14 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς και ψίχουλα για την υποστήριξη τους

14 δισ. ευρώ για εξοπλισμούς και ψίχουλα για την υποστήριξη τους

Πανηγύρισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη την αγορά των μαχητικών Ραφάλ και των φρεγατών από τη Γαλλία, αλλά τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα από μια απλή αγορά. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει σε λεπτομερές ρεπορτάζ η Καθημερινή της Κυριακής, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις πάσχουν σε υποδομές και αυτό γίνεται φανερό, τόσο με τις εκρήξεις βομβών στην πυρκαγιά της Νέας Αγχιάλου, όσο και με τα «μπαλώματα» σε εγκαταστάσεις για την υποδοχή των νέων όπλων.

Τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, έπειτα από μακρά περίοδο αποεπένδυσης, εγκατάλειψης και απαξίωσης σημαντικών όπλων όλων των κλάδων, ελήφθησαν αποφάσεις –υπό την πίεση μάλιστα του έντονου τουρκικού αναθεωρητισμού– για την προμήθεια κύριων και δευτερευουσών μονάδων και συστημάτων συνολικής αξίας περίπου 14 δισ. ευρώ.

Οι νέες αγορές δημιουργεί μεγάλες ανάγκες υποστήριξης και εκπαίδευσης στις Ενοπλες Δυνάμεις. Οι υποδομές που απαιτούνται κάθε φορά που η Πολεμική Αεροπορία νέα μαχητικά είναι πονοκέφαλος στην εκάστοτε ηγεσία. Στη περίπτωση των Rafale, η λύση βρέθηκε εκ των ενόντων, με προσθήκες και προσαρμογές παλαιότερων υποστέγων (shelters) της 114 ΠΜ στην Τανάγρα, τα οποία είχαν στη συντριπτική πλειονότητά τους κατασκευαστεί τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Οι επιτελείς γνωρίζουν ότι τα 24 Rafale που θα στεγάζονται στην 114 ΠΜ δεν μπορεί να παραμένουν επί μακρόν σε εγκαταστάσεις όπως αυτές, γι’ αυτό και ήδη γίνονται ενέργειες για την ενίσχυση και αναβάθμισή τους.

Αν οι λύσεις αυτές είναι επαρκείς για τα Rafale, είναι απολύτως ακατάλληλες για το ενδεχόμενο στέγασης μαχητικών F-35, την αγορά των οποίων συζητεί η κυβερνηση με τις ΗΠΑ. Τα υπόστεγα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στα αεροδρόμια της Π.Α. στο σύνολό τους είναι ακατάλληλα για να φιλοξενήσουν ένα αεροσκάφος πέμπτης γενιάς. Γι’ αυτόν το λόγο και η συζήτηση για την κατασκευή των κατάλληλων υποδομών έχει ήδη ξεκινήσει, μάλιστα με ένταση που έχει μεταφερθεί και στη δημόσια σφαίρα.

Οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει το Πολεμικό Ναυτικό είναι ακόμη μεγαλύτερες, καθώς αυτή τη στιγμή ναυπηγούνται στο Λοριάν της Γαλλίας τρεις φρεγάτες της κλάσης «Κίμων», όπως έχουν βαπτιστεί από το Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιο (ΑΝΣ) οι σύγχρονες γαλλικές FDI. Για αυτές απαιτείται να εκπαιδευθεί προσωπικό που θα μπορεί να κάνει τη μετάβαση από το αναλογικό περιβάλλον των υφιστάμενων φρεγατών του στόλου (τεχνολογίας δεκαετιών ’70 και ’80).

Ακόμη πρέπει να δημιουργηθούν συνεργεία υποστήριξης αυτού του τύπου των πλοίων. Ωστόσο μεγάλο πρόβλημα του Πολεμικού Ναυτικού είναι η αιμορραγία σε επίπεδο στελεχών. Με βάση εκτιμήσεις αξιόπιστων πηγών, την τελευταία διετία έχει παραιτηθεί αριθμός αξιωματικών και υπαξιωματικών που ισοδυναμεί μέχρι και με το 10% του στελεχιακού δυναμικού του Π.Ν.

Ο λειτουργικός προϋπολογισμός του Π.Ν. είναι ούτως ή άλλως εξαιρετικά περιορισμένος για τις ανάγκες που πρέπει να καλύψει. Η μετάβαση ενός τμήματος του στόλου στη ναυτική βάση της Σούδας, προκειμένου να βρίσκεται πιο κοντά στην Ανατολική Μεσόγειο, προβληματίζει εδώ και χρόνια την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς μέρος των υποδομών του ναυστάθμου της Σαλαμίνας θα πρέπει να μεταφερθεί στην Κρήτη.

Το τελευταίο και ίσως σοβαρότερο πρόβλημα για το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων αφορά την υποστήριξη των συστημάτων. Οι αμυντικές βιομηχανίες βρίσκονται υπό πίεση. Τα τελευταία χρόνια, η αβελτηρία, με κύριο παράδειγμα την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), έχει οδηγήσει στην απαξίωση συστημάτων. Το παράδειγμα του στόλου των μεταφορικών αεροπλάνων, των C-130, αλλά και των C-27, είναι ίσως το πλέον ενδεικτικό της αδυναμίας της εγχώριας βιομηχανίας να ικανοποιήσει τις ανάγκες της Π.Α.

Η κατάσταση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ), επίσης δεν είναι καλή. Πρόσφατα τα επισκέφθηκε ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, στο πλαίσιο της προσπάθειας της Ε.Ε. να αυξήσει την παραγωγική αμυντική ικανότητά της, καθώς οι αποθήκες πυρομαχικών των κρατών-μελών έχουν αδειάσει λόγω της υποστήριξης της Ουκρανίας, αλλά η εταιρεία υπολείπεται κατά πολύ προκειμένου να γίνει ανταγωνιστική ακόμη και σε τοπικό επίπεδο.

Documento Newsletter