57 χρόνια από τον θάνατο του Γρηγόρη Λαμπράκη

57 χρόνια από τον θάνατο του Γρηγόρη Λαμπράκη

Στις 27 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης άφηνε την τελευταία του πνοή πέντε μέρες μετά τη δολοφονική επίθεση που δέχτηκε στη Θεσσαλονίκη. Το documentonews.gr ανατρέχει στο HotDoc History της 27ης Μαΐου 2018 και αναδημοσιεύει το κείμενο του δημοσιογράφου, συγγραφέα και πρώην γενικού διευθυντή του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Σπύρου Κουζινόπουλου για τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ

Πενήντα εφτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του βουλευτή της Αριστεράς και μαραθωνοδρόμου της ειρήνης Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη. Πενήντα εφτά χρόνια το βασανιστικό ερώτημα ποιοι οργάνωσαν αυτό το μεγάλο πολιτικό έγκλημα, που τότε είχε συνταράξει όχι μόνο το πανελλήνιο αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη, παραμένει αναπάντητο. Δύο από τους φυσικούς αυτουργούς της δολοφονίας πλήρωσαν όσο πλήρωσαν και όπως πλήρωσαν. Οι υπόλοιποι όμως έμειναν στο απυρόβλητο. Και τους ηθικούς αυτουργούς ούτε που τους πλησίασε κανείς. Ποιοι ήταν αυτοί; Οι ξένοι; Το παλάτι; Η CIA; Οι σκοτεινοί μηχανισμοί που άλλοτε οργάνωναν τον ΙΔΕΑ και άλλοτε έστηναν προβοκάτσιες τύπου ΑΣΠΙΔΑ ή Γοργοπόταμου και ετοίμαζαν το ακόμη πιο χοντρό τους παιχνίδι, τη δικτατορία;

Η παροιμιώδης έκρηξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή στον τότε αρχηγό της ΚΥΠ στρατηγό Νάτσινα «ποιος κυβερνά επιτέλους αυτό τον τόπο;» ακούγεται ακόμη και μετά τον θάνατό του, μαστιγώνοντας όσους ευθύνονται για το ότι οι ηθικοί αυτουργοί παρέμειναν στο σκοτάδι. Και ο θαρραλέος τότε ανακριτής Σαρτζετάκης, που βοήθησε να ανοιχτεί ο βούρκος του παρακράτους, φαίνεται να μην αποκαλύπτει κάποια στοιχεία που γνωρίζει, όπως τουλάχιστον υπαινίχθηκε με δήλωσή του πριν από αρκετά χρόνια αλλά και με το βιβλίο που κυκλοφόρησε σχετικά πρόσφατα.

Ήταν φαίνεται στη μοίρα αυτού του τόπου όλα τα μεγάλα πολιτικά εγκλήματα που έγιναν από την απελευθέρωση της χώρας μέχρι σήμερα να παραμείνουν ανεξιχνίαστα και αναπάντητα. Λες κι ένα έμπειρο κι αόρατο χέρι ύφαινε πάντα έναν αδιαπέραστο ιστό αράχνης που εμπόδιζε να φτάσουν οι έρευνες στους εγκεφάλους, στα «αφεντικά» που οργάνωναν τις πολιτικές εκτελέσεις. Αυτό που συνέβη με τις δολοφονίες του Γιάννη Ζέβγου, του Τζορτζ Πολκ, του Χρήστου Λαδά, του Στέφανου Σαράφη και του Στέφανου Βελδεμίρη επαναλαμβανόταν και με τη δολοφονία Λαμπράκη.

Ηταν ο Γκοτζαμάνης και ο Εμμανουηλίδης οι μοναδικοί που ευθύνονται για τη θανάτωση του Λαμπράκη, όπως αποφάνθηκε το Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης με την υπ’ αριθμόν 241/1966 απόφασή του; Ή μήπως πίσω τους κρύφτηκαν επιμελώς οι πραγματικοί δολοφόνοι του αγωνιστή της ειρήνης, οι αληθινοί ένοχοι που οργάνωσαν, μεθόδευσαν κι εκτέλεσαν το τερατώδες εκείνο πολιτικό έγκλημα;

Οι κατ’ επάγγελμα «εθνικόφρονες»

Οχι πως οι δύο παρακρατικοί που πλήρωσαν τελικά τα σπασμένα της υπόθεσης, ο μεταφορέας Σπύρος Γκοτζαμάνης, ιδιοκτήτης του τρίκυκλου που έγινε συνώνυμο της βίας, και ο κατ’ επάγγελμα «εθνικόφρων» Μανώλης Εμμανουηλίδης ήταν τίποτε λουλούδια για μύρισμα ή αμέτοχες Αρσακειάδες. Μα όπως έδειξε όλη η εξέλιξη εκείνης της ιστορίας, στις πλάτες αυτών των δύο φορτώθηκε η ευθύνη του… τροχαίου εκείνου εγκλήματος.

