Φοιτητές και καθηγητές καταγγέλλουν στο Documento την αιφνιδιαστική και ανυπόστατη εισήγηση της διοικούσας επιτροπής του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας (ΔΙΠΑΕ), το οποίο στερείται πρυτανικής αρχής, προς το υπουργείο Παιδείας για τη μεταφορά δύο τμημάτων, της Πληροφορικής και των Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης, στις Σέρρες, αλλά και για την κατάργηση του τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση διαφημίζει την… πράσινη ανάπτυξη!
Ο Ενιαίος Σύλλογος Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΕΣΔΕΠ) του πανεπιστημίου βρέθηκε αμέσως απέναντι στην επίμαχη εισήγηση κάνοντας λόγο για «ύβρη απέναντι στην ακαδημαϊκή κοινότητα του Πανεπιστημίου», για εισήγηση που «δυσφημεί το Πανεπιστήμιο και τα τμήματά του και απαξιώνει τις προσπάθειες όλων των μελών ΔΕΠ για ουσιαστική αναβάθμιση της ερευνητικής και εκπαιδευτικής λειτουργίας και των σύγχρονων προγραμμάτων σπουδών των τμημάτων». Παράλληλα, εκατοντάδες φοιτητές του ΔΙΠΑΕ βγήκαν στους δρόμους της Θεσσαλονίκης διαδηλώνοντας κατά της εισήγησης, που ακυρώνει κόπους ετών καθώς η υλοποίησή της τινάζει στον αέρα το μέλλον πολλών σπουδαστών και οικογενειών που αδυνατούν οικονομικά να αντεπεξέλθουν σε μια αναγκαστική μετακόμιση.
«Είναι εγκληματίες, δεν θέλουν να σπουδάσω»
Το Documento μίλησε με τρεις φοιτητές του ΔΙΠΑΕ για την αναταραχή και το αίσθημα αδικίας που τους προκάλεσε αυτή η παράτυπη εισήγηση αλλά και για την εγκατάλειψή τους από την πολιτεία. Από την πλευρά τους πανεπιστημιακοί δάσκαλοι κάνουν λόγο για «μείωση των δαπανών και απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων». «Χώρα χωρίς αναβαθμισμένη δημόσια δωρεάν παιδεία δεν έχει κανένα μέλλον» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Καλτσώνης, καθηγητής Θεωρίας Κράτους και Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Για υποβάθμιση μιλά ο Δημήτρης Λιατίφης, φοιτητής στο τμήμα Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης: «Νιώθω απογοήτευση γιατί η πολιτεία δεν μας νοιάζεται. Μιλάνε για αναβάθμιση την ίδια στιγμή που κλείνουν τμήματα και έχουν συγχωνεύσει πόσα άλλα» και συνεχίζει τον συλλογισμό του: «Μετά νιώθω και εκνευρισμό γιατί τέσσερα χρόνια παλεύω εδώ να τα βγάλω πέρα με τις διαδρομές μέχρι τη Σίνδο. Μπαίναμε στο 52, ένα πολύ άσχημο λεωφορείο στο οποίο δεν θες να μπεις, και τώρα με το αυτοκίνητο μετά βίας τα βγάζουμε πέρα λόγω του κόστους της βενζίνης».
Δηλώνει «εκνευρισμένος γιατί νιώθω ότι μας έχουν παρατήσει. Νιώθω ότι δεν θέλουν να σπουδάσω και δεν θέλουν να κάνω κάτι στη ζωή μου, επειδή ό,τι περνά από το χέρι τους για να δυσκολέψουν τη φοίτησή μου το έχουν κάνει. Για εμένα είναι εγκληματίες πλέον».
