Υπόθαλψη, προετοιμασία, εκτέλεση, υποστήριξη, αποποίηση
Η ένταση του Ψυχρού Πολέμου κατέστησε τα πιο έξαλλα αντικομμουνιστικά στοιχεία απαραίτητα εργαλεία της αμερικανικής πολιτικής. Το 1947 καταγράφεται προσέγγιση ΗΠΑ και ΙΔΕΑ μέσω επαφής του στρατιωτικού ακολούθου ταγματάρχη Αντρεποντ με ηγετικό κλιμάκιο της μυστικής στρατιωτικής οργάνωσης με αυτόνομη ιεραρχία.
Από το 1949 το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ ευνοεί ένα στρατιωτικό κατεστημένο εσωτερικής ασφάλειας «για να αποφευχθεί η κομμουνιστική κατάκτηση της Ελλάδας». Και έχει πλήρη γνώση των κινήσεων των συνωμοτών υπό την επίβλεψη της CIA.
Την 31η Μαΐου 1951 εκδηλώνεται πραξικόπημα από ΙΔΕΑτες αξιωματικούς που φτάνουν ως το περιβάλλον του Παπάγου καθώς εμπλέκεται και ο διευθυντής του γραφείου του, συνταγματάρχης Γωγούσης. Ομως απολάμβαναν υψηλή προστασία. Ο Αμερικανός πρέσβης Πιουριφόι είχε ενημερωθεί εγκαίρως από το στέλεχος της πρεσβείας Τσαρλς Γιοστ.
Χαρακτήρισε λοιπόν «την ύπαρξιν του ΙΔΕΑ μη κακοποιόν. Αντιθέτως η δράσις του υπήρξεν αναμφισβήτητως πατριωτική και αντικομμουνιστική». Η ασυλία κατοχυρώθηκε.
Διαβάστε επίσης – Γιάννης Μαντζουράνης για 21η Απριλίου: Αναγκαία περισσότερο από ποτέ η προστασία της Δημοκρατίας
Το «υβρίδιο» Γ. Παπαδόπουλος
Μια νέα, πιο δυναμική και «ασυμβίβαστη» γενιά ακροδεξιών αξιωματικών αναδύθηκε το 1957 και συγκρότησαν –εκτός ΙΔΕΑ– την Εθνική Ενωση Νέων Αξιωματικών (ΕΕΝΑ) που απέκτησε στενές σχέσεις εμπιστοσύνης με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Συνωμότες που θα «λάμψουν» δέκα χρόνια αργότερα. Μεταξύ αυτών ο Γεώργιος Παπαδόπουλος προσελκύει τα βλέμματα των Αμερικανών. Αποτελεί «υβριδικό» προϊόν ΚΥΠ και CIA. Οπως μας πληροφορεί ο γνώστης καθηγητής Θάνος Βερέμης, ήταν ένας από τους Ελληνες που μαθήτευσαν στα Advanced Intelligence Centers στα σύνορα με κομμουνιστικές χώρες. («Καθημερινή», 22/4/2012). Τον πλαισιώνουν Ιωαννίδης, Μακαρέζος, Λαδάς και δεκάδες άλλοι που θα στελεχώσουν τη δικτατορία του 1967.
Ηδη από το 1963 (ήττα ΕΡΕ) ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Βασίλειος Καρδαμάκης συναντάται με τον στρατιωτικό ακόλουθο της αμερικανικής πρεσβείας και μεταφέρει αίτημα να πραγματοποιήσουν πραξικόπημα, αλλά δεν παίρνει ακόμη πράσινο φως.
