Ως «γάμοι που έγιναν στην κόλαση» περιγράφει η ευρωπαϊκή περιβαλλοντική οργάνωση Friends of the Earth Europe τις τρεις συγχωνεύσεις που πραγματοποιούν εταιρείες- κολοσσοί στον τομέα της αγροβιομηχανίας.
Αυτές οι συγχωνεύσεις –δύο από τις τρεις έχουν ήδη εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρά το πλήθος των αντιδράσεων– αναμένεται να δώσουν απεριόριστη δύναμη στις τρεις υπερεταιρείες, αφού μέσω μονοπωλιακών πρακτικών θα ελέγχουν το 70% των αγροχημικών και το 60% των εμπορικών σπόρων παγκοσμίως. Οι συγχωνεύσεις των εταιρειών –έχουν ήδη τεράστια επιρροή σε πολιτικές ελίτ– αναμένεται να προκαλέσουν δυσάρεστες επιπτώσεις στους Ευρωπαίους αγρότες, καταναλωτές, στην ασφάλεια τροφής και στο περιβάλλον.
«Εγείρονται σοβαρά ερωτήματα για τη δύναμη που αποκτούν αυτές οι εταιρείες, αποκλείοντας κάθε είδους ανταγωνισμό και πλήττοντας το μέλλον της καλλιέργειας στην Ευρώπη» αναφέρει στο Documento ο Αντριαν Μπεμπ, υπεύθυνος στον τομέα των ανώτερων τροφίμων και γεωργίας της οργάνωσης Friends of the Earth Europe. «Πλέον οι εταιρείες θα ελέγχουν ακόμη περισσότερο τι θα φυτεύουν οι αγρότες περιορίζοντας κατά πολύ τις επιλογές τους, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους για τους αγρότες και κατ’ επέκταση για τους καταναλωτές, που θα απομείνουν με λιγοστές επιλογές, αφού μελλοντικά θα μειωθεί η ποικιλία των διαθέσιμων γεωργικών προϊόντων στα μαγαζιά».
Το προφίλ των κολοσσών
Η πρώτη συγχώνευση –η απόφαση για την έγκρισή της από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται στα τέλη του 2017– είναι μεταξύ της γερμανικής εταιρείας Bayer και της αμερικανικής Monsanto. Η Bayer, η οποία αποτελεί τη δέκατη μεγαλύτερη παραγωγό χημικών προϊόντων παγκοσμίως και τη δεύτερη σε παραγωγή φυτοφαρμάκων και ζιζανιοκτόνων, εξαγόρασε τον Σεπτέμβριο του 2016 τη Monsanto αντί 66 δισ. δολαρίων. Η δυναμική αυτής της συγχώνευσης αναδεικνύεται και από την ισχύ της Monsanto, η οποία είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής σπόρων παγκοσμίως, ελέγχει το 24% των σπόρων λαχανικών στην Ευρώπη, κυριαρχώντας παράλληλα στην παγκόσμια αγορά γενετικά τροποποιημένων σπόρων. Παράλληλα είναι η πέμπτη μεγαλύτερη παραγωγός παγκοσμίως σε φυτοφάρμακα και ζιζανιοκτόνα.
Οι δύο εταιρείες έχουν μεγάλη επιρροή στην καλλιέργεια νέων ειδών γενετικά μεταλλαγμένων προϊόντων, κατέχοντας το 16% των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας για φυτά στην Ευρώπη. Οι δύο εταίροι –θα σχηματίσουν τη μεγαλύτερη αγροχημική εταιρεία παγκοσμίως– ελέγχουν ήδη πάνω από το 25% της παγκόσμιας σποράς και των αγροχημικών προϊόντων, αφού το 2015 είχαν ετήσιες πωλήσεις που ξεπερνούσαν τα 25 δισ. δολάρια.
Λίγο πριν από την προαναφερθείσα συγχώνευση είχε γίνει γνωστή μια άλλη, μεταξύ των αμερικανικών εταιρειών Dow Chemicals και DuPont, η οποία κατέστη προσωρινά η μεγαλύτερη εταιρεία παγκοσμίως στην παραγωγή αγροχημικών και σπόρων. Η DuPont είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός σπόρων παγκοσμίως, ενώ η Dow πέμπτη. Αμφότερες έχουν επενδύσει σε τεχνολογίες επεξεργασίας γονιδίων για τη δημιουργία γενετικά μεταλλαγμένων σπόρων και ενώνοντας τις δυνάμεις τους αναμένεται να κυριαρχήσουν σε αυτήν τη συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά.