Παράλληλα ο Δ. Λιατίφης θέτει ευρύτερα το πρόβλημα: «Δεν είναι μόνο η σχολή, είναι και η ζωή των γονιών μας που είναι δύσκολη. Πολλοί φοιτητές δεν τα βγάζουν πέρα. Εργαστήρια δεν έχουμε, μας τα έκοψαν, καθαριότητα δεν υπάρχει. Για τους γονείς μου η μεταφορά στις Σέρρες θα σήμαινε νέα έξοδα. Θα έπρεπε να βρούμε σπίτι και να το επιπλώσουμε. Θα χάσω όλη μου τη ζωή που έχτισα με νύχια και με δόντια εδώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Εγώ μπορεί να τα καταφέρω να σπουδάσω στις Σέρρες, αλλά υπάρχουν πολλά παιδιά που δεν θα μπορέσουν να πάνε. Οι γονείς μου θα με στέλνανε από το υστέρημά τους και νιώθω τυχερός».
«Μας έχουν παρατήσει. Δεν σηκώνουν καν τα τηλέφωνα»
Ο Βασίλης Καρυπίδης, φοιτητής στο τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος, εξιστορεί πώς έφτασαν ως εδώ: «Το υπουργείο Παιδείας πριν από λίγο καιρό έδωσε μια πρόταση σε όλα τα πανεπιστήμια σχετικά με τη διαμόρφωση του νέου ακαδημαϊκού χάρτη. Στη δική μας περίπτωση, ενώ όλα έβαιναν καλώς, ενημερωθήκαμε ότι η διοικούσα επιτροπή ψήφισε για την κατάργηση του τμήματός μας. Οι άνθρωποι οι οποίοι θα έπρεπε να μας υπερασπιστούν, η διοίκηση, δεν μας υπερασπίζονται. Θα έπρεπε να λειτουργούν με βάση το καλό των φοιτητών και μας έχουν αφήσει σε πλήρη άγνοια. Δεν μπορούμε καν να επικοινωνήσουμε μαζί τους, δεν σηκώνουν τα τηλέφωνα. Ολοι μας βρισκόμαστε σε τέλμα και θέλουμε να συνεχίσουμε τις σπουδές μας».
Στη συνέχεια αναλύει την επιχειρηματολογία και τη μεθόδευση: «Τα επιχειρήματα της διοικούσας επιτροπής για το κλείσιμο του τμήματος ήταν αβάσιμα. Αρχικά μίλησαν για τη βάση εισαγωγής, όμως τις τρεις χρονιές που λειτουργεί είχε την πρώτη (2020) και τη δεύτερη (2021) μεγαλύτερη βάση σε σύγκριση με όλα τα υπόλοιπα αντίστοιχα τμήματα πανελλαδικά. Μετά αναφέρουν ότι έχουμε λίγους εισακτέους –36 από ΓΕΛ–, αλλά δεν υπολογίζουν εκείνους από τα ΕΠΑΛ. Οπότε υπάρχει και κοινωνικός ρατσισμός, λες και οι μαθητές του ΕΠΑΛ είναι παιδιά κατώτερου θεού και δεν μετράνε στους δείκτες. Το τρίτο ζήτημα που έθεσαν είναι μια ανεξάρτητη αρχή η οποία πιστοποιεί τα προγράμματα σπουδών. Βέβαια εμείς μόλις καταθέσαμε την αίτηση για πιστοποίηση επειδή ήμασταν καινούργιο τμήμα, ζήτημα που φυσικά αφορά και πολλά άλλα πανελλαδικά».
«Δεν θέλω να βιώσει άλλος το χάλι με τις συγχωνεύσεις»
Ιδιαίτερη περίπτωση είναι ο Δημήτρης Μανώλης, φοιτητής στο τμήμα Πληροφορικής, που έχει βιώσει κι άλλο… μπάχαλο: «Οι καθηγητές μάς είπαν ότι δεν το γνώριζαν καν. Η αναφορά 27 σελίδων που συνέταξαν, με την οποία εξηγούσαν πόσα ραγδαία βήματα έχουμε κάνει μες στα τρία χρόνια λειτουργίας της σχολής, μάθαμε ότι δεν λήφθηκε ποτέ υπόψη από την επιτροπή. Ως φοιτητή στο πέμπτο έτος δεν με επηρεάζει πολύ άμεσα, αλλά αγωνίζομαι για τους συμφοιτητές μου, γιατί είναι κρίμα. Το έζησα όταν έγινε ΑΕΙ από ΤΕΙ και επικράτησε μπάχαλο. Δεν θέλω κανένας άλλος να βιώσει το χάλι που ζήσαμε με τις συγχωνεύσεις τότε».
