Οι ΗΠΑ και οι Ταλιμπάν, στην εξουσία στο Αφγανιστάν, συνέχισαν αυτή την εβδομάδα τις συνομιλίες τους στη Ντόχα, την πρωτεύουσα του Κατάρ, σχετικά με τη δημιουργία μηχανισμού που θα επιτρέψει να αποδεσμευτούν κεφάλαια, μετά τον ιδιαίτερα φονικό σεισμό που έπληξε τη χώρα, ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Οι Ταλιμπάν αναζητούν τρόπο να αποδεσμευτεί μέρος των αφγανικών αποθεμάτων που είχαν κατατεθεί στο εξωτερικό –κι έχουν κατασχεθεί από τις ΗΠΑ– μετά την καταστροφή. Η Ουάσινγκτον θέλει εγγυήσεις πως θα χρησιμοποιηθούν για ανθρωπιστικούς σκοπούς.
Στις συναντήσεις την Τετάρτη και την Πέμπτη οι ΗΠΑ επανέλαβαν την πρόσφατη υπόσχεσή τους να αποδεσμεύσουν 55 εκατ. δολάρια για να προσφερθεί βοήθεια στους σεισμοπαθείς, αναφέρει δελτίο Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Και «οι δύο πλευρές συζήτησαν λεπτομερώς τις ενέργειες των ΗΠΑ για να διατηρηθούν 3,5 δισεκ. δολάρια στα αποθέματα της αφγανικής τράπεζας προς όφελος του αφγανικού λαού», προστίθεται.
Οι ΗΠΑ, επικεφαλής της αντιπροσωπείας των οποίων ήταν ο ειδικός επιτετραμμένος της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν για το Αφγανιστάν, ο Τομ Γουέστ, αναφέρθηκαν επίσης στις «ανησυχίες τους όσον αφορά την αυξημένη ανάμιξη των Ταλιμπάν στη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας» και για «τη διαφάνεια στην παροχή υπηρεσιών».
Αφού ανακατέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν τη 15η Αυγούστου 2021, η Ουάσινγκτον κατέσχεσε τον Φεβρουάριο επτά δισεκατομμύρια δολάρια, μέρος των αποθεμάτων της αφγανικής κεντρικής τράπεζας, που ήταν κατατεθειμένα στις ΗΠΑ.
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν σκόπευε το μισό από το ποσό αυτό να διατεθεί για την αποζημίωση των οικογενειών των θυμάτων των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ και το άλλο μισό για να προσφερθεί ανθρωπιστική βοήθεια στο Αφγανιστάν, αλλά κατά τρόπο που θα εγγυάται ότι τα χρήματα δεν θα πέσουν στα χέρια του νέου φονταμενταλιστικού σουνιτικού καθεστώτος.
Η ασιατική χώρα, αντιμέτωπη με πολύ σοβαρή οικονομική κρίση, χτυπήθηκε από σεισμό 5,9 βαθμών ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 1.000 ανθρώπους στο ανατολικό της τμήμα.
Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ανέφερε κατά τη διάρκεια των συνομιλιών ότι υποστηρίζει «τα αιτήματα του αφγανικού λαού να επιτραπεί τα κορίτσια να επιστρέψουν στο σχολείο και να επιτραπεί οι γυναίκες να εργάζονται, συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, να μετακινούνται και να εκφράζονται ελεύθερα», σύμφωνα με το δελτίο Τύπου του αμερικανικού ΥΠΕΞ.
Ωστόσο, η ειδική απεσταλμένη για τα δικαιώματα των γυναικών στο Αφγανιστάν, η Ρίνα Αμίρι, ανέφερε μέσω Twitter πως αποφάσισε να μην πάρει μέρος στις συνομιλίες.
Παρότι τόνισε πως υποστηρίζει τις συζητήσεις για ορισμένα ζητήματα με τους Ταλιμπάν, προκειμένου να βελτιωθεί η ζωή των Αφγανών, πρόσθεσε πως είναι «πολύ ανήσυχη για τις ενέργειες των Ταλιμπάν σε πεδία για τα οποία είναι αρμόδιο το γραφείο μου» και «απογοητευμένη για το γεγονός ότι η σθεναρή διεθνής δέσμευση δεν έχει οδηγήσει ως αυτό το στάδιο σε ουσιώδη αποτελέσματα για τις γυναίκες, τα κορίτσια και τους πληθυσμούς που κινδυνεύουν».