Την Τρίτη , 30 Μαρτίου, η Ελληνική Βουλή συζητά την πρόταση της ΝΔ, για παραπομπή του πρώην Υπουργού Νίκου Παππά σε Προανακριτική με βάση μηνυτήρια αναφορά που έχει καταθέσει ο επιχειρηματίας Χρήστος Καλογρίτσας. Το πρώτο ερώτημα είναι αν θα συσταθεί Προανακριτική. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι αυτό. Η Προανακριτική θα συσταθεί γιατί η κυβέρνηση ψάχνει επικοινωνιακή διέξοδο από τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει με τη διαχείριση της πανδημίας, της Οικονομίας και των Εθνικών θεμάτων. Θα προσφέρει λοιπόν «άρτο και θέαμα», αρένα και αίμα και θα κατηγορήσει τους πολιτικούς αντιπάλους . Δεν την ενδιαφέρει η αλήθεια η οποία έτσι κι αλλιώς δεν θα εξεταστεί στην Προανακριτική, αλλά η δημιουργία εντυπώσεων, μέσα από το ισχυρό μιντιακό σύστημα που ελέγχει. Κανένας δεν θα θελήσει να αναρωτηθεί ποιος είναι ο Καλογρίτσας ή αν λέει την αλήθεια. Όλοι θα κληθούν να καταναλώσουν εικόνες και καταθέσεις του αμφιλεγόμενου επιχειρηματία, ο οποίος δεν κρύβει ότι «θέλει να καταστρέψει τα παλιόπαιδα του ΣΥΡΙΖΑ».
Ο αξιότιμος κύριος Καλογρίτσας
Ο Καλογρίτσας είναι ένας επιχειρηματίας που δραστηριοποιήθηκε στις κατασκευές (Δημόσια Έργα για την ακρίβεια). Τη δεκαετία του 1980, εμφανίστηκε ως εκδότης με την εφημερίδα «Πρώτη». Ήταν μια εφημερίδα που υποστήριζε τον τότε ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς, με διευθυντή τον Παύλο Τσίμα, ο οποίος είχε πάρει «μεταγραφή» από το Ριζοσπάστη και το ΚΚΕ , για να στηρίξει το εγχείρημα. Η πετυχημένη τότε εφημερίδα, είχε άδοξο τέλος, αφού ο εργολάβος και εκδότης Καλογρίτσας, φέρεται κάποια στιγμή να μεταπήδησε στο στρατόπεδο του πατρός Μητσοτάκη και την μετέτρεψε σε «εφημερίδα που πάλευε να βάλει τον Αντρέα φυλακή» όπως θυμούνται πολλοί.
Μετά το εγχείρημα με την Πρώτη, ο Καλογρίτσας, εμφανίστηκε στα πολιτικά πράγματα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων GPO, στην οποία έβαλε επικεφαλής τον Τάκη Θεοδωρικάκο, μετέπειτα σύμβουλο και υπουργό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η σύζυγος του Τάκη Θεοδωρικάκου είχε και αυτή μετοχές στην GPO, ενώ οι οικογένειες Καλογρίτσα και Θεοδωρικάκου προχώρησαν και σε κουμπαριά επισφραγίζοντας μια σχέση πολλών επιπέδων. Ο Χρήστος Καλογρίτσας, παρότι δεν έκανε εκδοτικό εγχείρημα, διαφήμιζε ο ίδιος πως έχει “στενές σχέσεις” με site όπως αυτό του Νίκου Ευαγγελάτου (Newsit) αφήνοντας μάλιστα υπονοούμενα πως μπορεί να είναι και κρυφός ιδιοκτήτης. Από τα πράγματα που επίσης διέδιδε, ήταν η κουμπαριά του με τον Χαρίλαο Φλωράκη, τον οποίο εμφάνιζε ως νονό του γιου του Ιωάννη Βλάδιμηρου, κάτι που δεν ίσχυε (σύμφωνα με δημοσίευμα του δημοσιογράφου Γιώργου Πετρόπουλου στην ΕΦΣΥΝ).
Το 2016, ο Καλογρίτσας, εμφανίστηκε πάλι με εκδοτικές φιλοδοξίες. Πήρε μέρος στο διαγωνισμό που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ για τη διεκδίκηση τηλεοπτικής άδειας. Ο Καλογρίτσας κέρδισε μία από τις τηλεοπτικές άδειες, αλλά βγήκε τελικώς εκτός, όταν δήλωσε αδυναμία να πληρώσει το ποσό που πρόσφερε στο διαγωνισμό.