Η πρώτη μεγάλη «καμπάνα»
Δεν μπορούμε να πούμε πως οι Αμερικανοί δεν είχαν προειδοποιήσει στο υψηλότερο επίπεδο. Ο προέδρος Λίντον Τζόνσον είχε απειλήσει έξω από τα δόντια τον πρεσβευτή μας Αλέξανδρο Μάτσα ενόψει της επίσκεψης Γεωργίου Παπανδρέου, 23-27 Ιουνίου 1964: «Δεν μπορώ να έχω και δεύτερο Ντε Γκολ στα πόδια μου. Πληρώνουμε πολλά δολάρια στους Ελληνες, κύριε πρέσβη. Αν ο πρωθυπουργός σας μου μιλήσει για δημοκρατία, Βουλή και Σύνταγμα, τότε εκείνος, η Βουλή και το Σύνταγμά του μπορεί να μην κρατήσουν για πολύ» (στο Κώστας Παπαϊωάννου, «Πώς φτάσαμε στην 21η Απριλίου» και Philippe Deane Gigantes, «I should have died»).
Τον Φεβρουάριο του ’65 ο επικεφαλής Σχεδιασμού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Ουόλτερ Ράστοου υπενθύμισε ότι στην Ελλάδα την περίοδο «του ανταρτοπολέμου είχε υπάρξει μια ατέλειωτη σειρά αδύναμων κυβερνήσεων με τους στρατιωτικούς ν’ αποτελούν το σχετικά σταθερό στοιχείο».
Ο πρέσβης Χένρι Λαμπουίς (1962-65) παρέλειψε να ενημερώσει για το σχεδιαζόμενο πραξικόπημα. «Επί του παρόντος δεν βλέπω κάποιο χρήσιμο λόγο για να θέσω σε συναγερμό είτε το βασιλιά είτε τον πρωθυπουργό γι’ αυτή την πιθανότητα» έγραψε στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Ντιν Ρασκ (κατά μια ανορθογραφία της Ιστορίας ο Λαμπουίς παντρεύτηκε την κόρη της νομπελίστριας Μαρί Κιουρί).
Ο παλιός χίτης και πρώην βουλευτής της ΕΡΕ, πληροφοριοδότης της πρεσβείας και κατά δήλωσή του φασίστας Νίκος Φαρμάκης ειδοποιεί τον σύμβουλο Ανσουτζ στις αρχές Μαρτίου ότι όχι οι στρατηγοί αλλά «συνταγματάρχες φίλοι του» ετοιμάζουν πραξικόπημα. Ο πρέσβης Τάλμποτ συνεπώς γνώριζε.
Τα επίδικα για τους Αμερικανούς είναι η σταθερότητα στη μοναδική μη κομμουνιστική χώρα των Βαλκανίων, μια δυτική λύση στο κυπριακό όπου ο Μακάριος των «Αδεσμεύτων» χαρακτηρίζεται από τον Κίσιντζερ «κάστρο της Μεσογείου» και από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη «η πόρνη της Μεσογείου». Και πιθανόν η υποστήριξη του Ισραήλ το καλοκαίρι του 1967.
Η αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας και το «τέλος του συντάγματος» αρχίζει με την Αποστασία του ’65 και ολοκληρώνεται με τις ερπύστριες των τανκς το ’67.
Η επταετής υποστήριξη
Δεν θα εστιάσουμε εδώ στις ελαφρώς διαφοροποιημένες πολιτικές των κέντρων ισχύος των ΗΠΑ (Οβάλ Γραφείο, Στέιτ Ντιπάρμεντ, CIA, Πεντάγωνο) ούτε στις πολυάριθμες επισκέψεις Αμερικανών και νατοϊκών προς υποστήριξη της χούντας. Θα μείνουμε σε πολιτικές δηλώσεις «γραμμής».
Ο υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ρασκ τρεις μήνες ακριβώς μετά το πραξικόπημα κι ενώ ίσχυαν ακόμη κάποια προσχήματα επισήμαινε στον Λίντον Τζόνσον: «Εχουμε σταματήσει την παράδοση ορισμένων βαρέων όπλων στην Ελλάδα και είμαστε αρκετά ψυχροί στις σχέσεις μας με την κυβέρνηση προκειμένου όχι μόνο να δείξουμε την αποδοκιμασία μας για τον τρόπο (sic) με τον οποίο η χούντα κατέλαβε την εξουσία, αλλά και για να ενθαρρύνουμε κάποια σταδιακή επιστροφή σε πιο συνταγματικές διαδικασίες.
