Τι συμβαίνει με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη; Παραιτήθηκε από διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου εν μέσω φημών και καταγγελιών που τον φωτογραφίζουν όχι πλέον ως «ιερό τέρας» του θεάτρου, αλλά ως τέρας που έκανε τρομερά πράγματα σε νεαρούς ηθοποιούς.
Ο ίδιος ο συνήγορος του Δημήτρη Λιγνάδη, δικηγόρος Νίκος Γεωργουλέας, με δήλωσή του αναγνώρισε τον πελάτη του ως το πρόσωπο που εννοούν οι φήμες και φωτογραφίζουν χιλιάδες αναρτήσεις στο διαδίκτυο. Στις 6 Φεβρουαρίου ο Δ. Λιγνάδης υπέβαλε την παραίτησή του σε ένα απλό χαρτί (χωρίς τα λογότυπα και τα σήματα του Εθνικού Θεάτρου) με ημερομηνία που φαίνεται να έχει μπει εκ των υστέρων χειρόγραφα. Δηλαδή φαίνεται πως υπάρχει πιθανότητα να είχε υποβάλει την παραίτησή του «ανοιχτή» και αυτός που την έκανε δεκτή έβαλε την ημερομηνία.
Το σενάριο αυτό φαίνεται να είναι συμβατό με την είδηση που είχε μεταδώσει η γνωστή δημοσιογράφος Ελενα Ακρίτα στις 2 Φεβρουαρίου πως παραιτήθηκε ο Δ. Λιγνάδης από το Εθνικό. Η είδηση διαψεύστηκε από την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη αλλά τελικά ο Δ. Λιγνάδης παραιτήθηκε λίγες μέρες μετά. Σύμφωνα με πληροφορίες, φαίνεται πως την παραίτησή του εμπόδισε το ίδιο το περιβάλλον του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά το αποτέλεσμα επήλθε μοιραία μετά τη διόγκωση των καταγγελιών. Οι σχέσεις του Δ. Λιγνάδη με τον πρωθυπουργό δεν περιορίζονται, όπως θα δούμε, μόνο στον διορισμό του στο Εθνικό αλλά και σε πολλά όλα. Ο Δ. Λιγνάδης υπήρξε άλλωστε, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, δάσκαλος ορθοφωνίας του Κυρ. Μητσοτάκη όταν επέλεξε τον δρόμο προς την πρωθυπουργία.
Ο πρώην πλέον διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου δεν είπε ποτέ γιατί παραιτήθηκε από τη θέση του. Στην επιστολή παραίτησης γράφει:
«Το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει όλοι μάρτυρες ενός τοξικού κλίματος φημών, υπονοούμενων, διαρροών και αναφορών γύρω από το πρόσωπό μου, χωρίς μάλιστα να έχει υπάρξει οποιαδήποτε επίσημη καταγγελία». Καταρχάς ο Δ. Λιγνάδης δεν είναι ακριβής ως προς τις καταγγελίες, εκτός και αν υποθέσουμε πως δεν έχει γνώση. Υπάρχουν και καταγγελίες και μήνυση εναντίον του από ηθοποιό που καταγγέλλει πως τον βίαζε στην Επίδαυρο όταν ήταν 15 ετών. Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι δυνατόν ανυπόστατες φήμες να τον κάνουν να παραιτηθεί απειλώντας μάλιστα με νομικά μέτρα; Σε καταγγελίες που έχουν δημοσιευτεί και τον φωτογραφίζουν ο Δ. Λιγνάδης εμφανίζεται ως ένα τέρας που κάνει φριχτά πράγματα σε νεαρούς. Δεν αισθάνεται την ανάγκη να απαντήσει σε όλα αυτά; Ή μήπως δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του σε όσα γράφονται; Αλλά τότε γιατί παραιτήθηκε με ανώνυμες αναφορές στις οποίες δεν αναγνωρίζει το πρόσωπο και τις πράξεις του;
Από τις μαχαιριές στις καταγγελίες
Το Documento, όπως και πολλά ακόμη Μέσα Ενημέρωσης, έχει στη διάθεσή του καταγγελίες που εμφανίζουν τον Δ. Λιγνάδη ως πρωταγωνιστή ιστοριών που δεν συνηθίζει να ακούει κανείς, ενώ ήδη δύο βουλευτές του ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ τον φωτογραφίζουν πλήρως με ερώτησή τους στη Βουλή. Σίγουρα δεν ταιριάζουν με την εικόνα του λαμπερού θεατράνθρωπου, που ξεχειλίζει από αγάπη για τους γύρω του και το θέατρο και σκύβει για να φιλήσει τον (πλαστικό έστω) Παρθενώνα.