«Ενόχους συνεργείας εις πράξιν θανατηφόρου σωματικής βλάβης» έκρινε τους δύο επιβάτες του μοιραίου τρίκυκλου το δικαστήριο, επιβάλλοντας ποινές κάθειρξης έντεκα χρόνων στον Γκοτζαμάνη και οκτώμισι χρόνων στον Εμμανουηλίδη. Ενώ γλίτωσαν όλα τα μικρά και μεγάλα ψάρια: από τους αξιωματικούς της χωροφυλακής που είχαν κατηγορηθεί για συνέργεια στη δολοφονία και προσπάθεια συγκάλυψής της, μέχρι τους πιο πάνω από αυτούς. Και τελικά όλος εκείνος ο εσμός του παρακράτους και των μυστικών υπηρεσιών, ελληνικών και ξένων, που βρίσκονταν πίσω από την οργάνωση της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη ξέφευγε από την τσιμπίδα της Δικαιοσύνης.

Ποιοι είναι οι πραγματικοί ένοχοι της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη; Δικαιολογημένα ο βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης διάσημος Αμερικανός επιστήμονας Λάινους Πόλινγκ στις 27 Ιουνίου του 1963 με επιστολή του στον Λευκό Οίκο ρωτούσε: «Μπορεί ο πρόεδρος Κένεντι να διαβεβαιώσει τον αμερικανικό λαό ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ και η CIA δεν αναμείχθηκαν στην επίθεση κατά της συγκέντρωσης για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη στην οποία δολοφονήθηκε ο Γρηγόρης Λαμπράκης;».

Το ανελεύθερο κλίμα της εποχής για να αποτραπεί η άνοδος της Αριστεράς

Η υπόθεση Λαμπράκη δεν είναι άσχετη με το νοσηρό πολιτικό κλίμα εκείνης της εποχής, κυρίως όμως με την προσπάθεια του ελληνικού κατεστημένου και των ξένων «προστατών» της χώρας να ανακόψουν το ρεύμα ανόδου της Αριστεράς όπως είχε εκφραστεί στις εκλογές της 11ης Μαΐου 1958, με την ΕΔΑ –προς έκπληξη όλων– να λαμβάνει το 24,42% των ψήφων και να αναδείχνεται αξιωματική αντιπολίτευση, αν και οι φυλακές και τα ξερονήσια ήταν ακόμη γεμάτα από τους αριστερούς πολιτικούς κρατούμενους της μετεμφυλιακής περιόδου.

Προκειμένου να σταματήσουν εκείνο το ανοδικό ρεύμα της Αριστεράς αλλά και να «κοντύνουν» την ΕΔΑ, οι ίδιες εκείνες δυνάμεις της συντήρησης και της ανωμαλίας οργάνωσαν και μεθόδευσαν τις εκλογές της βίας και νοθείας στις 29 Οκτωβρίου 1961 με βάση το περιβόητο Σχέδιο Περικλής. Εκλογές που έγιναν όχι μόνο με εκατοντάδες επιθέσεις και άγρια κακοποίηση οπαδών της ΕΔΑ, καθώς διαπράχθηκαν και δολοφονίες, όπως του στελέχους της Νεολαίας ΕΔΑ Στέφανου Βελδεμίρη στη Θεσσαλονίκη και του επίσης στελέχους της ΕΔΑ Διονύση Κερπινιώτη στο Δεμίρι Αρκαδίας. Ενώ όταν ήρθε η ώρα της κάλπης διαπιστώθηκε ότι η νοθεία ήταν τόσο εκτεταμένη, ώστε εμφανίζονταν να έχουν ψηφίσει πεθαμένοι ή ανύπαρκτα άτομα.

Σύμφωνα με τον Σπύρο Λιναρδάτο, η ΕΡΕ δεν οργάνωσε τη βία ως κόμμα. Ευθυνόταν όμως γιατί από το 1958 και μετά το κόμμα του Κων. Καραμανλή έδωσε την πολιτική κάλυψη ώστε να λειτουργήσουν οι διάφορες αντικομμουνιστικές «Συντονιστικές Επιτροπές» και να φουντώσουν οι παρακρατικές οργανώσεις.

Παρά την αστυνομοκρατία και τα μέτρα καταστολής, τη διετία 1961-1963 θα σημειωθούν σημαντικοί αγώνες, με πρωτοπόρο όπως πάντα τη νεολαία. Τον τόνο δίνουν η Νεολαία ΕΔΑ και η ΟΝΕΚ (Οργάνωσις Νέων Ενώσεως Κέντρου) η οποία λίγο αργότερα θα μετονομαστεί σε ΕΔΗΝ (Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία). Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται η νεολαία της ΕΡΕ, η ΕΡΕΝ, με μικρή δραστηριότητα, όμως ο βραχίονάς της στα πανεπιστήμια, η ΕΚΟΦ (Εθνική Κοινωνική Οργάνωσις Φοιτητών), κυριαρχείται από ακροδεξιά στοιχεία και παρακρατικές διασυνδέσεις.