Οι τρεις φοιτητές εξηγούν μάλιστα στο Documento γιατί η μεταφορά και η κατάργηση των τριών τμημάτων θα προκαλέσουν πολλά νέα αδιέξοδα. «Είναι δυνατόν» αναρωτιέται ο Δ. Λιατίφης «να φύγει μια σχολή που ασχολείται με τη βιομηχανία από τη Σίνδο; Μετά την πανεπιστημιοποίηση κάνω τα μαθήματα παραγωγής και διοίκησης αλλά θα πάρω πτυχίο αυτοματιστή. Φαντάσου ότι είμαι ένας αυτοματιστής που συγχωνεύτηκε με το Οχημάτων και πλέον δεν έχει έδρα η σχολή εδώ αλλά στις Σέρρες. Γιατί δεν φέρνουν απλώς την έδρα της σχολής από τις Σέρρες εδώ; Τι αξία έχει αυτό το πτυχίο; Δεν έχω καν επαγγελματικά δικαιώματα. Θα πάρω ένα πτυχίο και θα είναι ένα κωλόχαρτο!».
Οπως σημειώνει, «μεγάλο μέρος της ελληνικής βιομηχανίας βρίσκεται στη Σίνδο. Και οι τρεις σχολές μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την παραγωγική διαδικασία. Πάνε να υποστελεχώσουν και την παραγωγή; Πώς θα κάνουμε πρακτική στις Σέρρες; Οι καθηγητές, που είναι όλοι αξιόλογοι, έφεραν 30 βιομηχανίες και μας έλεγαν ότι υπάρχει ζήτηση από τη σχολή μας. Είναι δυνατόν να φύγει από τη Σίνδο μια σχολή που ασχολείται με τη βιομηχανία;».
«Μιλάνε για πράσινη ανάπτυξη και ακυρώνουν τους μηχανικούς περιβάλλοντος –και μιλάμε για ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ελλάδας από άποψη πλήθους φοιτητών– για να το πάνε στις Σέρρες που δεν έχει υποδομές. Πού θα χωρέσουν αυτά τα παιδιά; Επίσης θα πάω σε έναν εργοδότη και τι θα του πω;» είναι τα εύλογα ερωτήματα που θέτει ο Δ. Μανώλης, ενώ ο Β. Καρυπίδης επισημαίνει τη σπουδαιότητα του έργου των μηχανικών περιβάλλοντος ειδικά στην εποχή των εξορύξεων φυσικού αερίου: «Τώρα που κάνουν εξορύξεις φυσικού αερίου αναλαμβάνει τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων απόφοιτος δικού μας τμήματος, όχι άλλος μηχανικός. Δεν μπορείς να δουλέψεις σε τέτοιο έργο χωρίς μηχανικό περιβάλλοντος. Στο εξωτερικό κάθε χρόνο έχουν αύξηση 4% στη ζήτησή τους, ακριβώς επειδή υπάρχουν συνεχώς μέτρα και περιβαλλοντικές ρυθμίσεις για τις εξορύξεις».
Συνεχίζοντας ο ίδιος μιλάει για το μέλλον τους: «Εχουμε 880 ενεργούς φοιτητές. Περίπου 300 είναι οι μηχανικοί περιβάλλοντος και οι υπόλοιποι 500 είναι οι πολιτικοί μηχανικοί του ΤΕΙ, οι οποίοι αναμένουν να πάρουν πτυχίο. Αν κλείσει η σχολή, και αυτοί θα μείνουν ξεκρέμαστοι και δεν έχουν και κάπου αλλού να πάνε μετά, αφού τα ΤΕΙ δεν υπάρχουν πλέον».
«Είμαστε πάνω από τα όρια που θέτει το υπουργείο»
Ο πρόεδρος του τμήματος Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης Απόστολος Τσαγκάρης αναλύει από την πλευρά του στο Documento την πρόοδο του τμήματος που θέλουν να μεταφέρουν στις Σέρρες απλώς και μόνο διότι εκεί βρίσκεται η έδρα της σχολής.