Στη συνέχεια προχώρησε στην έκδοση της εφημερίδας Documento, από τον Νοέμβριο του 2016 έως το Μάρτιο του 2017, οπότε και την εφημερίδα ανέλαβε ο Κώστας Βαξεβάνης. Στο εγχείρημα έκδοσης του Documento, ο Κώστας Βαξεβάνης ήταν διευθυντής και δεν είχε καμία ιδιοκτησιακή-μετοχική σχέση. Κατείχε μόνο τον τίτλο του Documento για να εξασφαλίσει τη δυνατότητά του να λειτουργεί με δημοσιογραφικά κριτήρια, αφού το παρελθόν Καλογρίτσα δεν αποτελούσε εγγύηση. Από τον πρώτο μήνα της έκδοσης του Documento, οι σχέσεις Καλογρίτσα και Βαξεβάνη οδηγήθηκαν σε κρίση. Ο Καλογρίτσας προσπαθούσε να αποφύγει να υπάρχουν δημοσιεύματα για τα θαλασσοδάνεια του Κυριάκου Μητσοτάκη (Κήρυκας Χανίων), τον Γιάννη Στουρνάρα και τον Δημήτρη Αβραμόπουλο τον οποίο εμφάνιζε ως «καρδιακό φίλο». Τον Ιανουάριο ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την εφημερίδα αμέσως μετά από μία συνάντησή του με το Γιάννη Στουρνάρα ο οποίος τον είχε μηνύσει για τα δάνεια της Αττικα Bank, αλλά τον συναντούσε κρυφά παρότι μηνυτής του. Μετά από μεταβατικό στάδιο ενάμισι μήνα, ο Βαξεβάνης ανέλαβε να εκδώσει το Documento με δική του εταιρεία.
Πώς προέκυψε το σήριαλ Καλογρίτσα;
Τον Ιούλιο του 2020, το διαιτητικό δικαστήριο της Ελβετίας, στο οποίο είχε προσφύγει η εταιρεία CCC της γνωστής αραβικής επιχειρηματικής οικογένειας Χούρη, με απόφασή του, επέβαλε στην εταιρεία ΤΟΞΟΤΗΣ, του Χρήστου Καλογρίτσα, να καταβάλει 3 εκατομμύρια ευρώ τα οποία είχε εισπράξει για κατασκευαστικό έργο που δεν πραγματοποίησε ποτέ. Λίγο αργότερα το ελληνικό δικαστήριο, επικύρωσε την απόφαση του Ελβετικού δικαστηρίου και έτσι ο Καλογρίτσας και η εταιρεία του, πρέπει να καταβάλλουν 3 εκατομμύρια ευρώ στην CCC.
Μετά την απόφαση του δικαστηρίου, ο Χρήστος Καλογρίτσας, καταθέτει μηνυτήρια αναφορά, στην οποία ισχυρίζεται, πως τα 3 εκατομμύρια ευρώ που καλείται να πληρώσει δεν αφορούν πραγματικό έργο. Δόθηκαν, κατά τον Καλογρίτσα πάντα, από τον Χούρη, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, για να κατατεθούν ως εγγυητική επιστολή στο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Δηλαδή ο Αραβικός Όμιλος, χάρισε στην πραγματικότητα 3 εκατομμύρια για να κάνει καναλάρχη τον Καλογρίτσα.
Η μηνυτήρια αναφορά η οποία ενδεχομένως να είχε την τύχη της αρχειοθέτησης υπό άλλες συνθήκες, πήγε στη Βουλή επειδή ο Καλογρίτσας ανέφερε το όνομα του πρώην Υπουργού Νίκου Παππά και σήμερα ζούμε την Καλογριτσιάδα σε πολιτική εκτέλεση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του.
Μήπως λέει αλήθεια ο Καλογρίτσας;
Κατ’ αρχάς ο ισχυρισμός του Καλογρίτσα περί εικονικού έργου, έχει απορριφθεί από το Ελβετικό και κατ’ επέκταση από το ελληνικό δικαστήριο. Το διαιτητικό δικαστήριο, καταδικάζει τον Καλογρίτσα να πληρώσει τα €3 εκατομμύρια γιατί το έργο ήταν πραγματικό. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε τέτοια δικαστική απόφαση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Καλογρίτσας, διατηρούσε σχέσεις με στελέχη και υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ. Η σχέση με υπουργούς της ΝΔ, ήταν εξίσου πραγματική. Η σχέση του Καλογρίτσα και η συνεργασία του με τον Τάκη Θεοδωρικάκο, δεν καθιστά τον πρώην υπουργό ένοχο για όσα τυχόν πει ή κάνει ο Καλογρίτσας. Ούτε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος είχε σύμβουλο τον Θεοδωρικάκο.