Το 2015 συγκέντρωσαν το ένα τέταρτο των παγκόσμιων πωλήσεων στην αγορά των αγροχημικών και σπόρων, με ένα ποσό που ξεπέρασε τα 18 δισ. δολάρια. Η Dow ήταν μια από τις κατασκευάστριες εταιρείες των βομβών ναπάλμ που χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ στον πόλεμο του Βιετνάμ, ενώ ύστερα από ένα διάστημα έμεινε μοναδική παραγωγός, «επειδή έχουμε υποχρέωση στην κυβέρνηση» όπως ανέφεραν. Η εταιρεία συνέχισε την παραγωγή μέχρι το 1969. Η DuPont έχει κατηγορηθεί στο παρελθόν για ατμοσφαιρική ρύπανση, ενώ ήταν από τις παραγωγούς των σπρέι αεροζόλ που πλήττουν το όζον.
Η τρίτη συγχώνευση είναι μεταξύ του κινεζικού κολοσσού ChemChina και της ελβετικής Syngenta. H ChemChina, που εξαγόρασε τον Φεβρουάριο του 2016 τη Syngenta αντί 42 δισ. ευρώ, είναι η μεγαλύτερη εταιρεία στην Κίνα στην παραγωγή χημικών, ενώ κατέχει την έβδομη μεγαλύτερη εταιρεία παγκοσμίως στην παραγωγή αγροχημικών. Η Syngenta είναι η μεγαλύτερη δύναμη παγκοσμίως στην παρασκευή φυτοφαρμάκων και τρίτη στη δημιουργία σπόρων. Το 2015 οι δύο εταιρείες συγκέντρωσαν 15 δισ. δολάρια από πωλήσεις αγροχημικών και σπόρων παγκοσμίως.
«Αποκτούν απόλυτο έλεγχο»
«Την ώρα που μικροί αγρότες και μικρές εταιρείες αγροχημικών και παραγωγής σπόρων παλεύουν να επιβιώσουν, το χάσμα με τους μεγάλους παίκτες γιγαντώνεται. Η όλο και μεγαλύτερη στροφή στη βιομηχανική καλλιέργεια θα οδηγήσει τους μικροπαραγωγούς σε αφανισμό. Τα πάντα στον τομέα της αγροκαλλιέργειας θα ελέγχονται από αυτούς τους κολοσσούς. Αναμένουμε να υπάρξει περιορισμός των οργανικών προϊόντων προκειμένου να προωθηθούν τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, τα οποία οι περισσότεροι καταναλωτές απορρίπτουν. Μάλιστα, όλες οι εταιρείες διαθέτουν πλατφόρμες δεδομένων συνεργαζόμενες με τεχνολογικές εταιρείες, αποκτώντας ακόμη μεγαλύτερο έλεγχο στις πρακτικές καλλιεργειών, εγκλωβίζοντας περαιτέρω τους μικροκαλλιεργητές σε μονοκαλλιέργειες, μονοπωλιακές πρακτικές και αύξηση του κόστους».
Αυτές οι εταιρείες, σύμφωνα με τον κ. Μπεμπ, «διαθέτουν στρατό από λομπίστες, προκειμένου να ενισχύεται η επιρροή τους σε κυβερνήσεις, ώστε να ελέγχουν τις συντελούμενες πολιτικές στην καλλιέργεια και επομένως η δική τους μόνο μέθοδος αγροκαλλιέργειας θα δέχεται όλη τη στήριξη. Ολες οι εταιρείες επενδύουν εκατομμύρια για να ενισχύσουν τη δυναμική των λόμπι τους, που συνετέλεσε σε δεκάδες συναντήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
«Οι κολοσσοί αυτοί έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στην παραγωγή τοξικών προϊόντων, πολλά από τα οποία έχουν κατηγορηθεί από πλήθος μελετών ως πιθανώς καρκινογόνα, ενώ κάποια από τα φυτοφάρμακα που παράγουν συνδέονται με Αλτσχάιμερ, άσθμα, παρενέργειες στη γέννα και αναπτυξιακές διαταραχές».