Οι καταγγελίες αυτές, παρότι δομημένες, δεν γίνεται να έχουν όλα τα στοιχεία απόδειξης που θα επιθυμούσε κάποιος ώστε να πει με βεβαιότητα πως ο Δ. Λιγνάδης έκανε τα φριχτά πράγματα που τον κατηγορούν. Κάλλιστα οποιοσδήποτε θα μπορούσε να κατηγορήσει τον Δ. Λιγνάδη για λόγους εκδίκησης ή και ζήλιας. Από την άλλη, οι καταγγελίες πολλές φορές είναι τόσο λεπτομερείς και αυτο-εξευτελιστικές για το θύμα, που είναι δύσκολο να πιστέψεις πως κάποιος κατασκεύασε μια ιστορία τέτοιου είδους μόνο και μόνο για να κατηγορήσει τον Λιγνάδη.
Δίπλα στον φωτεινό επικοινωνιακά Δ. Λιγνάδη περιγράφεται εδώ και μέρες ένα έρεβος που πρέπει να φωτιστεί. Η Εισαγγελία της Αθήνας έπρεπε, όπως έκανε στην περίπτωση της Μπεκατώρου (παρότι το αδίκημα ήταν παραγεγραμμένο), να δώσει εντολή για έρευνα για όσα δημοσιεύονται ή φημολογούνται. Η δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν επώνυμες καταγγελίες (πράγμα που δεν ισχύει έτσι και αλλιώς) δεν είναι πειστική. Ο εισαγγελέας έχει απεριόριστα δικαιώματα και πεδίο έρευνας. Πριν από μερικά χρόνια δόθηκε εντολή έρευνας γιατί κάποιος είπε πως στο Μαξίμου έκαναν μπάφο με ξένους δημοσιογράφους και δεν δίνεται εντολή ενώ περιγράφονται ανατριχιαστικά πράγματα;
Ο Δ. Λιγνάδης φροντίζει ως τώρα να κρύβεται πίσω από τις προβλέψεις του νόμου που προστατεύουν κάθε καταγγελλόμενο μέχρι να αποδειχτεί η ενοχή του. Τα εγκλήματα όμως που περιγράφουν οι καταγγελίες είναι από αυτά που δύσκολα αποδεικνύονται, τουλάχιστον δημοσιογραφικά. Τα Μέσα Ενημέρωσης που έχουν στη διάθεσή τους καταγγελίες βρίσκονται ανάμεσα σε ανατριχιαστικές διηγήσεις, τη σιωπή του Λιγνάδη και το ρίξιμο της μπάλας στην εξέδρα από τη Δικαιοσύνη. Ο Λιγνάδης όμως είναι δημόσιο πρόσωπο που κατείχε θέση και ισχύ και οφείλει να απαντήσει αν χρησιμοποίησε αυτήν τη θέση και την ισχύ με τον τρόπο που περιγράφεται.
Ο θόρυβος για τα έργα και τις ημέρες Λιγνάδη φέρνει στην επιφάνεια μια παλαιότερη ιστορία που αντιμετωπίζεται πλέον υπό άλλο πρίσμα. Γύρω στο 2002 ο Δ. Λιγνάδης φέρεται να έπεσε θύμα μαχαιρώματος. Κάποιος τον μαχαίρωσε στην πλάτη ενώ έμπαινε στο σπίτι του. Ο σκηνοθέτης λέγεται πως ενημέρωσε φίλο του ηθοποιό, ο οποίος έτρεξε να τον βοηθήσει. Ο Λιγνάδης διέρρευσε πως δεν γνώριζε το άτομο που τον μαχαίρωσε. Το περίεργο σε αυτή την παλιά ιστορία είναι πως δεν υπήρξε καμία νομική εξέλιξη στην υπόθεση. Το μαχαίρωμα δεν «πέρασε» ούτε στον Τύπο, παρότι επρόκειτο για την απόπειρα εναντίον ενός πολύ γνωστού ηθοποιού. Σήμερα δημοσιεύματα και φήμες συνδέουν εκείνο το μαχαίρωμα με αγανακτισμένο γονιό νεαρού ηθοποιού που εκμυστηρεύτηκε κάτι στον πατέρα του για τον Δ. Λιγνάδη.
Ο δάσκαλος του Μητσοτάκη και η οικογένεια
Ο Δ. Λιγνάδης είναι ένα ισχυρό πρόσωπο. Η ισχύς του ξεπερνά τον χώρο του θεάτρου. Εχει σχέσεις με ανθρώπους της εξουσίας, συναγελάζεται με την αθηναϊκή ελίτ και συχνά πυκνά είναι στο επίκεντρο ενός λαϊφστάιλ που εξαίρει τις ικανότητες και την αρχαιολατρία του. Εχει φωτογραφηθεί αρκετές φορές με πλαστικές μικρογραφίες του Παρθενώνα, σαν να αποτελεί τη συνέχεια του αρχαιοελληνικού θαύματος.