Υπάρχουν όμως δύο θεμελιακές αντιφάσεις σε όσα καταθέτει ο Καλογρίτσας. Λέει πως πήρε 3 εκατομμύρια για να τα καταθέσει ως εγγυητική για το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες. Μα την εποχή εκείνη, η εταιρεία ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΚΑΛΟΓΡΙΤΣΑΣ, η οποία πήρε μέρος στο διαγωνισμό, είχε ως Μετοχικό Κεφάλαιο 11,8 εκατομμύρια ευρώ. Γιατί χρειαζόταν τα €3 εκατομμύρια της εταιρείας CCC, σε εκείνο το χρόνο; Ακόμη και αν υπήρχε κάποια πονηρή συναλλαγή δεν χρειαζόταν να γίνει μεταφορά των 3 εκατομμυρίων εκείνη την περίοδο. Θα μπορούσε να καταβάλει η εταιρεία από τα δικά της κεφάλαια.
Το επιχείρημα ότι είχε σκοπό ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει καναλάρχη τον Καλογρίτσα, καταρρίπτεται από την πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέρριψε στο δεύτερο στάδιο τον Καλογρίτσα ως πλειοδότη. Αν ήθελε να του δώσει άδεια, θα μπορούσε να νομοθετήσει διαγωνισμό ενός σταδίου και να του δώσει άδεια όπως έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Αντ’ αυτού έβαλε ασφαλιστικές δικλίδες, που τον πέταξαν έξω.
Στα δικόγραφα που έχουν κατατεθεί στο δικαστήριο της Ελβετίας, υπάρχει mail του Καλογρίτσα προς τη CCC, μεταγενέστερα του διαγωνισμού για τις άδειες, με τα οποία αναφέρεται σε λεπτομέρειες για το υπό κατασκευή έργο. Πώς λοιπόν στη συνέχεια υποστηρίζει πως είναι εικονικό;
Και τι σχέση έχει το Documento;
Στη μηνυτήρια αναφορά που κατέθεσε ο Καλογρίτσας αναφορικά με τα περιβόητα €3 εκατομμύρια, ανέφερε πως όταν απέτυχε να πάρει τηλεοπτική άδεια, το ποσό αυτό, με εντολή του Νίκου Παππά, διοχετεύτηκε για να δημιουργηθεί η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, Documento. Τη διατύπωση αυτή του Καλογρίτσα, ακολούθησε ανακοίνωση της ΝΔ που ζητούσε «να μας πει ο Βαξεβάνης για τα €3 εκατομμύρια και το Documento». Ο δημοσιογράφος απάντησε πως δεν είχε καμία ιδιοκτησιακή σχέση με το Documento, στο οποίο εργαζόταν ως διευθυντής, αλλά εφημερίδες και site, άρχισαν επιμελώς να συνδέουν τον Βαξεβάνη με τα €3 εκατομμύρια. Ο εκδότης του Documento, αναγκάστηκε μπροστά στην επιτηδευμένη σύγχυση που δημιουργήθηκε για το ποιος ήταν ιδιοκτήτης του Documento, να στείλει εξώδικα σε εφημερίδες και site.
Την πλήρη αλήθεια για την υπόθεση ωστόσο δεν την αποκάλυψε το Documento, αλλά η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα». Σε ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στις 12 Ιουλίου του 2020, η εφημερίδα αποκάλυψε πως τα €3 εκατομμύρια που εμφανίζονται να δόθηκαν για να δημιουργηθεί το Documento, στην πραγματικότητα ήταν δεσμευμένα από το ελληνικό Δημόσιο, μετά την αποτυχημένη συμμετοχή της οικογένειας Καλογρίτσα στο διαγωνισμό. Άρα δεν γινόταν να έχουν δοθεί για τη δημιουργία του Documento όπως καταθέτει ο Καλογρίτσας, αφού ήταν στα ταμεία του Δημοσίου. Όταν τον Ιανουάριο του 2017, με απόφαση του ΣτΕ, τα €3 εκατομμύρια της εγγυητικής επιστολής αποδίδονται στην εταιρεία της οικογένειας Καλογρίτσα, τότε, όπως όπως αποκαλύπτει το Πρώτο Θέμα, αυτά δεν πάνε σε κανένα Documento ή άλλη επένδυση, «αλλά πάνε στην τσέπη του μοναδικού μετόχου της εταιρείας, τον Ιωάννη Βλαδίμηρο Καλογρίτσα, με την μέθοδο της μείωσης μετοχικού κεφαλαίου». Συνεπώς τα €3 εκατομμύρια δεν πήγαν ούτε στο Documento του Καλογρίτσα, ούτε σε αυτό που εξέδωσε ο Βαξεβάνης τον Μάρτιο του 2017.
