Η µαφιόζικη εκτέλεση του δηµοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ µέρα µεσηµέρι έξω από το σπίτι του έφερε στην επιφάνεια µια µεγάλη και πολύ σκοτεινή υπόθεση. Μια υπόθεση που αφορά διαφθορά η οποία φτάνει µέχρι τα πολύ υψηλά κλιµάκια της Ελληνικής Αστυνοµίας και είναι κοινό µυστικό εντός της ΕΛΑΣ.
Ρεπορτάζ: Αλέξανδρος Παπαδήµας – Στέφανος Ιωάννου
Η δολοφονία του δηµοσιογράφου είναι η τέταρτη που σηµειώνεται και αφορά ανθρώπους που είτε ήταν σε καίρια πόστα του διαπλεκόµενου µε το παρακράτος οργανωµένου εγκλήµατος είτε σχετίζονταν µε αυτό δουλεύοντας στις παρυφές του είτε γνώριζαν πρόσωπα και πράγµατα κι έπρεπε να σιωπήσουν. Οι µέθοδοι αυτού του παρακράτους έχουν καταγραφεί σε δικογραφία που εδώ και χρόνια γύρναγε από γραφείο σε γραφείο σαν να αφορά… απλές τροχαίες παραβάσεις και µάλιστα σε κάποια χρονική στιγµή για τη διερεύνησή της κρίθηκε αρµόδια µια κατώτατη δικαστική λειτουργός, µια πταισµατοδίκης!
Το παρακράτος που αναδεικνύεται στην επίµαχη δικογραφία, αν και αποτελεί συνέχεια αυτού που υπάρχει και λειτουργεί ανενόχλητο στη χώρα εδώ και δεκαετίες, έχει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά: τα υπόγεια της νύχτας συνδέονται πλέον µε τα ρετιρέ της αστυνοµίας, της πολιτικής, της ποινικής δικηγορίας, ακόµη και της ίδιας της ∆ικαιοσύνης. Πρόκειται για ένα πιο ισχυρό κύκλωµα µε πιο ισχυρές διασυνδέσεις. Και οι «εκτελέσεις» που συνδέονται µε αυτό δεν είναι απλό «ξεκαθάρισµα λογαριασµών».
Τα υπεράνω ελέγχου πρόσωπα, κάποια από τα οποία προέρχονται από τον ίδιο τον κρατικό µηχανισµό ή έχουν γερές πλάτες µέσα σε αυτόν, και τα οποία διαφεντεύουν σήµερα το οργανωµένο έγκληµα, διεκδικούν την απόλυτη κυριαρχία. Κι έχουν ανοίξει την τελευταία τριετία έναν κύκλο αίµατος στην καρδιά της ελληνικής µαφίας που δεν λέει να κλείσει.
Οπως προκύπτει από την επίµαχη δικογραφία, η οποία περιέχει και καταγεγραµµένες συνοµιλίες, στο κύκλωµα συµπεριλαµβάνονται αρκετοί επίορκοι εν ενεργεία αξιωµατικοί της ΕΛΑΣ αλλά και πολλοί απόστρατοι. Κάποιοι από τους επίορκους αστυνοµικούς αποτελούν κοµµάτι της ηγεσίας της ΕΛΑΣ, άλλοι είναι µεσαίου βαθµού, ενώ υπάρχουν και οι χαµηλόβαθµοι. Κοινό χαρακτηριστικό όλων όµως είναι ότι έχουν µεγάλη επιρροή εντός της ΕΛΑΣ, µε αποτέλεσµα να λειτουργούν, µε το αζηµίωτο, ακόµη και ως «νονοί» των µεγάλων κεφαλών της νύχτας. Αυτοί οι επίορκοι αστυνοµικοί µαζί µε τους… συνεταίρους τους λειτουργούν σαν µια µεγάλη τροµοκρατική οµάδα, η οποία έχει διαβαθµίσεις αλλά και µεγάλη αντιπαλότητα.
Σαν την αντιπαλότητα που παρατηρείται τις τελευταίες ηµέρες στην ΕΛΑΣ, όπου σύµφωνα µε ασφαλείς πληροφορίες του Documento, το πρώτιστο ζητούµενο δεν είναι η πάταξη της εγκληµατικότητας ή η εξιχνίαση των επίµαχων δολοφονιών, αλλά ποιοι αστυνοµικοί θα µεταφερθούν στη Μύκονο· εκτός από το νησί των ανέµων, είναι και το νησί της µεγαλύτερης διακίνησης ναρκωτικών και άρα το υπέρτατο πλυντήριο ξεπλύµατος µαύρου χρήµατος.