Οπως αποκάλυψε την Παρασκευή το documentonews.gr, ο Δ. Λιγνάδης γνώριζε πολύ προτού αναδειχθεί κυβέρνηση η ΝΔ ότι θα αναλάμβανε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Εναν μήνα μετά τις εκλογές η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακάλεσε την προκήρυξη της θέσης, με αιτιολογία μεταξύ άλλων και λόγους… δημόσιου συμφέροντος και έσπευσε να τον διορίσει επιβεβαιώνοντας τα σχόλια περί προσωπικής επιλογής του Μητσοτάκη. Τον νυν πρωθυπουργό τον γνωρίζει λένε από το Κολέγιο Αθηνών, όπου δίδασκε Θεατρική Αγωγή. Η σχέση τους όμως επιβεβαιώθηκε δημόσια όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη τοποθέτησε τον Δ. Λιγνάδη διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Οταν ανακοινώθηκε ο διορισμός του στο Εθνικό σχολίασαν πικρόχολα πως ο πρωθυπουργός έβαλε διευθυντή τον δάσκαλο ορθοφωνίας του. Ο Λιγνάδης φέρεται να βοήθησε τον Μητσοτάκη στο πρόβλημα που είχε με τη δημόσια παρουσία του, διδάσκοντάς του πώς να στέκεται, να μιλά και κυρίως να εκφέρει σωστά τον λόγο, αφού ο νυν πρωθυπουργός είχε ένα έντονο θέμα συριγμού, υποστηρίζουν μέλη του Εθνικού.
Δίπλα στον Λιγνάδη στο Εθνικό Θέατρο τοποθετήθηκε η αδερφή της πεθεράς του πρωθυπουργού. Η κ. Ερση Πήττα, θεία της Μαρέβας Γκραμπόφσκι, ανέλαβε αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού. Είναι λοιπόν άξιο απορίας αν η αντιπρόεδρος του Εθνικού και συγγενής του πρωθυπουργού γνωρίζει όσα ακούγονται για τον Λιγνάδη είτε αυτά είναι αληθινά είτε όχι.
Στις 26 Ιουλίου 2020 ο Κυρ. Μητσοτάκης με τη σύζυγό του Μαρέβα Γκραμπόφσκι πέταξαν με στρατιωτικό ελικόπτερο από την Αντίπαρο όπου βρίσκονταν στην Επίδαυρο για να προλάβουν μια παράσταση τραγωδίας του Αισχύλου. Η επιλογή αυτή του πρωθυπουργού προκάλεσε αρνητικά σχόλια, αφού δεν χρησιμοποίησε απλώς πτητικά μέσα του στρατού για να δει μια θεατρική παράσταση, αλλά το έκανε μάλιστα την εποχή που ο ελληνικός στρατός ήταν σε επιφυλακή λόγω της εμφάνισης του «Ορούτς Ρέις» στο Αιγαίο. Ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας είχε δηλώσει: «Ο πρωθυπουργός μετακινήθηκε την Κυριακή το απόγευμα από την Αντίπαρο προς την Επίδαυρο με στρατιωτικό ελικόπτερο, προκειμένου να παραστεί στην παράσταση “Πέρσες” του Αισχύλου, ένα μεγάλο πολιτιστικό γεγονός που μεταδόθηκε με livestreaming σε όλο τον κόσμο».
Στην περίπτωση της Σοφίας Μπεκατώρου, εκτός από την κοινωνία, πήραν θέση τα πολιτικά κόμματα και βεβαίως ο ίδιος ο πρωθυπουργός και η πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η Δικαιοσύνη έδρασε αστραπιαία παρακάμπτοντας νομικισμούς. Η τοποθέτησή τους ήταν αναγκαία για να περάσουμε από το νομικό αδιέξοδο της καταγγελίας για ένα παραγεγραμμένο αδίκημα και τα νομικά προσχήματα στην ουσία. Ακόμη και αν δεν υπάρξει ποινική τιμωρία, πρέπει να αποκαλυφθούν οι πράξεις και τα πρόσωπα.
Ενώ οι καταγγελίες έχουν πληθύνει, ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν κρατά την ίδια στάση που κράτησε στην περίπτωση Μπεκατώρου. Δεν δηλώνει #MeToo ή οπαδός της κάθαρσης. Το διαδίκτυο βοά για τον φίλο του που διόρισε στο Εθνικό Θέατρο, αλλά ο ίδιος σωπαίνει. Δεν παίρνει θέση, ενώ τα αδικήματα που καταγγέλλονται είναι χειρότερα από αυτά που κατήγγειλε η Μπεκατώρου.
Οσο περνούν οι μέρες και αυξάνονται οι καταγγελίες αντί να μεγαλώσει η πολιτική στήριξη, υποχωρεί ο πολιτικός λόγος που τις στηρίζει. Γιατί; Επαναλαμβάνεται αυτό που είχε γίνει μετά τις αποκαλύψεις για τον φίλο και συνεργάτη του Μητσοτάκη Νίκο Γεωργιάδη; Κάθονται λίγο πίσω για να κοπάσει ο θόρυβος.
Ο πρωθυπουργός κινδυνεύει να χαρακτηριστεί άσχημα για τη συχνότητα με την οποία συναναστρέφεται άτομα που κατηγορούνται για παρενοχλήσεις και κακοποιήσεις μικρών παιδιών.