Δύο συνθήματα που καθιερώθηκαν εκείνη την περίοδο λειτουργούν ως αφετηρία στους νέους δρόμους που ανοίγονται στη νεολαία. Το ένα ήταν το «1-1-4», το οποίο αναφερόταν στο ακροτελεύτιο άρθρο του συντάγματος που όριζε ότι η τήρησή του επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Με το άλλο σύνθημα, «15% στην παιδεία», υπογραμμιζόταν η ανάγκη αύξησης των κονδυλίων για την εκπαίδευση.

Κοντά σε αυτά έντονη ήταν η δραστηριότητα του φιλειρηνικού κινήματος στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς ήταν διάχυτη η ανησυχία που προκαλούσε στους πολίτες ο εντεινόμενος ανταγωνισμός των εξοπλισμών ανάμεσα στις δύο τότε υπερδυνάμεις ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Και αγωνιζόμενος για το υπέρτατο αγαθό της ειρήνης ο Λαμπράκης είχε αναδειχθεί αντιπρόεδρος της ΕΕΔΥΕ (Ελληνική Επιτροπή Διεθνούς Ύφεσης και Ειρήνης). Με την ιδιότητα αυτή είχε ανεβεί εκείνη τη μοιραία ημέρα στη Θεσσαλονίκη, για να μιλήσει σε εκδήλωση της αντίστοιχης επιτροπής που είχε δημιουργηθεί εκεί, της ΕΔΥΕΘ.

Απομυθοποίηση του κυρίαρχου πολιτικού σκηνικού

Οπως σημείωνε ο καθηγητής Παύλος Πετρίδης στο βιβλίο του «Δολοφονία Λαμπράκη, ανέκδοτα ντοκουμέντα 1963-1966», η δολοφονία του βουλευτή της Αριστεράς από «αγνώστους» τον Μάιο του 1963 στο κέντρο της Θεσσαλονίκης λειτούργησε απομυθοποιητικά για το κυρίαρχο πολιτικό σκηνικό της δεκαετίας του ’60. Η συμπτωματική αποκάλυψη των εκτελεστών οδήγησε στην εξιχνίαση του πλέγματος των παρακρατικών μηχανισμών που δρούσαν ανενόχλητοι υπό την πλήρη κάλυψη των σωμάτων ασφαλείας.

Η πρωτοφανής παθητικότητα των οργάνων της τάξης στη διάρκεια των εγκληματικών γεγονότων της 22ας Μαΐου 1963 εξακολουθεί να αποτελεί το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα εκείνης της πολύκροτης υπόθεσης. Οι δολοφόνοι του βουλευτή έδρασαν απροσχημάτιστα, χωρίς να παρεμποδιστούν και να καταδιωχτούν από κανέναν. Η συνεργασία των αρχών της χωροφυλακής με τον υπόκοσμο που επωμίστηκε την «ευθύνη» της αντισυγκέντρωσης εναντίον των φίλων της ειρήνης αποδείχτηκε υποδειγματική. Όπως προέκυψε αργότερα από το αποκαλυπτικό υλικό της προανάκρισης, και οι δύο πλευρές, τραμπούκοι και σώματα ασφαλείας, φρόντισαν για την αλληλοκάλυψή τους, αποφεύγοντας να εισφέρουν και την παραμικρή έστω διαφωτιστική μαρτυρία.

Οι αποκαλύψεις του Εμμανουηλίδη

Εκείνοι που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν πολλά, αν μιλούσαν, είναι όσοι μπλέχτηκαν με την υπόθεση. Όμως κράτησαν επιμελώς κλειστό το στόμα τους. Ο Γκοτζαμάνης πεθαίνοντας τον Απρίλιο του 1993 πήρε το μεγάλο μυστικό στον τάφο του. Οι υπόλοιποι αρνήθηκαν να αποκαλύψουν το παραμικρό. Ένας μόνο μίλησε: ο συναυτουργός, όπως κατηγορήθηκε, του εγκλήματος μαζί με τον Γκοτζαμάνη, ο Μανώλης Εμμανουηλίδης.