Με άλλη κατάθεση Καλογρίτσα μάθαμε ότι τα €3 εκατ. ήταν τελικώς δάνειο
Μετά την αποκάλυψη από ένα φιλικό μέσο προς τη ΝΔ, το αφήγημα για τα 3 εκατομμύρια που πήγαν στο Documento, πήγε περίπατο. Προκειμένου λοιπόν να χαλάσει η μεθόδευση να οικοδομηθεί Προανακριτική, η… κατασκευαστική Καλογρίτσα ανέλαβε νέο έργο. Ο Χρήστος Καλογρίτσας πάντα (ο ιδιοκτήτης της εταιρείας που φαίνεται να συμμετείχε στο κόλπο Ιωάννης Καλογρίτσας, περιέργως δεν εμφανίζεται πουθενά) προσήλθε στην Πταισματοδίκη Αθηνών στις 5 Νοεμβρίου του 2020 και καταθέτει πως τα 3 εκατομμύρια που έβαλε στο Documento, προήλθαν τελικώς από δάνειο το οποίο πήρε γιατί ήταν σίγουρος πως τα χρήματα που είχαν δεσμευτεί στο λογαριασμό του και προέρχονταν από την εταιρεία Χούρη, θα αποδεσμεύονταν. Λέει συγκεκριμένα «Μέχρι να επιστραφούν τα χρήματα αυτά, εγώ δανείστηκα χρήματα και χρηματοδότησα την εφημερίδα Documento , η εταιρεία δηλαδή, με ποσό τουλάχιστον 3.000.000 ευρώ στην οποία εφημερίδα συμμετείχε ο Βαξεβάνης ως διευθυντής χωρίς οικονομική συμμετοχή. Τα Χριστούγεννα του 2016 διαφώνησα με δημοσιεύματα τα οποία θεώρησα ότι εξέθεταν το όνομα του γιού μου. Τότε μου ζήτησαν να παραδώσω όλες τις μετοχές στο Βαξεβάνη και να φύγω και έτσι έγινε».
Ξαφνικά ο Καλογρίτσας ανακάλυψε πως υπήρξε δάνειο. Δεν αναφέρει από ποιον το πήρε, με ποιο τρόπο και δεν καταθέτει κανένα αποδεικτικό στοιχείο γι αυτό. Επειδή ακυρώθηκε το σενάριο από το ίδιο το «Πρώτο Θέμα», φτιάχνει ένα καινούριο.
Ο Καλογρίτσας όμως εμφανίζεται μερικές μέρες μετά, ξανά για κατάθεση. Στις 28 Νοεμβρίου προσέρχεται αυτοβούλως και καταθέτει «συμπληρωματικά θέλω να καταθέσω και να διορθώσω στο σημείο που λέω μου ζήτησαν να παραδώσω όλες τις μετοχές στο Βαξεβάνη και να φύγω, το νόημα που ήθελα να αποδώσω είναι ότι μου ζήτησαν να μεταβιβάσω προς το Βαξεβάνη το ενεργετικό της εταιρείας όπως τότε είχε (εξοπλισμός, πελατολόγιο κλπ)».
Ο εργολάβος Καλογρίτσας, αντιλαμβάνεται πως με την προηγούμενη κατάθεσή του που εμφανίζει τον Βαξεβάνη να παίρνει τις μετοχές, ότι κινδυνεύει να καταδικαστεί για συκοφαντική δυσφήμιση και ψευδορκία. Παρουσιάζει τον Βαξεβάνη να παίρνει μετοχές, ενώ εξέδωσε την εφημερίδα με άλλη προσωπική του εταιρεία που είχε ελάχιστο κεφάλαιο. Έτσι κάνει τη διόρθωση πως με το «μετοχές» εννοούσε κάτι άλλο. Δίνει όμως τη δυνατότητα σε εφημερίδες, κανάλια και site που εκτελούν τις δικές τους εργολαβίες, να αναπαράγουν τα περί μετόχου Βαξεβάνη. Και φυσικά δίνει τη δυνατότητα στην Προανακριτική της Βουλής, να αναφέρεται στην κατάθεσή του. Όχι όμως και στη διορθωτική.
Πρόκειται ίσως για την τελευταία εργολαβία στην καριέρα του Χρήστου Καλογρίτσα.
Υπάρχει ένα σχόλιο που κάνει συχνά τελευταία, ένας παλιός φίλος του Καλογρίτσα. «Όσα κόμματα έμπλεξαν με τον Καλογρίτσα, αρχικώς το ΚΚΕ, μετά η ΝΔ του πατέρα Μητσοτάκη και στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ, το πλήρωσαν. Η ΝΔ τους Κυριάκου Μητσοτάκη που επέλεξε να επενδύσει τώρα πάνω του ενώ γνωρίζει, θα έχει την ίδια τύχη. Απλώς θα πληρώσει και βαρύ τόκο. Τόκο Καλογρίτσα»