Η στάση της ΕΛΑΣ αναφορικά µε τη συγκεκριµένη υπόθεση, για τη διαλεύκανση της οποίας φαίνεται ότι δεν κάνει τίποτε, φανερώνει µια αµηχανία ή ακόµη χειρότερα έναν επιτηδευµένο ρόλο. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι συγκεκριµένοι επίορκοι αστυνοµικοί αντί να µπουν σε διαθεσιµότητα, έχουν τεθεί σε υπηρεσίες γραφείου. Το γεγονός άλλωστε ότι πρόκειται για κύκλωµα, στο οποίο εµπλέκονται νονοί της νύχτας, αστυνοµικοί, πολιτικοί, δικαστικοί λειτουργοί, δικηγόροι και δηµοσιογράφοι αλλά κανείς από την ΕΛΑΣ ούτε καν µιλάει γι’ αυτή την υπόθεση αφήνει την αίσθηση ότι η αστυνοµία δεν θέλει να µπει τέλος σε µια τεράστια γκάµα εγκληµατικών δραστηριοτήτων που επιφέρει ετήσιο τζίρο δισεκατοµµυρίων.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι η δικογραφία που αφορά τη δολοφονία πριν από σχεδόν τρία χρόνια του Σπύρου Παπαχρήστου, του φερόµενου ως εγκέφαλου αυτού του κυκλώµατος, έχει υποβιβαστεί. Κι αυτό γιατί έχει φύγει από το τµήµα Εγκληµάτων Κατά της Ζωής και έχει δοθεί στο τµήµα Οργανωµένου Εγκλήµατος, όπου φαίνεται ότι βρίσκεται µέχρι και σήµερα. Κάτι που προφανώς δεν συνηθίζεται, αφού σε αντίστοιχες περιπτώσεις πρώτιστο ζητούµενο είναι η εξιχνίαση της δολοφονίας.
Το δεδοµένο είναι ότι τρία χρόνια µετά δεν έχει ακόµη εντοπιστεί κάποιος ύποπτος για µια δολοφονία η οποία προκάλεσε µεγάλες αναταράξεις και ένα ατέλειωτο λουτρό αίµατος στην ελληνική µαφία.
Αντίστοιχα, η δικογραφία που αφορά τον τρόπο δράσης του συγκεκριµένου κυκλώµατος και χρονολογείται από το 2017 δόθηκε µόλις πρόσφατα στους νέους επίκουρους εισαγγελείς διαφθοράς, οι οποίοι επεξεργάζονται τα στοιχεία προκειµένου να χρεωθεί σε εισαγγελέα.
Είχαν προηγηθεί οι κλήσεις για ανωµοτί εξηγήσεις από τους εµπλεκόµενους, οι οποίες λήφθηκαν από… πταισµατοδίκη, και παρά το γεγονός ότι το περιεχόµενο της δικογραφίας έχει γίνει γνωστό και δηµοσιοποιηθεί ήδη από το καλοκαίρι του 2020.
Οι χειρισµοί όµως σε σχέση µε αυτήν τη δικογραφία, πέραν του ότι προκαλούν εύλογες αµφιβολίες για το εάν θα βρεθεί ποτέ η αλήθεια προκειµένου να αποδοθεί δικαιοσύνη, αφήνουν και το περιθώριο να ρίχνεται λάσπη σε όσους εµπλέκονται. Πλέον, έπειτα από τέσσερις δολοφονίες προσώπων που αναφέρονταν σε αυτήν, η ιστορία διαιωνίζεται και η όλη υπόθεση το πιθανότερο είναι ότι αφορά την «αλλαγή φρουράς» αλλά και το να κλείσουν επικίνδυνα στόµατα. Παράλληλα, όσοι εµφανίζονται ως βασικοί πρωταγωνιστές ή ως οι δολοφόνοι τους εκτελούνται και οι ίδιοι. Ούτε όµως αυτό κινητοποιεί αστυνοµία και ∆ικαιοσύνη. ∆υστυχώς, αυτή η αντιµετώπιση δείχνει ότι µέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση –και αν–, θα έχουν δολοφονηθεί ακόµη περισσότεροι.
