87η ΔΕΘ: Κατώτερος κάθε προσδοκίας και χωρίς ανάληψη ευθυνών ο Μητσοτάκης

Κάτω από τον πήχη ακόμα και των πιο καλοπροαίρετων επικριτών του κατάφερε να περάσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στο περιθώριο της 87ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, εκεί όπου εμφανίστηκε σε έναν… δικό του κόσμο, να υπερασπίζεται την κυβέρνηση και το έργο της απέναντι στις συντριπτικές καταστροφές που έχουν συντελεστεί, επικαλούμενος διάφορες δικαιολογίες για να καλύψει πρώτα τον εαυτό του, και διαχέοντας μικροπολιτική τοξικότητα ως απάντηση στις σκληρές επικρίσεις για την ανεπάρκεια και τις αποτυχίες των κυβερνητικών του στελεχών.

«Δεν θα κάνω ανασχηματισμό», «δεν φταίει το επιτελικό κράτος» και άλλα μικροπολιτικά… επιχειρήματα είχε να παραθέσει στην πολυαναμενόμενη συνέντευξη Τύπου της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έχοντας αποκλείσει το Documento και σειρά άλλων ΜΜΕ από τη διαδικασία της υποβολής ερωτήσεων, δεν κατάφερε να αποφύγει δύσκολα ερωτήματα για τα πεπραγμένα του, στα οποία στάθηκε αμετανόητος, αλλεργικός στην κριτική και αλαζονικός.

Αναφορικά με τις πολυδιαφημισμένες ανακοινώσεις που είχαν προαναγγελθεί, ο πρωθυπουργός έκανε αυτό που δεν τόλμησε προ δύο ετών, δηλαδή να ανακοινώσει πως η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία και το Εθνικό Αστεροσκοπείο περνάει στα χέρια της κυβέρνησης και του υπουργείου Πολιτικής Προστασίας, στο οποίο όμως παράλληλα, φρόντισε να ρίξει εκ νέου ευθύνες για τη διαχείριση, και συγκεκριμένα για την αργοπορημένη κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων.

Έσπευσε με λίγα λόγια να βγάλει την… ουρά του έξω από τις αποφάσεις για την εμπλοκή του Στρατού τα πρώτα 24ωρα της καταστροφής στη Θεσσαλία, υποστηρίζοντας πως καταγγελλόμενα καθυστερημένη εμπλοκή των στρατιωτικών ελικοπτέρων επί του πεδίου οφείλεται σε αποφάσεις της Πολεμικής Αεροπορίας, της Πυροσβεστικής, της ηγεσίας της Πολιτικής Προστασίας και αυτής των Ενόπλων Δυνάμεων, ρίχνοντας ειδικό βάρος στην ευθύνη του υπουργείου του Βασίλη Κικίλια.

«Στην περίπτωση του Daniel δεν αισθάνομαι ότι έχουμε εντάξει όλα τα σημαντικά δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας στην Πολιτική Προστασία» ήταν η δικαιολογία του για να βάλει «χέρι» στην ΕΜΥ και το Αστεροσκοπείο, απόφαση που αναμένεται να προκαλέσουν αντιδράσεις, αφού και οι δύο φορείς είχαν προειδοποιήσει πριν από -και αυτήν- την καταστροφή στη Θεσσαλία.

Σε συνδυασμό με το «πρωτοφανές» των φαινομένων και το αναμάσημα των κυβερνητικών δικαιολογιών των προηγούμενων ημερών, κάπου εκεί εξαντλήθηκε η προσπάθεια να δικαιολογήσει την κυβέρνησή του και τις αποφάσεις της, βγαίνοντας μάλιστα στην αντεπίθεση.

«Το επιτελικό κράτος είναι ένας τρόπος προσέγγισης της κυβέρνησης ώστε οι υπουργοί να εκτελούν, είναι ένας τρόπος διοίκησης. Το επιτελικό κράτος λειτούργησε στη Θεσσαλία, όλοι οι αρμόδιοι υπουργοί ήταν εκεί. Αυτό σημαίνει επιτελικό κράτος και συντονισμός. Είναι βαθιά νυχτωμένος όποιος νομίζει πως οποιοδήποτε κράτος θα μπορούσε να το αντιμετωπισει αυτό που έγινε. Δεν το λέω εγώ, το είπαν οι ξένοι» έσπευσε να επικαλεστεί επιλεκτικά δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, την ώρα που πολλαπλάσια είναι τα επικριτικά «που λένε οι ξένοι» για τη διαχείριση των κρίσεων από την κυβέρνησή του.