Σπάζοντας τη σιωπή του ο Εμμανουηλίδης μάς είχε αποκαλύψει ότι η δολοφονία Λαμπράκη είχε οργανωθεί από την ΚΥΠ, που από τότε αποτελούσε το «μακρύ χέρι» των συνωμοτών του Παπαδόπουλου, στην προσπάθειά τους να προετοιμάσουν το πραξικόπημα. Στο μαγνητόφωνό μας είχαμε καταγράψει μια μεγάλη συνέντευξη του Εμμανουηλίδη, τετράωρης διάρκειας, πριν από 20 χρόνια. Και δημοσιεύσαμε τα σημαντικότερα σημεία εκείνης της συνομιλίας στην εφημερίδα «H Πρώτη» των Αθηνών. Ο παλιός παρακρατικός προσπαθούσε να αποσείσει από πάνω του τις ευθύνες επιμένοντας πως άλλοι οργάνωσαν και εκτέλεσαν το αποτρόπαιο έγκλημα που είχε συνταράξει την ελληνική και την παγκόσμια κοινή γνώμη τον Μάη του 1963. Οι ισχυρισμοί του είχαν το στοιχείο της αληθοφάνειας και στηρίζονταν στο γεγονός ότι δεν είχε κανένα όφελος από τη συμμετοχή του στη δολοφονία. «Αν είχα πράγματι εγώ σκοτώσει τον Λαμπράκη, σήμερα θα ήμουνα με περιουσία, θα τα κονόμαγα και δεν θα έψαχνα δεξιά και αριστερά για ένα πακέτο τσιγάρα. Αν ήμουνα ο δολοφόνος, σήμερα θα ζούσα άνετα» μας είχε πει ο Εμμανουηλίδης. Προσθέτοντας με έμφαση πως, αντίθετα μ’ αυτόν, «όλοι όσοι μπλέχτηκαν στην υπόθεση Λαμπράκη από τους αστυνομικούς και τους ανθρώπους του παρακράτους σήμερα είναι με βίλες, με περιουσίες και πολλά λεφτά. Όποιος ανακατεύτηκε με αυτή την ιστορία και γνώριζε πρόσωπα και πράγματα τον βοήθησαν για να του κλείσουνε το στόμα. Αντίθετα, όσους δεν γνώριζαν και τυχαία μπλέχτηκαν, όπως εγώ, δεν γύρισαν να μας δουν. Σπόρια πουλούσα στην παραλία και με κυνηγούσαν».

Βέβαια το «τυχαία μπλέχτηκα» του Εμμανουηλίδη είναι σχετικό καθώς ο παλιός και γερασμένος πλέον παρακρατικός δεν προσπαθούσε να κρύψει το αμαρτωλό παρελθόν του και τους δεσμούς του με το παρακράτος. Και επέμενε πως το μόνο που μπορεί να του καταλογιστεί για την υπόθεση Λαμπράκη είναι η συμμετοχή του στην αντισυγκέντρωση που είχε οργανωθεί από την αστυνομία κάτω από την αίθουσα όπου πραγματοποιούνταν η πρώτη δημόσια συγκέντρωση της νεοσύστατης τότε Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη Θεσσαλονίκης, με ομιλητή τον Γρηγόρη Λαμπράκη.

«Εριξαν σ’ εμάς όλη την ευθύνη της δολοφονίας για να σκεπάσουν και να προφυλάξουν τους πραγματικούς δολοφόνους και τους εγκεφάλους που οργάνωσαν το έγκλημα» επέμενε ο Εμμανουηλίδης. Και προσδιόριζε μάλιστα ως κύριο ένοχο στην οργάνωση και συγκάλυψη της δολοφονίας τον τότε υπομοίραρχο της ασφάλειας Δημήτριο Κατσούλη, ένα άτομο με μεγάλη πράγματι δραστηριότητα στην υπόθεση Λαμπράκη, που όμως –λες και κάποιο αόρατο ισχυρό χέρι τον προστάτευε– έμεινε στο απυρόβλητο και η Δικαιοσύνη δεν ασχολήθηκε καν με την περίπτωσή του.

«Στόχος μας είναι ο Λαμπράκης»

«Το πρωί εκείνο της 22ας Μαΐου» ανέφερε στην αφήγησή του ο Εμμανουηλίδης, «μας ειδοποίησε ο Καπελώνης να είμαστε στις 5 το απόγευμα στο 5ο αστυνομικό τμήμα, όπου μας ήθελαν “για μια δουλειά”. Μαζευτήκαμε εκεί καμιά διακοσαριά άτομα και σηκώθηκε και μας μίλησε ο υπομοίραρχος Κατσούλης, λέγοντας πως έπρεπε να πάμε και να εμποδίσουμε τους κομμουνιστές να κάνουν τη συγκέντρωση για την ειρήνη και ότι εμείς θα παριστάναμε τους αγανακτισμένους πολίτες. “Στόχος μας είναι ο Λαμπράκης” είπε ο υπομοίραρχος προτού διαλυθούμε. Κι όμως», συνέχιζε ο Εμμανουηλίδης, «ο Κατσούλης δεν είχε καμιά δουλειά στο 5ο τμήμα, γιατί υπηρετούσε στην Εθνική Ασφάλεια, στο τμήμα Δίωξης Κομμουνισμού, ενώ αν ήθελε κάποιος από το 5ο να μας μιλήσει ήταν εκεί και ο διοικητής του και ο προϊστάμενος του παραρτήματος της Εθνικής Ασφάλειας. Ο Κατσούλης συμμετείχε με πολιτικά και στην αντισυγκέντρωση δίνοντας οδηγίες, αν και τη μέρα εκείνη ήταν εκτός υπηρεσίας. Ήταν πολύ σκοτεινό άτομο και μετά τον φόνο του Λαμπράκη, μέσα στην Εθνική Ασφάλεια, στην οδό τότε Πρίγκιπος Νικολάου, ο Μαργαρίτης –που ήταν κουμπάρος του Καπελώνη– μαζί με τον Κολωνιάρη κι έναν ακόμη αξιωματικό έλεγαν: “Πάλι μας τα έκανε μούσκεμα ο Κατσούλης”».