Πιστεύουμε όμως τώρα ότι αυτή η τακτική δεν είναι πλέον χρήσιμη και αν συνεχιστεί μπορεί να αποβεί αναποτελεσματική […] στην Ελλάδα έχουμε πολλές διευκολύνσεις (σ.σ.: βάσεις). Η αξία τους έχει αυξηθεί μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο. Αυτός ο πόλεμος υπογράμμισε τη σημασία της Ελλάδας (μαζί με τη σημασία της Τουρκίας και του Ιράν) για τα αμερικανικά συμφέροντα […] Η Ελλάδα είναι σπουδαία για τις ΗΠΑ με δεδομένες τις αβεβαιότητες στη Μέση Ανατολή και τη σοβιετική διείσδυση στην περιοχή».
Την 1η Δεκεμβρίου 1967 η χούντα, με αμερικανική παρότρυνση για εκτόνωση της έντασης μετά τα γεγονότα στην Κοφινού, αποσύρει την ελληνική μεραρχία από την Κύπρο. Ανταποδοτικά, όταν ο Μακάριος «αποτολμήσει» την αγορά όπλων από την Τσεχοσλοβακία –άκρως ενοχλητική για τις ΗΠΑ– η χούντα καταγγέλλει αργότερα, στις 14 Φεβρουαρίου 1972, τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας με διακοίνωση.
Ο Παττακός μαζί με τον έκπτωτο βασιλιά Κωνσταντίνο παρευρίσκονται στην κηδεία του Αϊζενχάουερ τον Απρίλιο του 1969 και συνομιλεί με τον πρόεδρο Νίξον.
Στις 20 Δεκεμβρίου 1969 διορίζεται πρέσβης ο Χένρι Τάσκα, φίλος του φιλοχουντικού Τομ Πάππας. Αποχώρησε στις 16 Σεπτεμβρίου 1974 μετά την προδοσία της Κύπρου.
Βομβιστικές επιθέσεις αντιστασιακών πραγματοποιήθηκαν στην πρεσβεία (2 Σεπτεμβρίου 1970 Τσικουρής και Αντζελόνι), σε αμερικανικούς στόχους το καλοκαίρι του 1971 στο Ηράκλειο και στην Αθήνα.
Στις 2 Οκτωβρίου 1970 επισκέπτεται την Αθήνα και το πεδίο βολής Κρήτης ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Μέλβιν Λερντ.
Τον Οκτώβριο του 1971 η χούντα υποδέχεται θριαμβευτικά τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Σπύρο Αγκνιου που χαρακτηρίζει την Ελλάδα «απαραίτητον γραμμήν αμύνης» απέναντι στον σοβιετικό στόλο της Μεσογείου: «Ορισμέναι από τας βάσεις εις την Ελλάδα είναι αναντικατάστατοι από πλευράς στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια των ΗΠΑ».
Ο Ρ. Νίξον τονίζει τη στρατηγική σημασία της «φίλης κυβέρνησης» της Ελλάδας για μια «βιώσιμη πολιτική προς διάσωση του Ισραήλ», μιλώντας στο Κογκρέσο τον Αύγουστο του 1972.
Στις 22 Ιουλίου ο Κίσιντζερ δηλώνει: «Ενδεχομένως αυτήν τη στιγμή πραγματοποιείται στην Ελλάδα πολιτική μεταβολή». Στις 23 η χούντα καταρρέει.
* Το κείμενο γράφτηκε από στοιχεία που άντλησα από άρθρα των Φοίβου Οικονομίδη, Δημήτρη Στεμπίλη, Σταύρου Παναγιωτίδη στο HotDoc.History και από το αρχείο μου.