«Ημασταν πάνω από αυτά τα όρια που έθετε το υπουργείο. Η υπουργός πολύ καλά κάνει και ζητάει ορισμένα στοιχεία, γιατί τα πανεπιστήμια πρέπει να είναι βιώσιμα και τα τμήματα πρέπει να έχουν δείκτες, εισακτέους, προτιμήσεις, επιλογές και μεταπτυχιακά. Εμείς ήμασταν πάνω από αυτά τα όρια που έθετε το υπουργείο» επισημαίνει.
«Ως τμήμα συντάξαμε μια αναλυτική έκθεση 27 σελίδων η οποία περιέγραφε πλήρως τι κάναμε μέχρι τώρα, τι κάνουμε τώρα και ποιο είναι το μέλλον και η βιωσιμότητα του τμήματος» τονίζει και εξηγεί: «Αναπτύξαμε τρία μεταπτυχιακά τον τελευταίο χρόνο με 200 φοιτητές, κάναμε συνέργειες με τη βιομηχανική περιοχή που είναι δίπλα μας. Εχουμε μια βιομηχανική περιοχή με πάνω από 1.000 εταιρείες την οποία υποστηρίζουμε μέσα από τους φοιτητές, μέσα από δράσεις διπλωματικές, πτυχιακές. Είμαστε άρρηκτα συνδεδεμένοι με αυτήν εδώ την περιοχή».
Επομένως γιατί αυτή η απόφαση; Ο Απ. Τσαγκάρης σχολιάζει: «Το οξύμωρο είναι ότι για το δικό μας τμήμα δεν έχουν να επιχειρηματολογήσουν απολύτως τίποτε σχετικό. Δεν υπάρχει ίδιο τμήμα ώστε να συγχωνευτεί και κανένα ελλιπές κριτήριο για να επικαλεστούν. Μοναδικό επιχείρημα της διοικούσας είναι να μεταφερθεί η έδρα της σχολής στις Σέρρες». Συνηθίζεται εκεί που βρίσκεται η έδρα κάθε σχολής να βρίσκεται και η γραμματεία της κοσμητείας.
«Στόχος η απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων»
Ο Δ. Καλτσώνης δίνει μια πολιτική ερμηνεία στον παραλογισμό αυτής της απόφασης και αποδομεί τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης: «Η κυβέρνηση προετοιμάζεται για νέες συγχωνεύσεις – κατάργηση πανεπιστημιακών τμημάτων. Προσπαθεί να δικαιολογήσει την επιλογή της αυτή με δύο βασικά επιχειρήματα: πρώτον, ότι υπάρχει πληθώρα αποφοίτων που δεν μπορούν να απορροφηθούν από την αγορά εργασίας. Πρόκειται για ανακρίβεια καθώς ο αριθμός των αποφοίτων ΑΕΙ στην Ελλάδα είναι περίπου ανάλογος με τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Δεύτερον, υποστηρίζουν ότι υπάρχει πληθώρα διδασκόντων. Και πάλι πρόκειται τουλάχιστον για ανακρίβεια καθώς η αναλογία διδασκόντων – φοιτητών είναι 1 προς 44 στην Ελλάδα, ενώ στη Γερμανία 1 προς 7,5 και ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1 προς 13,2».
Οσο για τον πραγματικό στόχο της κυβέρνησης, σημειώνει ότι «μέσω των συγχωνεύσεων είναι η περαιτέρω μείωση των δαπανών για την παιδεία και η παραπέρα απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων. Μην ξεχνάμε ότι οι προϋπολογισμοί των ΑΕΙ έχουν ήδη μειωθεί στο 1/3 εκείνων που ήταν πριν από το 2008 και βαίνουν μειούμενοι. Πρόκειται για επιλογή υποβάθμισης (στο πλαίσιο της παράλληλης εμπορευματοποίησης – ιδιωτικοποίησης) της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, υπονόμευσης του μέλλοντος των νέων ανθρώπων αλλά και της χώρας συνολικά. Χώρα χωρίς αναβαθμισμένη δημόσια δωρεάν παιδεία δεν έχει κανένα μέλλον».