Για τον Κατσούλη ο Εμμανουηλίδης συμπλήρωνε πως απ’ ό,τι είχε μάθει ήταν πράκτορας της ΚΥΠ και ο σύνδεσμος μεταξύ Ασφάλειας – ΚΥΠ, έπαιρνε εντολές από τον Στέφανο Καραμπέρη που υπηρετούσε στην ΚΥΠ Θεσσαλονίκης και μετείχε από τότε στην Επαναστατική Επιτροπή της χούντας που είχε δημιουργηθεί με επικεφαλής τον επίδοξο ακόμη δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο.

«Είμαι σίγουρος ότι η παρέα του Παπαδόπουλου οργάνωσε τη δολοφονία, επιδιώκοντας την αποσταθεροποίηση και την αναταραχή» ήταν τα τελευταία λόγια του Εμμανουηλίδη.

Ο σκοτεινός ρόλος του Κατσούλη

Οι αποκαλύψεις για τον ρόλο των ανθρώπων του κράτους και του παρακράτους άρχισαν να πέφτουν βροχή τις επόμενες ημέρες μετά το άγριο πολιτικό έγκλημα στη Θεσσαλονίκη, κυρίως εξαιτίας της επίπονης και βασανιστικής έρευνας. Κι όμως, ενώ τα στοιχεία για τον ρόλο των δραστών διαδέχονταν το ένα το άλλο, ξεσκεπάζοντας τον βρόμικο ρόλο που διαδραμάτισαν οι βαθμοφόροι των αστυνομικών αρχών, για ένα πρόσωπο ήταν συντονισμένες οι προσπάθειες προκειμένου να αποκρυβεί ο ρόλος του στην υπόθεση: τον υπομοίραρχο Δημήτριο Κατσούλη, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Δίωξης Κομμουνισμού της Εθνικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και σύνδεσμο της ασφάλειας με την ΚΥΠ.

Όπως εξιστορούσε ένας φίλος της ειρήνης που μετείχε σε εκείνη τη συγκέντρωση, ο Νίκος Τζένας, ένας από τους θρυλικούς μαυροσκούφηδες του Αρη Βελουχιώτη και κατόπιν μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της ΕΔΑ: «Είχαν χαλάσει τον κόσμο προκειμένου να καλύψουν πάση θυσία τον Κατσούλη, που ήταν ο πρώτος που πήγε στο αστυνομικό τμήμα για να δει τον Γκοτζαμάνη, κρατούμενο πλέον μετά τη δολοφονία. Και όπως διαπιστώσαμε, ο Κατσούλης, που μετείχε στην αντισυγκέντρωση των “αντιφρονούντων”, αν και δεν ήταν υπηρεσία τη μέρα εκείνη, παρότι είχε τον βαθμό του υπομοιράρχου, διέταζε ταγματάρχες και συνταγματάρχες ακόμη».

Όπως προέκυψε αργότερα, ο Κατσούλης ήταν αυτός που κρατούσε την επαφή με όλες τις παρακρατικές ομάδες στη Θεσσαλονίκη. Αν και καταδικασμένος τελεσίδικα για την κλοπή της μοτοσικλέτας του συνδικαλιστή φοιτητή Λάκη Μακρή, όχι μόνο δεν αποτάχθηκε από την υπηρεσία μετά τη δολοφονία Λαμπράκη, αλλά, αντίθετα, πήρε προαγωγή. Και αφού συγκαλύφθηκε ο ρόλος του, μετατέθηκε στην Αθήνα, όπου τον βρίσκουμε αργότερα επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης στη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ. Ενώ μετά την επιβολή της δικτατορίας είχε ενεργό ανάμειξη στην εδραίωση του χουντικού καθεστώτος, τοποθετήθηκε στην ΚΥΠ δίπλα στον αρχηγό της Μιχαήλ Ρουφογάλη και ανέπτυξε ιδιαίτερη δράση στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του πράκτορα της ΚΥΠ Πίμπα. Μάλιστα στη δίκη για τα αιματηρά γεγονότα της 17ης Νοέμβρη 1973 ο Κατσούλης καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών διότι «ως συνεργός του Ρουφογάλη του παρείχε συνδρομή για τη διάπραξη ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών», όπως έλεγε η δικαστική απόφαση.

