Η έξοδος από την καραντίνα σηματοδότησε, τρόπον τινά, μια επανεκκίνηση.του πολιτικού λόγου που είχε μείνει στο συρτάρι.
«Εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2020» κατέθεσε η κυβέρνηση στην Κομισιόν, μια προσπάθεια επανασχεδιασμού της πολιτικής της, μια προσαρμογή στις τρέχουσες συνθήκες. Ο πρώην υπουργός Οικονομίας Ευκλείδης Τσακαλώτος αντιπαρατέθηκε σε αυτό με μια πανθομολογούμενα εξαιρετικά συνεκτική και εύστοχη κίνηση, απαριθμώντας τα επιτεύγματα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ τα οποία βιτριολικά αμφισβητούσε η ΝΔ ως αντιπολίτευση. Παρουσίασε τους πίνακες που υιοθετεί πλέον η σημερινή κυβέρνηση και αποδεικνύουν (όλα αυτά επί ΣΥΡΙΖΑ) μείωση της ανεργίας αλλά και μείωση της μερικής απασχόλησης έναντι της πλήρους, μείωση του αριθμού των ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, μείωση των οικονομικών ανισοτήτων αλλά και αύξηση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης.
Επαινετά όλα αυτά σε επίπεδο αντιπαράθεσης, αλλά εκτιμώ ότι επιφέρουν πολιτική αφλογιστία. Είναι επιχείρημα… last year. Η πολιτική που εφάρμοσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που δέχτηκε ως λύση τα νεοφιλελεύθερης κοπής μέτρα των θεσμών ήταν συγκεκριμένη και βάδισε στους μονόδρομους που της έστρωσαν. Επιχείρησε να κάνει προσαρμογές στο κοινωνικό επίπεδο (αξιέπαινη η κάλυψη της περίθαλψης των ανασφάλιστων, ο μετριασμός της φτώχειας κυρίως όμως με επιδοματική πολιτική) αλλά δεν είχε όραμα πέρα από την έξοδο από τα μνημόνια. Δεμένη με βαρίδια μνημονιακά, υποχρεωμένη να βρει λύσεις στις αφόρητες πιέσεις για ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, «κόκκινα» δάνεια και προστασία πρώτης κατοικίας, πατούσε σε δύο βάρκες που η μία βύθιζε την άλλη. Ιεράρχησε την αύξηση της φορολογίας για δημιουργία αποθεματικού ώστε να αποκτήσει μια φιάλη οξυγόνου και να μετριάσει κάπως τις (δικαιολογημένες) αντιδράσεις.
Γι’ αυτό όμως έδωσε όμως εξετάσεις στην κάλπη και απέτυχε. Δεν εκπόνησε ένα πρόγραμμα πνοής και σταδιακής απεξάρτησης από τα μνημόνια, αλλαγής του μοντέλου παραγωγής, επένδυση σε άλλους τομείς πλην του τουρισμού, ενίσχυσης των δυνατοτήτων των μικρών παραγωγικών δυνάμεων της οικονομίας. Έτσι, αν τώρα έρχεσαι να (απο)δείξεις πόσο καλά τα έκανες, είναι αργά. Έχεις αποδοκιμαστεί και δεν είναι αποτέλεσμα της διαστρέβλωσης των επιτευγμάτων σου από τη ΝΔ. Ποτέ δεν φταίει μόνο αυτό, να επιρρίπτεις δηλαδή στον αντίπαλο τις ευθύνες, επειδή απλώς αποφεύγεις να αγγίξεις τις δικές σου.
Επί του προκειμένου, η ΝΔ παρουσιάζει ένα σχέδιο (και πολύ καλά κάνει, είναι στις ράγες της λογικής της, είχε και απαραίτητα καύσιμα από τα «μαξιλάρια», φορτσάρει για περισσότερες και ευρύτερες νεοφιλελεύθερες λύσεις εδώ και τώρα). Η απάντηση από ένα κόμμα που έχει μείνει στην εξουσία και δηλώνει ότι επιδίωξή του είναι να ξαναβρεθεί εκεί δεν μπορεί να δοθεί στη βάση «και διηγώντας τα να κλαις».