Αφροδίτη Μάνου: «Μου έκοψαν την καλημέρα επειδή στηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ»

Αφροδίτη Μάνου: «Μου έκοψαν την καλημέρα  επειδή στηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ»

Της εξήγησα από την αρχή ότι σκοπός της_x000D_
συνέντευξης που της ζήτησα δεν ήταν να μιλήσουμε για την καλλιτεχνική της_x000D_
καριέρα, άλλωστε κάθε άλλο παρά ειδικός επί του θέματος είμαι. 

Την άκουσα πριν από μερικούς μήνες σε μουσική σκηνή να τραγουδάει σε δική της μετάφραση στα ελληνικά το τραγούδι των Simon & Garfunkel «The sound of silence» και εντυπωσιάστηκα. Τον τελευταίο καιρό επίσης τη βλέπω δραστήρια στο Facebook, να προβάλλει θέσεις και απόψεις που κάθε άλλο παρά σε μια ΕΚΚΕτζού (μέλος του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κινήματος Ελλάδας), όπως τη λέγαμε στα νιάτα μας, ταιριάζουν. Δέχτηκε πρόθυμα και η πρώτη ουσιαστική ερώτηση ήταν για το σύγχρονο καφενείο, το Facebook.

«Είναι πολύ διαφορετικό από το καφενείο, με πολλά συν και μείον. Το μεγαλύτερο μειονέκτημά του είναι ότι δεν βλέπεις τον απέναντί σου. Δεν ξέρω πόσες εκατοντάδες “Τσε” και πόσα “σκυλάκια” μού έχουν κάνει αίτημα φιλίας. Η ανωνυμία, βεβαίως, πάει χέρι χέρι με την έλλειψη απόψεων, βολεύει και τα τρολ και αυτούς που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, υπαλλήλους ή άλλως πώς αμειβόμενους πολιτικών φορέων και κομμάτων. Το καλύτερο με αυτό το καφενείο είναι ότι η απόσταση μπορεί να σε κάνει να επανέρχεσαι στον διάλογο με κάποιον που κάποτε και για οποιονδήποτε λόγο σταμάτησες. Αναφορικά με τα fake news δεν πιστεύω ότι έχουμε ανάγκη το Facebook για να διαδοθεί ένα ψεύτικο νέο. Αυτά τα πράγματα γίνονταν πάντα, ίσως περισσότερο την εποχή που δεν είχαμε τα μέσα που έχουμε σήμερα.

Πρόσφατα συμμετείχες σε δύο συναυλίες που είχαν χαρακτήρα ιστορικής αναφοράς με θέμα την Kατοχή και τα τραγούδια της. Eχει ο κόσμος ανάγκη να τραγουδάει για ήρωες και για έπη;

Έστω και χαλαρά γίνεται και στη χώρα μας προσπάθεια να γιορτάζεται το τέλος και όχι η αρχή του πολέμου. Με αυτή την έννοια δέχθηκα να συμμετάσχω τραγουδώντας παλιά τραγούδια τα οποία δεν με ενδιαφέρουν καθόλου πια. Πιστεύω ότι τα αντάρτικα είναι πεθαμένα πράγματα, όχι όμως τα τραγούδια του Θεοδωράκη με τους στίχους του Καμπανέλλη που μιλούν για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, γιατί βλέπουμε τα πράγματα πώς σκοτεινιάζουν γύρω μας. Τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι ένα μουσειακό είδος δεμένο με την εποχή και καλό είναι να τραγουδιούνται σε μια τέτοια εκδήλωση ιστορικής αναφοράς.

Πέρα από αυτά θεωρώ ότι οποιαδήποτε ανάμνηση αυτήν τη στιγμή είναι ολέθρια. Ειδικά η νοσταλγία καταντάει επικίνδυνη. Στην τέχνη –με την απόσταση του χρόνου– δικαιώνεται όποια ανοησία και κακογουστιά έχει υπάρξει. Είναι καταστροφικό να παίρνεις παραδείγματα από γεγονότα που συνέβησαν 50, 70 και 100 χρόνια πριν.

Κάποια στιγμή στην καριέρα σου έγινες από ερμηνεύτρια δημιουργός.

Εντελώς ερήμην μου έγινε αυτή η επιλογή. Προφανώς υπήρχαν πράγματα που ζητούσαν να εκφραστούν και βέβαια μόνο με την ερμηνεία δεν έβγαιναν. Πιστεύω ότι ο δημιουργός συνομιλώντας με τον εαυτό του συνομιλεί ταυτόχρονα με κάτι πιο οικουμενικό. Αυτή η συνομιλία είναι που σε κάνει να γνωρίζεις ποιος είσαι, ποιες είναι οι δυνατότητες και οι αδυναμίες σου και να μπορείς να προχωράς ξέροντας ότι μπορείς να κάνεις πράξη αυτό που αποφασίζεις. Η δική μου η γενιά πάσχει από το γνώθι σαυτόν, υπερτίμησε και υποτίμησε πολλά πράγματα και κατευθύνεται με πράγματα φορεμένα στο κεφάλι.

