Η παραμονή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη στο πόστο του μόνο δεδομένη δεν θεωρείται.
Η αδυναμία του «επιτελικού κράτους» να αντιμετωπίσει την έξαρση της εγκληματικότητας προκαλεί ενδοκυβερνητικές τριβές που φέρνουν στο επίκεντρο τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και τις δύσκολες σχέσεις του με το περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου.
Το ερώτημα εάν θα παραμείνει στην κυβέρνηση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία και τις δηλώσεις που ο ίδιος έκανε, είναι ανοικτό. Πριν από μερικές ημέρες άλλωστε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης δήλωσε ότι «σε μια ενδεκάδα δεν έχουν όλοι οι παίκτες την ίδια απόδοση», αν και δεν είναι σαφές αν έβαζε και τον κ. Χρυσοχοΐδη στους μειωμένης απόδοσης παίκτες.
Από τις εσωτερικές ίντριγκες του Μεγάρου Μαξίμου είναι γνωστό ότι ο κ. Χρυσοχοΐδης έχει ισχυρές αντιπάθειες. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γρηγόρης Δημητριάδης έχει κατά καιρούς εκφραστεί με όχι κολακευτικά λόγια για τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη στις εσωτερικές συσκέψεις και φέρεται να είναι από εκείνους που εισηγούνται την απομάκρυνσή του. Ο Γ. Γεραπετρίτης, που από διαρροές είχε χρεωθεί την υπόθεση Φουρθιώτη και την προκλητική αστυνομική προστασία που απολάμβανε, επίσης δεν συγκαταλέγεται στους φίλους του.
Πολύ σκληρός για να πεθάνει
Ο κ. Χρυσοχοΐδης πάντως έχει δείξει ότι δεν θα πάει σαν πρόβατο στη σφαγή. Στην υπόθεση Φουρθιώτη είχε υποχρεώσει τη ΓΑΔΑ να εκδώσει ανακοίνωση με την οποία αναγνώριζε ότι του έχει παρασχεθεί αστυνομική προστασία, κάτι που η ηγεσία της ΕΛΑΣ αρχικά είχε αρνηθεί.
Ύστερα από παρέμβαση του Μαξίμου, βέβαια, αναγκάστηκε να την καλύψει στη Βουλή. Πρόσφατα πάλι για το μείζον θέμα του οργανωμένου εγκλήματος κατέθεσε φάκελο με τη χαρτογράφηση του οργανωμένου εγκλήματος στην εισαγγελία ως μη όφειλε. Πρόκειται για καθαρά πολιτική κίνηση για να διαχωρίσει τη θέση του, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η έξαρση του φαινομένου δεν είναι αποκλειστικά δική του ευθύνη.
Για να μη μείνει αμφιβολία, την περασμένη Δευτέρα έκανε δηλώσεις που σε μια ευνομούμενη χώρα θα προκαλούσαν σεισμό. Είπε ο κ. Χρυσοχοΐδης: «Το οργανωμένο έγκλημα δεν έχει ιδεολογικές αναφορές αλλά έχει πολύ χρήμα κι έχει αρχίσει εδώ και καιρό να το νομιμοποιεί σε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Εάν έτσι εισέλθει στους θεσμούς, θα έχουμε ζήτημα κανονικής μαφίας. Η δημοκρατία οφείλει να απαντήσει γρήγορα: οργανωμένη, ενωμένη, συντονισμένη». Στην πραγματικότητα ζήτησε διακομματική συναίνεση.
Προς τι όμως; Κανείς δεν θα διαφωνήσει σε εκτεταμένες επιχειρήσεις της αστυνομίας για τη σύλληψη ανθρώπων του υποκόσμου και διάλυση των κυκλωμάτων που έχει χαρτογραφήσει. Προφανώς ο κ. Χρυσοχοΐδης ζητά συναίνεση για να αντιμετωπιστεί η διείσδυση του οργανωμένου εγκλήματος στον χώρο των νόμιμων επιχειρήσεων και οι διασυνδέσεις του με «αξιοσέβαστους» επιχειρηματίες και πολιτικούς παράγοντες.