Παράλληλα, ο κ. Μπεμπ εστιάζει στον περιβαλλοντικό κίνδυνο λόγω των συγχωνεύσεων, αφού «εν μέσω μιας μεγάλης κλιματικής αλλαγής, αντί να δημιουργήσουμε ανθεκτικό σύστημα καλλιέργειας, με εύρος καλλιεργειών, στρεφόμαστε στις μονοκαλλιέργειες που θα επιφέρουν ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή των σπορών λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων. Είναι ένας δρόμος που δεν διασφαλίζει την τροφή των μελλοντικών γενεών».
Λόγω των τοξικών χημικών εντοπίζεται κίνδυνος και για την ευρωπαϊκή πανίδα: «Σχεδόν το ένα τρίτο όλων των ειδών των ευρωπαϊκών πτηνών είναι είδη υπό εξαφάνιση λόγω της βιομηχανοποιημένης καλλιέργειας και της μόλυνσης του νερού. Ο πληθυσμός των μελισσών από το 1985 έως το 2005 μειώθηκε κατά ένα έκτο λόγω των αγροχημικών που παρασκευάζουν η Bayer και η Syngenta».
Σκοτεινό παρελθόν
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Bayer με τη Monsanto θα συγχωνευτούν. Οι δύο εταιρείες ενώθηκαν το 1954 δημιουργώντας τη Mobay Corporation. Ηταν όμως τόσο επιθετική η πολιτική και οι πρακτικές της εταιρείας που συνετέλεσαν στο να κατατεθεί αγωγή το 1964 από το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της χώρας, ζητώντας να παύσει η συγχώνευση των δύο εταιρειών. Τελικά το 1967 οι δύο εταιρείες θα ακολουθήσουν ξεχωριστούς δρόμους, για να ενωθούν πάλι 50 χρόνια μετά.
Η διαχρονική προσπάθεια των δύο κολοσσών να προβάλουν ένα κοινωνικό προφίλ οφείλεται κατά πολλούς στην ανάγκη να ξεχαστεί το παρελθόν τους. Η Bayer είχε στενή σχέση με το ναζιστικό καθεστώς. Το 1925 ήταν θυγατρική της IG Farben, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες παγκοσμίως εκείνης της εποχής, η οποία, όπως έχει αποδειχθεί, εκτός του ότι πραγματοποιούσε μεγάλες δωρεές στο Τρίτο Ράιχ, παρασκεύαζε το χημικό αέριο Zyclon B που χρησιμοποιούσαν οι ναζί στους θαλάμους αερίων εναντίον Εβραίων και άλλων που εξόντωσε το καθεστώς. Μάλιστα, όπως αναφέρει και ο Τζόζεφ Μπόρκιν στο βιβλίο του «Το έγκλημα και η τιμωρία της IG Farben», η εταιρεία ακολουθούσε τα ναζιστικά στρατεύματα καταλαμβάνοντας μέρη από τις βιομηχανίες χημικών, άνθρακα και πετρελαίου των κατεχόμενων εθνών.
Και η Monsanto όμως έχει σκοτεινές σελίδες στην ιστορία της, αφού ήταν μια από τις εταιρείες –μαζί και η Dow Chemical– που παρήγαγαν το βλαβερό για την υγεία ζιζανιοκτόνο και αποφυλλωτικό αέριο Agent Orange, το οποίο χρησιμοποιήθηκε από τα αμερικανικά στρατεύματα στον πόλεμο του Βιετνάμ προκειμένου να αποψιλώσουν τη βλάστηση της ζούγκλας, καταστρέφοντας παράλληλα τις σοδειές τους. Υπολογίζεται ότι οι ΗΠΑ ψέκασαν περίπου 75 εκατ. λίτρα βλαβερών αερίων –κυρίως το Agent Orange– καταστρέφοντας έκταση μεγαλύτερη των 10 εκατ. στρεμμάτων. Το χημικό αέριο έπληξε 4 εκατ. ανθρώπους, 1 εκατ. παρουσίασε σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ οι ακρωτηριασμοί και οι γεννήσεις με δυσμορφία υπολογίζονται σε εκατοντάδες χιλιάδες. Μάλιστα επλήγησαν και τα αμερικανικά στρατεύματα, αφού πολλοί πεζοναύτες εμφάνισαν διάφορων ειδών καρκίνους.