Η οργάνωση της δολοφονίας

Ας θυμηθούμε τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του μαραθωνοδρόμου της ειρήνης. Το μεσημέρι της 22ας Μάη 1963 φτάνει με το αεροπλάνο της Ολυμπιακής στη Θεσσαλονίκη ο βουλευτής της Αριστεράς και υφηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθήνας Γρηγόρης Λαμπράκης, για να μιλήσει στην πρώτη δημόσια συγκέντρωση που οργάνωνε η νεοδημιούργητη τότε Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη Θεσσαλονίκης (ΕΔΥΕΘ). Η συγκέντρωση επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στην αίθουσα Πικαντίλλυ, όμως το πρωί της ίδιας μέρας ο ιδιοκτήτης, έπειτα από πιέσεις της αστυνομίας, αρνείται να την παραχωρήσει. Κατόπιν αυτού αποφασίζεται η συγκέντρωση να πραγματοποιηθεί στην αίθουσα του ΔΣΚ (Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα) στην οδό Ερμού.

Το πρωί της ίδιας μέρας ο δικηγόρος Σύλλας Παπαδημητρίου, στέλεχος της ΕΔΑ, ειδοποιεί τηλεφωνικά τον εισαγγελέα Ασημακόπουλο πως υπάρχει οργανωμένο σχέδιο για τη δολοφονία του βουλευτή Λαμπράκη. «Θα πάρουμε μέτρα» υπόσχεται ο εισαγγελέας.

Από τις 6.30 το απόγευμα κι ενώ η συγκέντρωση έχει οριστεί για τις 8 μ.μ., τα πεζοδρόμια και η είσοδος του κτιρίου καταλαμβάνονται από ομάδες παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά κι όλος αυτός ο συρφετός θα ονομαστεί από την αστυνομία «πλήθος αντιφρονούντων». Οι τραμπούκοι, σαν ένα είδος γενικής δοκιμής, τραυματίζουν στο κεφάλι τον Λαμπράκη κατά την είσοδό του στην αίθουσα και ακόμη πιο σοβαρά τον επίσης βουλευτή της Αριστεράς Γιώργη Τσαρουχά.

Όταν ο Λαμπράκης αρχίζει την ομιλία του στην κατάμεστη από φίλους της ειρήνης αίθουσα, οι παρακρατικοί από κάτω φωνάζουν εν χορώ: «Θα πεθάνετε, Βούλγαροι, θα πεθάνετε».

«Μας εγκλώβισε η αστυνομία»

Όπως μας είχε πει σε συνέντευξη λίγο πριν από τον θάνατό του ο πρώην δήμαρχος Αμπελοκήπων Χρήστος Ράπτης που συμμετείχε στη συγκέντρωση ως γραμματέας της Επιτροπής Πόλης Θεσσαλονίκης της ΕΔΑ:

«Είχα λίγους μόνο μήνες που είχα γυρίσει από την εξορία. Όλοι περιμέναμε να ακούσουμε τον Λαμπράκη. Η πολιτική κατάσταση ήταν ρευστή και διψούσαμε για ενημέρωση. Σαν ΕΔΑ είχαμε πάρει ορισμένα μέτρα περιφρούρησης, γιατί περιμέναμε αντιδράσεις των τραμπούκων, είχαμε μάλιστα ειδοποιήσει και την εισαγγελία από το πρωί. Πιστεύω ακράδαντα ότι η δολοφονία ήταν οργανωμένη από ψηλά και με τη συμμετοχή της αστυνομίας. Όταν τελείωσε η ομιλία», συνέχιζε ο Ράπτης, «ο Λαμπράκης έφυγε για το ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ όπου διέμενε και το οποίο βρισκόταν 200 μέτρα πιο πέρα. Τον συνόδευαν ο Σύλλας Παπαδημητρίου και ο Κώστας Βέρρος. Μόλις βγήκαν αυτοί οι τρεις και λίγοι ακόμη, η αστυνομία έκλεισε τις πόρτες του κτιρίου εγκλωβίζοντας τον κόσμο. Για μια στιγμή ακούσαμε ότι χτύπησαν τον Λαμπράκη. Πέρασαν όμως δύο ώρες ώσπου να καταλάβουμε τι ακριβώς έγινε».

Έργο της χούντας

Οπως είδαμε στη συνέντευξη του Εμμανουηλίδη αλλά και από τα στοιχεία που προέκυψαν αυτό τον μισό και πλέον αιώνα από τη στυγερή δολοφονία, το φονικό τρίκυκλο ήταν της χούντας. Με αυτό οι επίδοξοι δικτάτορες έστηναν στην οδό Σπανδωνή σκηνικό ανωμαλίας προετοιμάζοντας την επερχόμενη δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967.

Οι δημοσιογράφοι Γιώργος Μπέρτσος, Γιώργος Ρωμαίος και Γιάννης Βούλτεψης με τις τολμηρές έρευνές τους και τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ τους στις εφημερίδες «Ελευθερία», «Βήμα» και «Αυγή» είχαν φωτίσει τότε άπλετα τις σκοτεινές πλευρές της δολοφονίας, αγγίζοντας τις νευρικές απολήξεις του χουντικού κυκλώματος. Οπως μας έλεγε ο Γιώργος Μπέρτσος: «Αργότερα, κατά τη θητεία μου ως ειδικός σύμβουλος του υπουργείου Προεδρίας, επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών και στενός συνεργάτης του Γεωργίου Παπανδρέου στις δύο κυβερνήσεις της Ενώσεως Κέντρου, είχα την ευκαιρία να ολοκληρώσω την έρευνά μου στα αρχεία της ΚΥΠ αποκαλύπτοντας τους πραγματικούς ενόχους της δολοφονίας Λαμπράκη. Οι αποκαλύψεις μου εξόργισαν τους ενόχους. Δύο χρόνια μετά, αποκαλύπτοντας το αληθινό τους πρόσωπο, με έστελναν στο Εκτακτο Στρατοδικείο, με κατήγορο τον “σταθμάρχη” Γεωργαλά, ενώ η χούντα προσμετρούσε την ποινή των αποκαλύψεών μου. Φυλάκιση τριών ετών».

