. Μητσοτάκης, η δοσοληψία της εικόνας ξεπερνά τις διαχειριστικές ανικανότητές του. Τι πιο αποτελεσµατικό για το βασίλειο των κυβερνητικών σκανδάλων της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη από την κάλυψη της πραγµατικότητας µέσω της εικόνας.
Τα σκάνδαλα του παρελθόντος αλλά και εκείνα τα οποία συνεχίζουν να είναι εν δράσει, όπως παρακολουθήσεις, περιπτώσεις Πάτση, Χειµάρα, παλαιότερα της γγ Αντεγκληµατικής Πολιτικής µε τις απευθείας αναθέσεις προµήθειας υγειονοµικού υλικού, καθώς και οι απευθείας αναθέσεις των ΕΛΤΑ εν µέσω καραντίνας για την κατασκευή ηλεκτρονικού υλικού αλλά και οι απευθείας αναθέσεις του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής κ.λπ., όλα αυτά δεν αποτελούν ζηµιογόνο κοµµάτι του οικονοµικοκοινωνικού κεφαλαίου κατά τον κ. Μητσοτάκη. Και για όλα τα παραπάνω έχει εφευρεθεί ένας τρόπος ώστε να χάσουν την έκτασή τους. Πρόκειται για την παγίδα του µατιού (µε τις συχνές εµφανίσεις του κ. Μητσοτάκη στα µέσα τηλε-επιτήρησης), η οποία γίνεται και παγίδα των σκέψεων.
Ετσι η παρατεταµένη σκανδαλολογία πρέπει να χάσει το ρεύµα της αντοχής της και για να συµβεί αυτό θα πρέπει να αντιµετωπιστεί αφοριστικά µε ένα στρατό από ξεθυµασµένες και ανεκδιήγητες δικαιολογίες.
Τα σκάνδαλα από την πλευρά της Ν∆ µπαίνουν σε µια γκροτέσκα τυποποίηση. Χωρίζονται σε θεµατικά σκάνδαλα, που σύµφωνα µε τους πολιτικούς της Ν∆ πρόκειται για διασκευές της αλήθειας από εχθρούς της παράταξης, και σε κύµατα σκανδάλων όπου δηµιουργούνται συζεύξεις προκειµένου να δηµιουργήσουν απροσδόκητες φθορές στη Ν∆ και ουσιαστικά (για τη Ν∆) δεν είναι σκάνδαλα αλλά κουτσοµπολιά.
Φαίνεται ότι στη Ν∆ έχουν υιοθετήσει εκείνο που έλεγε η Σιµόν ντε Μποβουάρ: «Αυτό που είναι σκανδαλώδες µε το σκάνδαλο είναι ότι το συνηθίζεις». Ο δε κ. Μητσοτάκης, που ρίχνει νερό στον µύλο της υπερεκτιµηµένης εικόνας του ή στην πρόκληση του εντυπωσιασµού θεωρώντας τον εαυτό του πλήρως πετυχηµένο, µάλλον ενστερνίζεται εκείνο που έλεγε ο Ιταλός σεναριογράφος και σκηνοθέτης Μαρτσέλο Μαρκέζι: «Η επιτυχία είναι σκανδαλώδης. Το σκάνδαλο είναι πετυχηµένο».