Στην επανάσταση και στον µακρόχρονο αγώνα της ανεξαρτησίας οι γυναίκες, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, ήταν αυτό που η εποχή τους όριζε να είναι. Κυρίως ακούσια θύµατα των σφαγών, των βοµβαρδισµών και των συγκρούσεων, της προσφυγιάς και της φυγής, επιφορτισµένες µε την αναζήτηση τροφής και καταφυγίου, εµπόρευµα στα σκλαβοπάζαρα, λεία πολέµου και εύκολα –αδιάφορα– αναλώσιµες. Είναι δύσκολο να ιχνηλατήσει κανείς τον τρόπο µε τον οποίο οι γυναίκες βίωσαν τη ζοφερή πραγµατικότητα του πολέµου και την ανάταση της επανάστασης. Η καθηµερινότητα των Οθωµανίδων και των Ελληνίδων –που βρέθηκαν µες στα κάστρα και στις πολιορκηµένες πόλεις, στην ύπαιθρο και στα νησιά–, η τύχη και τα πάθη τους ελάχιστα αναφέρονται στα βιβλία της Ιστορίας και αυτό στο περιθώριο των µεγάλων γεγονότων και αφηγήσεων.
Ο ρόλος της γυναίκας ήταν αυστηρά καθορισµένος τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στις νέες δραστηριότητες που άλλαζαν τον κόσµο. Θα ήταν απίθανο να γινόταν αποδεκτή µια γυναίκα στα εµπορικά κυκλώµατα που προοδευτικά συσσώρευαν κεφάλαια. Οι γυναίκες δεν ήταν αξιόπιστες ως έµποροι, δεν ήταν πιστευτές ως «γραµµατιζούµενες», δεν κυβερνούσαν καράβια, δεν εξερευνούσαν κόσµους, δεν πειραµατίζονταν µε νέες µηχανές. Η διασταύρωσή τους µε τον νέο κόσµο που γεννιόταν δεν διέφερε πολύ από την αντίστοιχη µε τον κόσµο που έφευγε. Ηταν χρήσιµες µόνο στο σηµείο όπου εξασφαλιζόταν η διαδοχή: η µεταβίβαση τίτλου ή περιουσίας. Ηταν ένας ρόλος που από µόνος του τις υπέβαλλε σε αυστηρές πιέσεις και κανόνες. Το πέρασµα αριστοκρατικού τίτλου ή περιουσίας στην επόµενη γενεά όφειλε να είναι αδέκαστο. Ως εκ τούτου, πάνω στις γυναίκες των πλέον σηµαντικών κοινωνικών στρωµάτων απλωνόταν ένα πυκνό δίχτυ κανόνων, συµπεριφορών, υποχρεώσεων, υποψιών και συνακόλουθου φόβου. Τα παραπάνω δεν συνηγορούσαν στην όποια εµπλοκή των γυναικών µε την πολιτική, ειδικά µε την υπόγεια, τη ροµαντική, την ανατρεπτική διάσταση της τελευταίας.
Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις η πλειονότητα των γυναικών δεν διαδραµάτιζε παρά ανενεργό ρόλο στην κοινωνία. Περιορισµοί και έλλειψη µόρφωσης κρατούσαν «θεόκλειστες» τις γυναίκες στο σπίτι, τουλάχιστον µέχρι να παντρευτούν. Οι γάµοι κανονίζονταν από τις οικογένειες. Η µόρφωση θεωρούνταν περιττή για τα κορίτσια, τα οποία προετοιµάζονταν από µικρή ηλικία για τον ρόλο της συζύγου και της νοικοκυράς. Η γέννηση πολλών παιδιών σε νεαρή ηλικία µε όλους τους κινδύνους που περιέκλειε έφθειρε το γυναικείο σώµα, όπως και η έλλειψη ασβεστίου από τις πολλές εγκυµοσύνες. Καµπούρες και στραβά πόδια από τις ραχίτιδες προστίθεντο στις παραµορφώσεις. Αρρώστιες όπως η ευλογιά σηµάδευαν το πρόσωπο. Η φθορά ήταν πιο εµφανής στις γυναίκες των λαϊκών τάξεων που ασχολούνταν µε αγροτικές εργασίες και συχνά υποσιτίζονταν. Η ελονοσία προκαλούσε θέρµες και εξασθενούσε το σώµα. Επιδηµίες πανούκλας ξεκλήριζαν ολόκληρα χωριά και πολιτείες.