Η «ομερτά»

Σε αντίθεση με τους τρεις προαναφερόμενους δημοσιογράφους και τις δημοκρατικές εφημερίδες της εποχής που πάσχιζαν να αποκαλύψουν όλους όσοι μετείχαν στη διάπραξη της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη και τη συγκάλυψή της, το βαθύ κράτος της Δεξιάς και το παρακράτος κατέβαλλαν συντονισμένες προσπάθειες για να εμφανίσουν το στυγερό έγκλημα ως… ατύχημα. Και όπως έγραψε ο Γιώργος Ρωμαίος, κυβέρνηση της ΕΡΕ και αστυνομία ήταν έτοιμοι από καιρό για να αποδώσουν το δολοφονικό χτύπημα κατά του μαραθωνοδρόμου της ειρήνης σε τροχαίο. Στο πλαίσιο αυτό διοχετεύονταν απίθανα σενάρια για τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και της διεξαγόμενης ανάκρισης.

• Εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς», 24-5-1963: «Ξένος δάκτυλος στο έγκλημα»

• Εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ», 1-6-1963: «Η επίθεσις κατά του Λαμπράκη υπήρξεν έργον της ΕΔΑ»

• Εφημερίδα «Ελεύθερος Λαός», 23-5-1963: «Ξένοι και η βρετανική Ιντέλιντζες Σέρβις οργάνωσαν την δολοφονίαν»

• Εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ», 7-6-1963: «Πρώην συμμορίται οργάνωσαν την επίθεσιν εναντίον του Λαμπράκη εις την Θεσσαλονίκην. Διαλευκαίνεται η κομμουνιστική σκευωρία. Ο Γκοτζαμάνης ενήργησε αφού εμεθύσθη, καθ’ υπόδειξιν του πρώην συμμορίτου κουμπάρου του Εμμανουηλίδη»!

Κατά… σύμπτωση βέβαια οι εφημερίδες αυτές μαζί με τον «Ελεύθερο Κόσμο» του Σάββα Κωνσταντόπουλου μεταβλήθηκαν αργότερα, από την πρώτη ημέρα που κηρύχθηκε η δικτατορία της χούντας, σε προπαγανδιστές της.

«Εμίσησα αυτό που λέγεται εθνικοφροσύνη»

Ενδιαφέροντα στοιχεία για την οργάνωση, διάπραξη και συγκάλυψη της υπόθεσης Λαμπράκη είχαν προκύψει στη δίκη η οποία είχε αρχίσει στις 6 Οκτωβρίου 1966 στο Μεικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης και θα διαρκούσε 67 ημέρες. Εκεί ο κατηγορούμενος υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης όχι μόνο διαχώρισε τη θέση του από τους συγκατηγορούμενούς του αστυνομικούς, αλλά ήταν και καταπέλτης εναντίον όσων οργάνωσαν και εκτέλεσαν τη δολοφονία του βουλευτή της Αριστεράς.

Ο Καπελώνης από την αρχή ακόμη της δίκης, με δήλωση του συνηγόρου του, είχε ακολουθήσει δική του υπερασπιστική γραμμή. Σταχυολογούμε στη συνέχεια τα όσα είχε αναφέρει στην απολογία του:

• Η Εθνική Ασφάλεια ήταν αυτή που οργάνωσε την αντισυγκέντρωση των «αντιφρονούντων».

• Οι τελευταίες οδηγίες δόθηκαν στο 5ο αστυνομικό τμήμα.

• Ο ταγματάρχης Δόλκας τον έστειλε να πει στον Γκοτζαμάνη να καταθέσει ότι εκείνο το βράδυ της δολοφονίας έπινε κρασί σε ταβέρνα μαζί με τον Εμμανουηλίδη. Αυτό τον σκοπό είχαν οι συζητήσεις του με τους δύο δράστες τη νύχτα και τα ξημερώματα της Πέμπτης 23 Μαΐου στο 5ο αστυνομικό τμήμα.

• Ο συνταγματάρχης Καμουτσής του έδωσε εντολή να διαλύσει την αντισυγκέντρωση, λίγο προτού τραυματιστεί ο Λαμπράκης.