Η Monsanto έχει κατηγορηθεί βάσει σωρείας επιστημονικών μελετών για την παραγωγή βλαβερών ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων, κάποια από τα οποία, όπως το Roundup, αναγκάστηκε να αποσύρει. Κατηγορήθηκε επίσης ως μια από τις υπαιτίους για την αυτοκτονία 200 χιλιάδων αγροτών στην Ινδία που αδυνατούσαν να αγοράζουν τους κοστοβόρους μεταλλαγμένους σπόρους και φυτοφάρμακα της εταιρείας.
Ναταλία Τσιγαρίδου (Υπεύθυνη της εκστρατείας βιώσιμης γεωργίας της Greenpeace): «Οποιος ελέγχει τα τρόφιμα, ελέγχει κι εμάς»
«Ηδη προτού ξεκινήσουν οι συγχωνεύσεις, το 70% της αγοράς σπόρων και το 70% της αγοράς των αγροχημικών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφής βρίσκονταν στα χέρια δέκα πολυεθνικών εταιρειών.
Με τις νέες αυτές συγχωνεύσεις γίνεται αντιληπτό ότι το 29% της αγοράς σπόρων και το 24% της αγοράς των αγροχημικών μεταφέρεται στα χέρια μιας μόνο εταιρείας η οποία αποκτά τη μερίδα του λέοντος καθώς και πρωτοφανή εξουσία σε έναν τόσο ευαίσθητο τομέα. Οποιος ελέγχει τα τρόφιμα, ελέγχει κι εμάς.
Τα προβλήματα που αναμένεται να προκύψουν είναι γνωστά και αφορούν μεταξύ άλλων την τεράστια εξάρτηση των αγορών από τις εταιρείες οι οποίες πλέον θα πουλάνε και τους σπόρους και τα φυτοφάρμακα.
Ακόμη, η συγχώνευση θα ενισχύσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη μονοκαλλιέργεια, περιορίζοντας τις επιλογές των αγροτών. Οι αποφάσεις για το τι θα καλλιεργηθεί κάθε χρονιά θα λαμβάνονται κεντρικά από μία εταιρεία με αποτέλεσμα να καταγραφούν σημαντικές επιπτώσεις και στο ίδιο το περιβάλλον, αφού η βιοποικιλότητα ενισχύει την υγεία των καλλιεργειών και θωρακίζει τον πλανήτη απέναντι στις κλιματικές αλλαγές.
Είναι γνωστό ότι οι τοπικές ποικιλίες, οι οποίες καλλιεργούνται στον τόπο καταγωγής τους, είναι πιο ανθεκτικές και χρειάζονται πολύ λιγότερα φυτοφάρμακα.
Ιδιαίτερα σημαντικές θα είναι οι συνέπειες και στην υγεία καθώς είναι κοινό μυστικό ότι οι αγρότες που εκτίθενται σε φυτοφάρμακα παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά καρκίνου».
Γιώργος Κάργας (Αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών): «Το γενετικό υλικό γίνεται ιδιοκτησία των εταιρειών»
«Από εδώ και πέρα οι σπόροι, οι οποίοι αποτελούσαν ανέκαθεν προϊόν του κόπου των αγροτών, περνάνε αποκλειστικά στα χέρια των πολυεθνικών εταιρειών, όπως ισχύει ήδη για το καλαμπόκι, την ντομάτα και το βαμβάκι. Το γενετικό υλικό δηλαδή γίνεται ατομική ιδιοκτησία αυτών των εταιρειών οι οποίες κατοχυρώνουν τις πατέντες και ελέγχουν πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο το διατροφικό σύστημα.
Οι τοπικές ποικιλίες κάθε χώρας θα εξαφανιστούν πλήρως, ενώ παράλληλα εξαιτίας της κυριαρχίας των μεταλλαγμένων, μπορούμε να μιλάμε πλέον για σοβαρότατες επιπτώσεις και στην υγεία των πολιτών».