Χρηματίζουν εν ενεργεία υψηλόβαθμους αστυνομικούς» – Ζαλίζουν τα νούμερα από τον τζίρο των εγκληματικών δραστηριοτήτων του κυκλώματος της νύχτας
Στην από το 2017 δικογραφία για το κύκλωµα συµπεριλαµβάνεται ενηµερωτικό δελτίο της ΕΥΠ στο οποίο σκιαγραφείται η δράση του. Ενα κύκλωµα που, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: «αποτελούµενο από δικηγόρους, πολίτες, εν ενεργεία και απόστρατους αξιωµατικούς της Αστυνοµίας, διευκολύνει και παρέχει την απαραίτητη “κάλυψη” για την εκτέλεση παράνοµων δραστηριοτήτων νυχτερινών καταστηµάτων (οίκοι ανοχής, studio, strip show, παράνοµες χαρτοπαιχτικές λέσχες – ηλεκτρονικά καζίνο)» αντί «αδρής χρηµατικής αµοιβής που καταβάλλουν οι ιδιοκτήτες αυτών».
Οι πληροφορίες που συνέλεξε η ΕΥΠ, οι οποίες προέκυψαν και από αποµαγνητοφωνήσεις των συνοµιλιών «µεταξύ των µελών του κυκλώµατος», οδήγησαν στο συµπέρασµα ότι «το κύκλωµα διαθέτει εσωτερική διάρθρωση, µε τη σύνδεση των µελών του να σχηµατίζουν ιεραρχική δοµή στην κορυφή της οποίας παρουσιάζονται εν ενεργεία υπηρετούντες και απόστρατοι των σωµάτων ασφαλείας. Πιο συγκεκριµένα, το κύκλωµα έχει καταφέρει να διεισδύσει σε σηµαντικές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνοµίας, παρέχοντας την απαραίτητη “κάλυψη” σε καταστήµατα µε παράνοµη δραστηριότητα, χρηµατίζοντας εν ενεργεία υψηλόβαθµους αστυνοµικούς µε τη βοήθεια απόστρατων αξιωµατικών, εξασφαλίζοντας την ανάπτυξη της παράνοµης δραστηριότητάς του και αποκοµίζοντας µεγάλα χρηµατικά ποσά».
«Ενα εκατοµµύριο ευρώ µηνιαίως»
Η ανάπτυξη του κυκλώµατος προϋπέθετε τη χρησιµοποίηση αρκετών από τα µέλη του «για τον εντοπισµό και την προσέγγιση ιδιοκτητών καταστηµάτων µε παράνοµη δραστηριότητα, για να τους εντάξουν στο πρόγραµµα της “κάλυψης”… Οι ιδιοκτήτες υπό τον φόβο των συλλήψεων συµφωνούν και συµµετέχουν». Οσοι ιδιοκτήτες αποφασίζουν να αρνηθούν να συµµετέχουν στην «κάλυψη», τότε «σε σύντοµο χρονικό διάστηµα συλλαµβάνονται από τις αρµόδιες αρχές ασφαλείας…».
Σύµφωνα µε το ενηµερωτικό δελτίο της ΕΥΠ, υπάρχουν και «οι δικηγόροι του κυκλώµατος», οι οποίοι «αναλαµβάνουν τη νοµική υπεράσπιση των συλληφθέντων, χρησιµοποιούν τις “γνωριµίες” τους µε επίορκους αστυνοµικούς για να αποφυλακίζουν τους πελάτες τους. Σε πολλές µάλιστα περιπτώσεις παίζουν και οι ίδιοι τον ρόλο του περιφερειακού ταµία του κυκλώµατος».
Τα χρήµατα που διαχειριζόταν το κύκλωµα ήταν πάρα πολλά, αφού ο τζίρος από το σύνολο των εγκληµατικών δραστηριοτήτων του ανερχόταν σε περίπου 1,5-2 δισ. ευρώ. Πρόκειται άλλωστε για κάτι που προκύπτει και από το ενηµερωτικό δελτίο της ΕΥΠ, βάσει του οποίου «τα χρήµατα για έναν οίκο ανοχής είναι πάνω από 1.000 ευρώ µηνιαίως, για τα studio 1.500 ευρώ µηνιαίως, για τα strip show ανάλογα τη συµφωνία που έχει γίνει µε το κύκλωµα, ενώ για τα παράνοµα καζίνο το ποσό µπορεί να φτάσει και τα 5.000-7.000 ευρώ µηνιαίως. Βάσει πληροφοριών, τα χρήµατα που συγκεντρώνονται ξεπερνούν το 1 εκατοµµύριο ευρώ µηνιαίως, καθώς η συµµετοχή των παράνοµων καταστηµάτων είναι µεγάλη… Στο πρόγραµµα “κάλυψης” συµµετέχουν περίπου 350 οίκοι ανοχής, 250 studio, 300 παράνοµα καζίνο στο λεκανοπέδιο της Αττικής».