• Ο υπασπιστής του Μήτσου: Προσπαθώντας να εφαρμόσει την εντολή αυτή, αναζητά γνωστά πρόσωπα ανάμεσα στους συγκεντρωμένους παρακρατικούς για να τους πει να διαλυθούν και τότε συναντιέται με τον υπασπιστή του στρατηγού Μήτσου, Πολύχρονο. Ο Πολύχρονος τον ρωτάει και όταν ο Καπελώνης του εξηγεί τον λόγο της αναζήτησής του, ο υπασπιστής του λέει: «Όχι, είναι εντολή του στρατηγού. Αφήστε τους να δείρουν»!

• Ο Δόλκας τον διέταξε να ειδοποιήσει τον παρακρατικό, άλλοτε στενό συνεργάτη των ναζί κατακτητών, Ξενοφώντα Γιοσμά να καταστρέψει το αρχείο του.

• Σχετικά με τη σκηνή του φόνου, που την είδε καθαρά καθώς βρισκόταν πολύ κοντά τη στιγμή εκείνη, επιβεβαιώνει ότι ο Εμμανουηλίδης ήταν από την αρχή μόνος πάνω στην καρότσα και μετά την επίθεση πήδηξε επάνω και ο Χατζηαποστόλου.

• Τέλος, μετά τα γεγονότα υπήρξαν συνεχής προσπάθεια και συγκεκριμένες ενέργειες για συγκάλυψη και συσκότιση της αλήθειας.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, καταθέτοντας στο δικαστήριο, η σύζυγος του Καπελώνη κατηγορεί τους προϊσταμένους του ότι τον ενέπλεξαν στην υπόθεση Λαμπράκη και μετά τον εγκατέλειψαν. Η γυναίκα του Καπελώνη αφηγήθηκε τις πιέσεις και τον εμπαιγμό που είχε υποστεί από τους ανωτέρους του άντρα της, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν προσπάθησε να εξασφαλίσει συνήγορο για τον σύζυγό της. «Δεν μου έδιναν στοιχεία για να τον βοηθήσω. Εμίσησα αυτό που λέγεται εθνικοφροσύνη» θα πει χαρακτηριστικά στο δικαστήριο.

Άλλες απολογίες

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι απολογίες των άλλων κατηγορουμένων που προσπαθούν να αποσείσουν από πάνω τους τις ευθύνες που τους βαραίνουν.

Ο στρατηγός Μήτσου, επιθεωρητής της Χωροφυλακής Βορείου Ελλάδος τότε, θα ισχυριστεί ότι βρέθηκε στον τόπο των επεισοδίων που οδήγησαν στη δολοφονία του Λαμπράκη «εντελώς τυχαία». Ο αρχηγός της παρακρατικής οργάνωσης Καρφίτσα Ξενοφών Γιοσμάς διατείνεται ότι βρέθηκε στο πλήθος των «αντιφρονούντων» γιατί είχε πάει… να πάρει συνέντευξη από τον Λαμπράκη! Ο συνταγματάρχης Καμουτσής θα πει απολογούμενος ότι ήταν λογικό να υπάρχει συντονισμός των «αντιφρονούντων», αλλά «αυτό δεν έγινε από την αστυνομία». Και ότι ο ίδιος ως αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης πήρε όλα τα μέτρα.

Η απόφαση του δικαστηρίου: Λευκές περιστερές!

Η απόφαση του δικαστηρίου, που εκδόθηκε στις 2 τα ξημερώματα της Παρασκευής 30 Δεκεμβρίου 1966, άφησε τους πάντες άφωνους. Η εισαγγελική πρόταση ήταν να κηρυχθούν ένοχοι όλοι οι κατηγορούμενοι. Όμως οι ένορκοι με την απόφασή τους δέχτηκαν ουσιαστικά ότι «ο Γρηγόρης Λαμπράκης δεν δολοφονήθηκε». Έτσι, όλοι οι αξιωματικοί της χωροφυλακής που δικάζονταν για παράβαση καθήκοντος κρίθηκαν αθώοι παμψηφεί. Το ίδιο και ο Γιοσμάς που δικαζόταν για ηθική αυτουργία. Μόνο ο Γκοτζαμάνης καταδικάστηκε σε έντεκα χρόνια φυλάκιση για θανατηφόρα τραύματα που προκάλεσε από πρόθεση στον Λαμπράκη και ο Εμμανουηλίδης σε οκτώμισι χρόνια φυλάκιση για συνέργεια στην πράξη του Γκοτζαμάνη. Επίσης καταδικάστηκε ο λιμενεργάτης Χρήστος Φωκάς σε φυλάκιση δεκαπέντε μηνών για τον τραυματισμό του βουλευτή Γιώργη Τσαρουχά. Η απόφαση προκάλεσε σοκ, με τον εισαγγελέα της έδρας Παύλο Δελαπόρτα να λέει σχολιάζοντας ότι «η απόφαση μοιάζει με φως εξαντλημένης ηλεκτρικής στήλης».

Στιγμιότυπα από την κινηματογραφική εκδοχή του «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού (Κώστας Γαβράς, 1969)

Documento Newsletter