«Στον δημόσιο διάλογο είναι εύκολη η κριτική και πρέπει να είναι τεκμηριωμένη και συγκεκριμένη. Δεν έχουμε κάνει ακόμα την πρόοδο που θέλαμε. Μην πετροβολούμε έναν τρόπο λειτουργίας της κεντρικής κυβέρνησης γιατί δεν μπορώ να βρω καμία άλλη εναλλακτική» ήταν η χαρακτηριστική αναφορά για την υπεράσπιση του συγκεντρωτικού τρόπου λειτουργίας της κυβέρνησής του, επιβεβαιώνοντας πως αμετανόητος θα συνεχίσει να πορεύεται και το προσεχές διάστημα.

Κατά τα λοιπά, απέναντι σε γενικόλογα ερωτήματα για την ακρίβεια, για τα ελληνοτουρκικά, για τις ευρωεκλογές και το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου, για τους Σπαρτιάτες και άλλα ζητήματα εμφανίστηκε εξίσου γενικόλογος, αντιμετωπίζοντας την εξωφρενικά σύντομη διαδικασία της συνέντευξης Τύπου ως απολύτως τυπική. Άλλωστε, αυτή τη χρονιά φαίνεται πως το επικοινωνιακό του επιτελείο κατάφερε ένα ρεκόρ αποκλεισμού ΜΜΕ και δημοσιογράφων, τόσο πανελλαδικής εμβέλειας, όσο και τοπικής, ενώ η συνέντευξη Τύπου κράτησε για πρώτη φορά για μόλις κάτι παραπάνω από δύο ώρες.

Πιο αναλυτικός εμφανίστηκε μόνο στα ζητήματα που τον απασχολούν «προσωπικά» και αφορούν την εξυπηρέτηση συμφερόντων, με χαρακτηριστικό το θέμα που έβαλε από το Σάββατο για την υποχρεωτική ασφάλιση όλων των κατοικιών, των επιχειρήσεων και των παραγωγικών μονάδων.

«Είναι μια μεγάλη συζήτηση, αλλά και σε μια χώρα που αντιμετωπίζει φωτιές, πλημμύρες και σεισμούς είναι αναπόφευκτη» έθεσε ως βάση συζήτησης, μαζί με δικαιολογία πως «ο προϋπολογισμός είναι πάρα πολύ δύσκολο να καλύψει όλες τις ζημιές που μπορεί να προκύψουν από μία πάρα πολύ έντονη κλιματική κρίση», για να βάλει τη δημόσια σφαίρα τα επιχειρήματα για τον «διάλογο» που οι ασφαλιστικές εταιρείες και οι τράπεζες ονειρεύονταν εδώ και χρόνια.

«Άρα θα πρέπει να μας απασχολήσει ποια είναι η ευθύνη του φυσικού προσώπου και της επιχείρησης να ασφαλίσει την περιουσία του απέναντι σε κάτι που μπορεί να συμβεί. Πιστεύω τελικά ότι αφού μπορεί να περάσουμε από στάδια, αλλά θα καταλήξουμε μετά από συνομιλία και με την ασφαλιστική αγορά στην υποχρεωτική ασφάλιση. Νομίζω ότι έχει έρθει η ώρα να ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση» υπογράμμισε, και αναμφίβολα η συνέχεια αυτής της «συζήτησης» θα δοθεί από τις οθόνες της τηλεόρασης, και τις φιλοκυβερνητικές γραφίδες.

Παρότι προσπάθησε να εμφανιστεί ως τέτοιος, ακόμα και τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ δεν τον ακολούθησαν στον παραλογισμό της προσπάθειας να παραστήσει πως μόλις ανέλαβε τη χώρα. Εάν κανείς επιθυμούσε να περιγράψει τη συνολική παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην εφετινή ΔΕΘ, συνοψίζοντας την ομιλία του Σαββάτου και τη συνέντευξη Τύπου της Κυριακής, θα ήταν πολύ μακριά από το μότο που ο ίδιος έθεσε και στις δύο εμφανίσεις του, του «Μεγάλες Αλλαγές. Τώρα.».

Οι «μεγάλες αλλαγές» που απαιτούνται δεν έρχονται ούτε με την απόσειση ευθυνών, ούτε με το ρεσιτάλ δικαιολογιών που παρέθεσε, και όσον αφορά το «τώρα», γνωρίζει και ο ίδιος πως είναι εξαιρετικά αργά έπειτα από μία τετραετία. Αναμφίβολα, αυτή θα είναι και γραμμή που θα ακολουθήσει το προσεχές διάστημα, με το ερώτημα εάν αυτή του η στάση θα τύχει θερμής υποδοχής από τους πολίτες να μένει να απαντηθεί. Προς το παρόν, ζήτημα είναι εάν η εμφάνισή του ήταν αρκετή για να πείσει τους υποστηρικτές του.