Ως πολίτης της Ελλάδας έχω πάρα πολλά κενά στο κεφάλι μου. Αυτά που συμβαίνουν γύρω μας είναι υπερβολικά. Η ενημέρωση, η γνώση και η σύγκριση είναι όλα λειψά. Δεν μπορώ να διαμορφώσω άποψη. Συμβαίνουν πράγματα πολύ σοβαρά και εγώ δεν ξέρω σημαντικά στοιχεία, όπως τι έχει συμβεί από τη στιγμή που αυτή η χώρα πήρε το πρώτο δάνειο από τους Ευρωπαίους. Είμαστε μια χώρα 200 χρόνων που νομίζει ότι είναι 2.500 χρόνων. Είμαστε νεόπλουτη χώρα και αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε. Κάναμε κάτι διαβάσματα από δω και από κει τη δεκαετία του ’70 και ενώ τα συζητάγαμε δεν λέγαμε τι θέλουμε. Εγώ αναμασούσα πράγματα και είδα ότι όλα αυτά που έλεγα δεν υπάρχουν, ποτέ δεν υπήρξαν.

Γράφοντας λοιπόν το πρώτο μου τραγούδι έκανα την προσωπική μου μικρή επανάσταση. Είμαι άνθρωπος που δεν είναι εύκολος, δεν πάει με τα νερά των ανθρώπων, που ψάχνεται από το πρωί μέχρι το βράδυ, βάζει σε δοκιμασία τον εαυτό του. Αυτό κοστίζει ακριβά, δεν έχω μόνιμους φίλους, από το Facebook με έχουν διαγράψει πρώην εραστές μου οι οποίοι δεν μου έκοψαν την καλημέρα όταν τους χώρισα. Το έκαναν επειδή στηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ· δεν είμαι ΣΥΡΙΖΑ αλλά τον στηρίζω.

Δεν είμαι καλλιτέχνης που απευθύνεται σε όλο το κοινό, είμαι περιορισμένου βεληνεκούς καθώς ο κοινωνικός, πολιτικός και αισθητικός προβληματισμός μου για να επιδοθεί απαιτεί ένα επίπεδο σκέψης και καλλιέργειας. Γι’ αυτό δεν μπορώ να απολαύσω την ευρεία αποδοχή παρά μόνο σε λίγα τραγούδια πιο απλά, όπως στο «Αμόρε μίο, εμείς οι δύο και το φεγγάρι μαργαριτάρι» και σε κάτι τέτοια.

Η κρίση έκλεισε πολλά μεγάλα μαγαζιά, άνοιξε όμως περισσότερες μικρές σκηνές.

Που έχουν κοινό από πέντε έως δώδεκα άτομα. Έτσι κι αλλιώς η μουσική δεν είναι πια της μόδας. Ακόμη και πριν από την κρίση η μουσική παραγωγή είχε υποβαθμιστεί εξαιτίας της επελαύνουσας πειρατείας. Από την άλλη, με την υπερκατανάλωση από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το διαδίκτυο η μουσική απαξιώθηκε. Ακόμη και τα τραγούδια που ανεβάζει ο ένας στον άλλο στο Facebook είμαι απολύτως σίγουρη ότι δεν τα έχει ακούσει ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Αυτό είναι δυσάρεστο και παράδοξο, γιατί η μουσική είναι η πρώτη τέχνη που καλλιέργησε ο άνθρωπος και αυτήν τη στιγμή δεν έχει επαφή μαζί της. Παίζει σαν ηχητικό φόντο στο ασανσέρ.

Παρά ταύτα ετοιμάζεις έναν δίσκο με γνωστά τραγούδια μεταφρασμένα στα ελληνικά.

Δεν ξέρω καν αν θα βγουν σε δίσκο, μπορεί να παίζονται σε συναυλίες ή μπορεί να τα εκδώσω σε βιβλίο. Σκέφτομαι σοβαρά να προτείνω σε εκδοτικό οίκο να μεταφράσω τραγούδια του Λέοναρντ Κοέν και μια σειρά από τραγούδια του Μπομπ Ντίλαν. Μιλάμε κυρίως για τραγούδια της δεκαετίας του ’60 που τα τραγουδάγαμε και τα χορεύαμε χωρίς να καταλαβαίνουμε ακριβώς τι λένε. Εκείνη η περίοδος ήταν, μετά το ’30, η δεύτερη φάση επαναστατικής τέχνης στον 20ό αιώνα.

Ήταν μια εποχή πολλά υποσχόμενη· βγήκαν τραγούδια που δεν ήταν «Σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς» και αγγίζανε τη νεολαία όλου του κόσμου, την ξεσήκωναν και νομίζαμε ότι την πολιτικοποιούν. Αυτό ήταν το κίνητρο, έψαξα να βρω τραγούδια που άλλαξαν τον κόσμο. Θέλω να είναι τραγούδια που άφησαν σημαντικό ίχνος στη ζωή μας. Υπάρχουν πράγματα και δικά μου και άλλων που θέλω να τα πω, αυτό δεν θα το γλιτώσετε, θα τα πω μετά μουσικής.

Ετικέτες

Documento Newsletter