Το Μέγαρο Μαξίμου αντέδρασε με τη γνωστή επικοινωνιακή του τακτική. «Έθαψε» τις δηλώσεις Χρυσοχοΐδη και άφησε να διαρρεύσει ότι ο πρωθυπουργός είναι ανήσυχος από τις εξελίξεις στο πεδίο της εγκληματικότητας και φέρεται αποφασισμένος να κάνει αλλαγές στην ηγεσία της αστυνομίας. Αλλά ο αρχηγός της ΕΛΑΣ κ. Καραμαλάκης είναι δικός του άνθρωπος.
Η διάσταση μεταξύ του επιτελικού κέντρου και του κ. Χρυσοχοΐδη αγγίζει και τον υφυπουργό του Λευτέρη Οικονόμου. Ο κ. Χρυσοχοΐδης τον είχε επιλέξει αρχικά αλλά στην πορεία ο κ. Οικονόμου φέρεται να απέκτησε απευθείας γραμμή με το επιτελικό κέντρο του Μεγάρου Μαξίμου. Το ερώτημα είναι ποιος προστατεύει ποιο κύκλωμα της αστυνομίας και ποιος έχει το πάνω χέρι.
Μέχρι στιγμής ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει αποφασίσει να μετακινήσει τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη. Κινδυνεύει όμως να χρεωθεί τη συνολική πολιτική ευθύνη.
Τα «δεμένα χέρια» και η «Καμπούλ»
Οι εξελίξεις όμως στον χώρο του κοινού εγκλήματος προκαλούν πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση καθώς αποδομούν την εικόνα του κόμματος του νόμου και της τάξης. Ο νόμος και η τάξη ήταν ένα από τα τρία θέματα που είχε κάνει σημαία του προεκλογικά ο Κυρ. Μητσοτάκης, μαζί με το μακεδονικό και την υψηλή φορολογία της μεσαίας τάξης.
Ο κ. Μητσοτάκης είχε προκαλέσει προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή όπου εμφάνιζε την Ελλάδα σαν χώρα που μαστίζεται από την ανομία και εγκαλούσε τον Αλέξη Τσίπρα λέγοντας τότε: «Γιατί δεν αφήνετε την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της; Λύστε τα χέρια της Ελληνικής Αστυνομίας». Ο δε Μιχ. Χρυσοχοΐδης, που στόχευε στη θέση του υπουργού, έκανε δηλώσεις καταγγέλλοντας ότι «η Αθήνα έχει γίνει Καμπούλ». Δύο χρόνια μετά η πραγματικότητα εκδικείται και ο πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με τη λαϊκιστική ρητορική του και τις προσδοκίες που καλλιεργούσε.
Η κεντρική πολιτική του Μεγάρου Μαξίμου ήταν να ενταθεί η κοινωνική καταστολή στις καταλήψεις κτιρίων και τις διαδηλώσεις και μεταξύ των κοινοτήτων των μεταναστών. Οχι όμως να αντιμετωπιστεί το κοινό έγκλημα, με το οποίο παραδοσιακά η Δεξιά έχει σχέσεις ανοχής. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Αθήνα τείνει να μετατραπεί σε μια πρωτεύουσα μεταξύ Μπογκοτά και Πόλης του Μεξικού – σύμφωνα με τις περιγραφές του αρμόδιου υπουργού.
Το ζήτημα αγγίζει τον σκληρό πυρήνα της ΝΔ, καθώς στο καθημερινό δελτίο ειδήσεων τείνει να καθιερωθεί η δολοφονία ή το ξεκαθάρισμα της ημέρας. Τα καθημερινά περιστατικά, η ανικανότητα της αστυνομίας να διαλευκάνει υποθέσεις όπως η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ και το έγκλημα στα Γλυκά Νερά αγγίζουν το κοινό των ηλικιωμένων που ψήφισαν για «επιβολή του νόμου και της τάξης», παρότι τα πρωινάδικα συσκοτίζουν την εικόνα και τα φαιδρά παπαγαλάκια λένε ότι «δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας γιατί οι εκτελεστές ξέρουν καλό σημάδι».
Είναι το ίδιο κοινό που έχει ήδη κλονιστεί από τις υποθέσεις Λιγνάδη και Φουρθιώτη και αναρωτιέται προς τι η συναλλαγή των κυβερνητικών παραγόντων με παιδόφιλους και ανθρώπους του κοινού ποινικού δικαίου.