Η ζωή της αγρότισσας ήταν σκληρή και κοπιαστική. Η παραγωγή τροφής αρκετής για την επιβίωση και η εξοικονόµηση επαρκούς καύσιµης ύλης για θέρµανση τον χειµώνα και για το µαγείρεµα απορροφούσαν όλη την ενεργητικότητά τους. Οι αρχέγονες τεχνικές εξακολουθούσαν να χρησιµοποιούνται στη σπορά, στον θερισµό και στο µάζεµα των σταχυών. Το ησιόδειο άροτρο συνέχιζε να οργώνει τη γη και οι σκυµµένες γυναίκες, βρέξει χιονίσει, διπλωµένες στα δύο βοτάνιζαν και πότιζαν τα χωράφια οληµερίς, µετέφεραν νερό και χώµα και κουβαλούσαν θεόρατα φορτία. Τέτοιες δουλειές απαιτούσαν δύναµη και προκαλούσαν σωµατικούς πόνους, κιρσούς, ρευµατισµούς, αρθρίτιδες αλλά και προβλήµατα στη γονιµότητα και στις εγκυµοσύνες.
Στην επανάσταση, µια εποχή µε έντονες και συνεχείς στρατιωτικές εξελίξεις, πολιτικές ανακατατάξεις, διχογνωµίες και έριδες, µε τα όρια ανάµεσα σε εµπόλεµους και αµάχους θολά και δυσδιάκριτα, οι γυναίκες βρέθηκαν να συµµετέχουν µε παθητικό τρόπο ενεργά στην πολεµική περιπέτεια. Στα κάστρα και στις πολιορκίες του Αγώνα οι γυναίκες βγήκαν από την κοινωνική τους αποµόνωση. Εγιναν αυτές που πήγαιναν τα πολεµοφόδια στα τείχη, µετέφεραν υλικά και επισκεύαζαν τις οχυρώσεις, τύλιγαν τους τραυµατίες µε επιδέσµους, παρασκεύαζαν αυτοσχέδια φάρµακα και πρόσφεραν ρουχισµό στους έχοντες ανάγκη. Ηταν η κινητήρια δύναµη για τους χερόµυλους – όταν το άλεσµα του καρπού γινόταν υπόθεση ατοµική. Πείνα, στερήσεις, τραυµατισµοί και θάνατοι συνέθεταν τη ζοφερή καθηµερινότητά τους. Παρά τις προσπάθειες προστασίας και διαφυγής από τις διακεκαυµένες ζώνες οι αιχµαλωσίες τους ήταν µαζικές. Στη Χίο, την Κάσο και στα Ψαρά οι γυναίκες αποτέλεσαν περιζήτητο και πολύ ανταποδοτικό εµπόρευµα, ιδιοκτησία εκείνου που τις αιχµαλώτιζε, ο οποίος µπορούσε να τις διαθέσει κατά βούληση και να τις πουλήσει στο σκλαβοπάζαρο. Ο βιασµός ήταν µόνο η πρώτη φάση των δοκιµασιών.
Στην κατεστραµµένη από τον Ιµπραήµ ύπαιθρο (1825-27) πόνος, θλίψη και βαθιά κούραση αποτυπώνονταν στη µορφή του αποδεκατισµένου γυναικείου πληθυσµού. «Και κείνες που κατόρθωσαν να επιζήσουν έχουν τόσο χτυπηθεί που δε θα συνέλθουν ποτέ. Θα νόµιζε κανείς πως η έκφραση του προσώπου άγρια µαζί και θλιµµένη έδειχνε απάθεια αν δεν γλύκαινε από την αδιάκοπη συνήθεια να αναστενάζουν» περιγράφουν τα αποµνηµονεύµατα των φιλελλήνων που βρέθηκαν στην επαναστατηµένη Ελλάδα. Χιλιάδες ήταν εκείνες που εκδιώχτηκαν από τις εστίες τους, δηµιουργώντας ένα πολύχρωµο µωσαϊκό στις απελευθερωµένες περιοχές στο οποίο κυριαρχούσαν η απόγνωση και η εξαθλίωση. Γυναίκες καλοµαθηµένες, ρακένδυτες να τουρτουρίζουν κουλουριασµένες στο κρύο χώµα µε αγριεµένο και θλιµµένο βλέµµα και κάτωχρες από την πείνα και την αρρώστια.
Στο νεοσύστατο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος ο αποκλεισµός των γυναικών από την κοινωνική και πολιτική ζωή συνεχίστηκε. Εννοιες όπως λαϊκή κυριαρχία, ισότητα και καθολική ψηφοφορία που περιέχονταν στα συντάγµατα του Αγώνα δεν αφορούσαν τις γυναίκες. Παρά τις διακηρύξεις, η γυναικεία εκπαίδευση προχωρούσε µε αργά βήµατα. Τελικά η απελευθέρωση του γένους των Ελλήνων λίγα καινούργια πράγµατα έφερε σε σχέση µε τη θέση των γυναικών σε τούτο τον αλλαγµένο χώρο. Η Ιστορία συνέχισε να κυριαρχείται από αντρικές µορφές και πράξεις.
Η Βασιλική Λάζου είναι διδάσκουσας του τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ.